Με φρέσκο, ακόμη, τον απόηχο και νωπές τις μνήμες από την καταπληκτική παράσταση «Οι Ζωγραφιές του Λευκάδιου Χέρν», που ανέβηκε στο Κηποθέατρο «Άγγελος Σικελιανός» στις 15 Ιουλίου, παραθέτω ακολούθως τη συνέντευξη που εξασφάλισα από τον κ. Γιάννη Φαλκώνη, υπεύθυνο εφ’ όλης της ύλης για τη συγκεκριμένη θεατρική παράσταση. Κατόπιν επιθυμίας του συνεντευξιαζόμενου, στη συζήτησή μας επικράτησε ο ενικός.
- Μ.Β.: Γιάννη, ήθελα να σε συγχαρώ προσωπικά, καθώς και να σου μεταφέρω τα ενθουσιώδη σχόλια που άκουσα από όλους τους παρευρισκομένους, κατά το τέλος της παραστάσεως. Πώς αποφάσισες να ασχοληθείς με τον Λευκάδιο Χέρν και να ανεβάσεις αυτή την εξαίσια παράσταση;
- Γ.Φ.: Σε ευχαριστώ. Βασικά, με ενδιαφέρουν όλες οι μεγάλες προσωπικότητες που γεννήθηκαν στη Λευκάδα και των οποίων η εμβέλεια ξεπέρασε τα ελληνικά σύνορα και έφτασε στα παγκόσμια. Η πρώτη τέτοια προσωπικότητα με την οποία ασχολήθηκα ήταν αυτή του Άγγελου Σικελιανού. Η δεύτερη, που παρουσιάζει μεγάλο ενδιαφέρον και εμφανίζει πολλές διακυμάνσεις και μία πορεία απίστευτη, είναι αυτή του Λευκάδιου Χέρν. Οι επόμενοι που θα με απασχολήσουν και οι οποίοι είναι εντελώς ξεχασμένοι είναι οι Ζαμπέλιοι. Όσον αφορά στον Λευκάδιο Χέρν, όλοι μιλάνε γι’ αυτόν, όλοι τον ονομάζουν Λευκαδίτη, κι όμως δεν ξέρουν σχεδόν τίποτα για τη ζωή και το έργο του. Κάποιοι γνωρίζουν, βέβαια, μα η πλειοψηφία δεν ξέρει πολλά. Πάντα, η ενασχόλησή μου ξεκινά μέσω της ανάγνωσης των βιβλίων της προσωπικότητας που με ενδιαφέρει. Συγκεκριμένα, άρχισα να ασχολούμαι με τον Λευκάδιο Χέρν εδώ και δύο χρόνια. Στην αρχή διαβάζοντας και παρατηρώντας αν τα γραπτά του μπορούν να μιλήσουν στον σύγχρονο άνθρωπο και αν με μαγεύουν κι εμένα τον ίδιο. Μετά την ανάγνωση, λοιπόν, ακολούθησε η έρευνα και η συλλογή των αποσπασμάτων εκείνων που αξιοποίησα προκειμένου να συνθέσω το θεατρικό κείμενο. Έκανα, δηλαδή, μία συρραφή κειμένων από γνωστά και λιγότερο γνωστά έργα του Λευκάδιου Χέρν, καθώς και γραμμάτων του που περιέχουν προσωπικές του εξομολογήσεις.
- Μ.Β.: Το έργο περιείχε, όμως, και μουσικά κομμάτια τα οποία τραγούδησε έξοχα η Mezzo Soprano κ. Kaoru Shimizu, η οποία κατάγεται και από την Ιαπωνία, τη χώρα που επέλεξε ο Λευκάδιος Χέρν για να ριζώσει, να δημιουργήσει οικογένεια και να εκφρασθεί. Αυτό το μέρος το επιμελήθηκες ο ίδιος; Και κατά πόσο ήταν τυχαία η επιλογή της συγκεκριμένης καλλιτέχνιδος;
- Γ.Φ.: Είμαι τυχερός, γιατί έχω μία εξαιρετική συνεργάτιδα την Άννα Στερεοπούλου, συνθέτρια, με την οποία συνεργαστήκαμε και στο έργο για τον Σικελιανό. Αφού πρώτα της διηγήθηκα τα βασικά σημεία της ζωής του Λευκάδιου, της ανέπτυξα την ιδέα μου και της πρότεινα κάποια βιβλία να διαβάσει. Η Άννα ακολουθεί μουσικά τους αρχαίους, ελληνικούς δρόμους, οι οποίοι έχουν μεγάλη σχέση με τους αρχαίους, ιαπωνικούς δρόμους. Ψάχνοντας, ανακαλύπτεις ότι υπάρχουν πολλά κοινά στοιχεία ανάμεσα στον αρχαίο ελληνικό και τον αρχαίο ιαπωνικό πολιτισμό. Όταν πραγματικά ασχοληθείς και εντρυφήσεις, διαπιστώνεις μία υπόγεια και ουσιαστική σύνδεση μεταξύ των δύο πολιτισμών. Προσωπικά, είμαι θαυμαστής του ιαπωνικού πολιτισμού. Θαυμάζω την υπερβολική σημασία που δίνουν στη λεπτομέρεια και την υψηλή τους αισθητική. Ένας ανθός για τους Ιάπωνες μπορεί να είναι σημαντικότερος από ο,τιδήποτε άλλο. Γιατί θεωρούν ότι αν μπορείς να σεβασθείς αυτόν τον ανθό, μπορείς να σεβασθείς όλο τον κόσμο. Επίσης, το θέατρο και ο κινηματογράφος της Ιαπωνίας είναι πολύ υψηλού επιπέδου. Να δηλώσω και τη λατρεία μου στον Ιάπωνα σκηνοθέτη Ακίρο Κουροσάβα, ο οποίος έχει κάνει κινηματογραφικά αριστουργήματα, ορόσημα για την ανθρώπινη ύπαρξη. Η Kaoru Shimizu, λοιπόν, είναι ιαπωνικής καταγωγής και έχει τραγουδήσει και στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών. Παρότι είναι μικρή σε ηλικία, έχει ήδη κάνει πολύ αξιόλογα πράγματα και είμαι πολύ χαρούμενος που την συνάντησα. Η ευχή μου αρχικά ήταν να βρω μία Γιαπωνέζα Soprano. Πώς βρίσκεις, όμως, μία Γιαπωνέζα Soprano στην Ελλάδα; Ξεκίνησα, λοιπόν, ψάχνοντας και έχοντας συμφιλιωθεί με την ιδέα ότι θα έπρεπε να συμβιβαστώ. Μέσω ενός εξαιρετικού φωτογράφου και συγγραφέα του κ. Δημοσθένη Αγραφιώτη, γνώρισα την Kaoru, η οποία αντιπροσωπεύει έναν συγκερασμό της ομορφιάς, της αισθητικής και της ευγένειας, χαρακτηριστικά που υπάρχουν μέσα της έμφυτα. Γι’ αυτόν το λόγο, ήταν το ιδανικό πλάσμα για το ρόλο αυτό. Η φωνή της δε, είναι μαγική. Αφού όποτε την άκουγα, ένιωθα πλήρης. Δεν μου χρειαζόταν να καταλάβω ούτε καν τα λόγια. Όταν ο Λευκάδιος Χέρν παντρεύτηκε την Σετζούκο Κοϊζούμι της απαγόρεψε να μάθει οποιαδήποτε άλλη γλώσσα, προκειμένου να μην μολυνθεί στο ελάχιστο η ολότητά της και ό,τι αυτή αντιπροσώπευε. Άρα, έτσι έπρεπε να γίνει κι εδώ. Η συμπρωταγωνίστρια να μιλά και να τραγουδά στην ιαπωνική γλώσσα. Το στοίχημα ήταν να καταλάβουν οι θεατές, με τη βοήθεια των ιστοριών και των λόγων του Λευκάδιου, και τα τραγούδια της Kaoru.
- Μ.Β.: Στην επιλογή του πρωταγωνιστή, του κ. Δημήτρη Βέργαδου, που ερμήνευσε τον Λευκάδιο Χερν, πώς κατέληξες;
- Γ.Φ.: Στην προσπάθειά μου να βρω τον πρωταγωνιστή, άρχισα μία πολύ μεγάλη αναζήτηση μέσω ίντερνετ και με διάφορους άλλους τρόπους. Έχοντας δει νωρίτερα πολλούς ηθοποιούς, ένας από αυτούς που συμμετείχε στις οντισιόν, μου πρότεινε τον Δημήτρη τον Βέργαδο. Βλέποντας φωτογραφίες του συγκεκριμένου ηθοποιού, ήμουν σχεδόν σίγουρος ότι έκανε για το ρόλο. Είχε φυσιογνωμικές- και όχι μόνο- ομοιότητες με τον Λευκάδιο Χέρν. Δηλαδή, η κατατομή του προσώπου του ήταν ακριβώς η ίδια, καθώς και η εύθραυστη προσωπικότητά του, το στήσιμο του, ο τρόπος που κινούνταν. Στη συνέχεια, όταν ανακάλυψα ότι είναι και ικανότατος, γιατί έφερε εις πέρας έναν μονόλογο μεγάλης διάρκειας, ένα έργο με λογοτεχνική γραφή που ήταν πραγματικά δύσκολο να αποδοθεί, βεβαιώθηκα για την επιλογή μου. Να επισημάνω ότι ο κ. Βέργαδος ανήκει στο δυναμικό του Εθνικού Θεάτρου και θα τον απολαύσουμε φέτος το χειμώνα στις παραστάσεις του Εθνικού, στην Αθήνα.
- Μ.Β.: Διάγουμε περίεργες, δύσκολες ημέρες. Βομβαρδιζόμαστε διαρκώς από ειδήσεις απαισιόδοξες που προδιαγράφουν ένα μέλλον δυσοίωνο. Ποια διαπιστώνεις ότι είναι η τάση του κόσμου σε σχέση με τα πολιτιστικά θεάματα που επιλέγει να παρακολουθήσει;
- Γ.Φ.: Εδώ στην Ελλάδα, η πλειοψηφία προτιμά θεάματα ανάλαφρα, όπως επιθεωρήσεις, κωμωδίες. Πιστεύω ότι η αξία των πραγμάτων κρύβεται και σε πιο δύσκολα πράγματα. Δηλαδή, όταν αποκτάς μία οικονομική άνεση και όταν η ζωή σου καλυτερεύει, όπως συνέβη στις δικές μας τις γενιές, θεωρώ ότι πρέπει να αναζητήσουμε μία άλλη αισθητική. Να δώσουμε μία άλλη ποιότητα στη ζωή μας και μία ουσιαστικότερη γνώση και παιδεία, η οποία είναι το μεγάλο έλλειμμα της σύγχρονης Ελλάδας. Καταφέραμε και περιφρονήσαμε πλήρως την παιδεία, τη γνώση και την αισθητική απόλαυση, επιλέγοντας ευτελή θεάματα και κυνηγώντας το γρήγορο πλουτισμό. Επίσης, θα ήθελα να πω ότι είναι φοβερό το φαινόμενο κατά το οποίο οι τοπικές αρχές, όταν είναι να γίνουν οι εκλογές, προπαγανδίζουν ότι θα ασχοληθούν και θα φροντίσουν τον πολιτισμό της Λευκάδας και οι οποίες, τελικά, δεν δίνουν δεκάρα για αυτόν. Απέχουν από κάθε εκδήλωση πολιτισμού, παρά μόνο όταν υπάρχουν φώτα και κάμερες. Έγινε μία πολύ σπουδαία έκθεση τέχνης που αφορά στον Λευκάδιο Χέρν, έγινε μία παράσταση με πολύ καλές προθέσεις και πολύ μεγάλη προετοιμασία, που, όμως, δεν τιμήθηκαν αναλόγως από τις τοπικές αρχές. Ο στόχος αυτής της παράστασης, που ήταν πολύ πιο επεξηγηματική, σε σχέση με αυτή που αφορούσε στο Σικελιανό, ήταν να γνωρίσουμε έναν άγνωστο «Λευκαδίτη», έναν άγνωστο Έλληνα, ο οποίος διέπρεψε και ο οποίος είναι ένας τεράστιος συνδετικός κρίκος με έναν καταπληκτικό πολιτισμό, όπως είναι ο πολιτισμός της Ιαπωνίας. Ειλικρινά, με έχουν κουράσει όλα αυτά τα τουριστικά φυλλάδια και οι επισκέψεις σε τουριστικά περίπτερα της Ρωσίας, με χαρακτήρα και προσέγγιση του περασμένου αιώνα, και δεν σέβονται, δεν αξιοποιούν ζωντανούς συνδέσμους, όπως είναι ο Λευκάδιος Χέρν και η Ιαπωνία. Ο τουρισμός της Ιαπωνίας είναι ο καλύτερος σε παγκόσμιο επίπεδο. Και πλούσιος, και ήρεμος- ποτέ δεν δημιουργούν προβλήματα οι Ιάπωνες τουρίστες στα μέρη που επισκέπτονται- και είναι συνεχόμενος κι επαναλαμβανόμενος τουρισμός. Γιατί όταν έχουν μία σύνδεση οι Ιάπωνες, την τιμούν συνέχεια. Αντίθετα, οι πολιτικοί και όλοι εμείς επενδύουμε στον σκυλάδικο τρόπο ζωής και στον σκυλάδικο τουρισμό. Επειδή, όλα αυτά τα χρόνια παρακολουθώ και τις εκδηλώσεις του Φεστιβάλ Αθηνών στο Ηρώδειο και την Επίδαυρο, είτε τραβώντας φωτογραφίες, είτε γυρίζοντας βίντεο, έχω παρατηρήσει ότι όταν οι κυβερνήσεις είναι έτοιμες να πέσουν δεν έχουν την παραμικρή παρουσία στα πολιτιστικά δρώμενα. Είναι ένας καθρέφτης του τι συμβαίνει στην κοινωνία, σε πολιτικό επίπεδο. Άρα, ξέρεις και τι να περιμένεις.
- Μ.Β.: Πιο συγκεκριμένα; Τι έχεις παρατηρήσει να συμβαίνει τον καιρό ετούτο στην Ελλάδα;
- Γ.Φ.: Αυτό που έχω παρατηρήσει είναι ότι οι πολιτικοί δεν μαθαίνουν από τα ατελείωτα λάθη που κάνουν. Υποστηρίζουν ότι πρέπει όλοι μας να πληρώσουμε για την κρίση και αυτοί συνεχίζουν την ίδια ρότα, τον ίδιο τρόπο, τα ίδια πράγματα, τα ίδια λάθη. Προς το παρόν δεν διακρίνω κάποια αλλαγή σε σχέση με παλαιότερα. Περιμένω να δω κάποιες αλλαγές στο μέλλον.
- Μ.Β.: Μας είπες- κι εγώ θα συμφωνήσω μαζί σου- ότι διακρίνεις μία τάση του κόσμου προς τα ευτελή θεάματα. Δεν αναγνωρίζεις, όμως, στον νεοέλληνα κάποια ελαφρυντικά για αυτές του τις επιλογές; Είναι, ήδη, αρκετά σκληρή η καθημερινότητά του και οι απαιτήσεις αυτής, που ίσως μέσω αυτού του είδους των επιλογών να ξεχνά και να ξεχνιέται.
- Γ.Φ.: Το καταλαβαίνω. Το να κλείνεις τα μάτια, όμως, συνέχεια δεν είναι η λύση. Και ούτε θέλω να πω στον καθένα τι θα δει ή τι θα επιλέξει για τη διασκέδασή του. Αυτό το φαινόμενο να συρρέει ο κόσμος μόνο όταν έρχεται μία «αρπαχτή» από την Αθήνα, δεν μπορεί να συνεχισθεί. Στην Αθήνα έχουν χάσει πλέον το κοινό τους, βρίσκονται σε πλήρη παρακμή. Χάνοντας, λοιπόν, τα προνόμια που είχαν μέχρι πρότινος στην Αθήνα, βγαίνουν στην επαρχία για να μαζέψουν τα χρήματα που δεν κατάφεραν να συγκεντρώσουν στην πρωτεύουσα. Θα πρότεινα να είμαστε λιγάκι πιο επιλεκτικοί, ώστε από μία θεατρική παράσταση ή μία συναυλία να μας μείνει κάτι. Όταν, λοιπόν, μαζέψουν τον εξοπλισμό τους και φύγουν, δεν μένει πίσω τίποτα. Αυτό που χρειάζεται η Ελλάδα είναι πολιτισμός που κάτι αφήνει πίσω. Να μπολιαστεί ο κόσμος με γνώσεις. Βασικά, να μας κάνει καλύτερους ανθρώπους. Αυτό είναι για εμένα το πιο σημαντικό. Έχεις την ευχέρεια στο θέατρο να δεις ακραίες καταστάσεις, να νιώσεις ακραία συναισθήματα, χωρίς να είναι απαραίτητο να τα περάσεις ο ίδιος για να πάρεις το μάθημά σου. Αυτή είναι η λειτουργία του θεάτρου. Τα βλέπεις όλα αυτά μεγεθυμένα μπροστά σου και μπορείς να τα αποφύγεις. Ο θεατής έχει ακριβώς τη θέση του Θεού. Γι’ αυτό και το κοίλο στο Αρχαίο Θέατρο πάει προς τα επάνω. Δηλαδή, ο θεατής, από τη θέση που του δίδεται, είναι κριτής των πάντων, αμέτοχος και μπορεί να κρίνει ποιος είχε δίκιο, ποιος είχε άδικο και να αναλογισθεί το μοιραίο της ανθρώπινης ύπαρξης. Εμείς όλοι, που θέλουμε να ονομαζόμαστε Έλληνες, δεν έχουμε το δικαίωμα όλο αυτό να το ευτελίζουμε.
- Μ.Β.: Γράφεις, φωτογραφίζεις, σκηνοθετείς, ζωγραφίζεις. Διαπιστώνω ότι διαθέτεις μία προσωπικότητα πολύπλευρη, καθώς και πολυτάλαντη. Ως μαθητής, εδώ στη Λευκάδα, όταν έκανες όνειρα για το μέλλον, τι ήταν αυτό που σκεφτόσουν ακριβώς ότι ήθελες να γίνεις μεγαλώνοντας;
- Γ.Φ.: Εκείνη την εποχή που δήλωνα τι θέλω να σπουδάσω, τα όνειρά μου φάνταζαν εκτός πραγματικότητας. Στις αρχές βάδισα σε ομιχλώδες τοπίο και δεν έκανα τα πράγματα που ήθελα να κάνω, στον χρόνο που τα ήθελα. Στη συνέχεια, παρακολούθησα διάφορες σχολές, φωτογραφίας, σκηνοθεσίας, συγγραφής θεατρικού έργου και σεναρίου, αλλά το σημαντικότερο όλων ήταν ότι βρέθηκα δίπλα σε σπουδαίους δασκάλους. Πιστεύω πολύ στους δασκάλους. Έκανα πολλά σεμινάρια, master classes, με μεγάλους σκηνοθέτες. Περισσότερο με επηρέασαν στην πορεία μου οι σκηνοθέτες, παρά οι ηθοποιοί. Παρακολούθησα master classes και από τον Φράνσις Φορντ Κόπολα, τον Κώστα Γαβρά, τον Βέρνερ Χέρτζοκ, τον Βιτόριο Στοράρο, τον Πήτερ Γκρίναγουεϊ, τον Βιμ Βέντερς, τον Ντιν Ταβουλάρη, τον Γουίλλιαμ Νταφόε, την Ολυμπία Δουκάκη και άλλων, και των κολοσσών του θεάτρου Ιάκωβου Καμπανέλλη, Κώστα Μουρσελά, Μάνου Ελευθερίου. Και είχα, επίσης, την ευτυχία να γνωρίσω και να παρακολουθήσω από κοντά το σκηνοθετικό έργο του κορυφαίου ανθρώπου του παγκόσμιου θεάτρου, του Πήτερ Μπρουκ. Επειδή το θέατρο, ο κινηματογράφος, η ζωγραφική και η τέχνη γενικότερα είναι κάτι ζωντανό, αν σπουδάσεις κάτι πριν από είκοσι χρόνια και τελειώσεις μία σχολή, όπου συνήθως για καθηγητές έχεις κάποιους μέτριους ανθρώπους και όχι μεγαλοφυΐες του κάθε χώρου, όλο αυτό που έχεις διδαχθεί, που έχεις εισπράξει, θα είναι πλέον παρωχημένο, όταν πας να ασχοληθείς και να δημιουργήσεις κάτι σχετικό. Ο μόνος τρόπος, λοιπόν, σπουδής για μένα είναι να βρεθείς δίπλα σε πολύ σπουδαίους ανθρώπους, να αντλήσεις κάποια μυστικά, που δεν λέγονται στα πλαίσια μιας τάξης, να τους βιώσεις, και όλο αυτό πρέπει να συμβεί όταν εσύ επιθυμείς να δημιουργήσεις ένα έργο. Με τον τρόπο αυτό, μπολιάζεσαι. Μία προηγούμενη γενιά, μπολιάζει την επόμενη. Δεν πιστεύω καθόλου στο τυπικό μέρος των σπουδών. Έχω δει ανθρώπους που σπούδασαν φωτογραφία και είτε δεν ασχολήθηκαν ποτέ, είτε έγιναν κακοί φωτογράφοι. Και άλλους πάλι που δεν σπούδασαν το αντικείμενο με το οποίο ασχολούνται κι όμως μεγαλουργούν.
- Μ.Β.: Σε μία εποχή που όλοι κυκλοφορούν με ταμπέλες, εσύ τι δηλώνεις;
- Γ.Φ.: Οι περισσότεροι ξέρουν ότι ασχολούμαι με την καλλιτεχνική φωτογραφία. Όταν με ρωτάνε τι κάνω, δηλώνω φωτογράφος. Έτσι, είμαι ελεύθερος να ασχοληθώ με ο,τιδήποτε άλλο επιθυμώ και αγαπώ. Είναι πιο ωραίο να δουλεύεις, να προετοιμάζεις κάτι και μετά να το εκθέτεις. Προτιμώ να κάνω κάτι ουσιαστικό. Πολλές φορές ο εγωισμός, η τάση των ανθρώπων να φανούν λέγοντας ότι εγώ κάνω εκείνο, ασχολούμαι με το άλλο, καταλήγει να τους αδρανοποιεί. Τελικά, κλείνονται σε ένα κουτάκι και δεν κάνουν τίποτα. Δεν θέλω να περιορίζομαι σε ρόλους. Θέλω να είμαι ελεύθερος και ευτυχισμένος.
- Μ.Β.: Σε περιόδους κρίσης και παρακμής, όλοι εναποθέτουν τις ελπίδες τους στα νέα παιδιά. Όταν, όμως, η σημερινή νεολαία περνά την πλειοψηφία του χρόνου της μπροστά σε μία οθόνη- τηλεοράσεως, υπολογιστή, κινητού- σχεδόν αποχαυνωμένη, τι μπορούμε να περιμένουμε από αυτήν; Μάλλον, τι σπείραμε- σε σχέση με την ανατροφή της- και τι περιμένουμε να θερίσουμε;
- Γ.Φ.: Όλα όσα συμβαίνουν στη νεολαία σήμερα, είναι κατασκεύασμα του πολιτικού μας συστήματος. Όσων ζήσαμε και όσων ζούμε. Και θα δούμε ακόμα χειρότερα στο μέλλον, αν δεν προνοήσουμε. Δεν ασχοληθήκαμε να διδάξουμε στα παιδιά τη σημασία του βιβλίου. Της ιστορίας, της ποίησης. Σε μία Ελλάδα που έχει διαπρέψει κατακτώντας διεθνείς διακρίσεις, όπως είναι τα Νόμπελ. Όταν, λοιπόν, έχουμε απαξιώσει τα πάντα, όλες τις διαχρονικές αξίες της ζωής, τα παιδιά βρίσκονται σε ένα πλήρες κενό. Για ποιο λόγο να ασχοληθούν με το ο,τιδήποτε; Για ποιο λόγο να διαβάσουν ή να κυνηγήσουν κάποιο όνειρό τους, τη στιγμή που έχει καταστραφεί η παιδεία και όλοι προσανατολίζουν τα παιδιά τους να γίνουν δημόσιοι υπάλληλοι, αχρηστεύοντάς τα. Σε ένα σύστημα που δεν χρειάζεται να παράγουν τίποτα. Και από την άλλη, υπάρχουν και εκείνοι που επιθυμούν να πλουτίσουν γρήγορα και ο μόνος τρόπος για να γίνει αυτό, βέβαια,- στις εποχές που ζούμε- είναι με παράνομα μέσα.
- Μ.Β.: Ποια είναι η γνώμη σου για τον έρωτα στις μέρες μας;
- Μ.Β.: Ποια είναι η γνώμη σου για τον έρωτα στις μέρες μας;
- Γ.Φ.: Είναι αναμφίβολο ότι έχει επηρεαστεί από την ταχύτητα της ζωής. Ο καθένας δεν αφιερώνει χρόνο για να γνωρίσει τον άλλο. Παρά του ζητά το αμερικάνικο: «Πες μου τη ζωή σου σε πέντε λεπτά». Αυτό είναι αδύνατο να γίνει. Δεν γίνεται να μην δώσεις χρόνο στον άλλο να δεις την προσωπικότητά του, την ομορφιά του. Δεν γίνεται να μην ενδιαφέρεσαι για το μυαλό του και την ψυχή του, παρά μόνο για τα σωματικά του προσόντα. Δεν πρέπει να μένουμε μόνο σε αυτά. Δεν μπορούμε να αντιμετωπίζουμε τους ανθρώπους σαν να είναι μιας χρήσης. Είτε αυτό γίνεται από τη γυναίκα, είτε από τον άντρα. Αυτή είναι μία αντίληψη καταστροφική. Υπάρχουν και σήμερα πολλές όμορφες και υγιείς σχέσεις. Υπάρχουν, όμως, και πολλές σχέσεις εξάρτησης, ανειλικρίνειας και βολέματος. Άλλαξε κάτι τα τελευταία χρόνια. Παλαιότερα όλη τη δύναμη την είχε ο άντρας, να αποφασίζει, να επιλέγει. Τώρα, το πράγμα έχει αντιστραφεί εντελώς και όλη τη δύναμη την έχει η γυναίκα, να επιλέγει και να επιβάλλει. Το πρόβλημα της γυναίκας, όμως, είναι ότι έγινε άντρας. Βέβαια, η κινητήριος δύναμη όλων είναι ο έρωτας. Πρέπει να νιώθουμε πολύ τυχεροί που έχουμε τις αισθήσεις μας. Οπότε να φροντίζουμε να ζούμε τον έρωτα με όλη μας τη δύναμη, με κάθε δυνατό και υγιή τρόπο, με απόλυτη ελευθερία.
- Μ.Β.: Το πολυτιμότερο αγαθό όλων, η ελευθερία μας. Σε μία εποχή που κανείς δεν σέβεται τα όρια κανενός και όλοι προσπαθούν να επιβληθούν στο διπλανό τους με όποιο τρόπο, ποια είναι η άποψή σου για την άσκηση εξουσίας, γενικότερα;
- Γ.Φ.: Εκείνο το φοβερό βιβλίο «Η Φάρμα των Ζώων» του Όργουελ, τα λέει όλα. Τα ζώα αντέδρασαν στην εξουσία των γουρουνιών, αλλά όταν πήραν την εξουσία στα χέρια τους, έγιναν και τα ίδια γουρούνια. Μεταμορφωνόμαστε, δηλαδή, όταν η εξουσία έρχεται στα χέρια μας, σε αυτό που σιχαινόμαστε. Είναι τρελό ως κοινωνία να ακολουθούμε τυφλά, γουρούνια με γραβάτες που μας οδηγούν στο γκρεμό. Ως πολίτες θα πρέπει να επιλέγουμε ανθρώπους με ψυχή δημιουργική και φωτισμένη. Ανθρώπους σοφούς και ανιδιοτελείς, ανθρώπους που αγωνίζονται για πανανθρώπινες, διαχρονικές αξίες. Και να αναζητούμε το αληθινό νόημα των λέξεων.
Όλο νόημα και ουσία τα λόγια του Γιάννη. Που δημιουργεί αθόρυβα, χαράσσοντας τη δική του πορεία, αφήνοντας το προσωπικό του αποτύπωμα. Και κάπως έτσι, συνειρμικά, μου ‘ ρθαν στο νου, τα λόγια κάποιου φίλου καρδιακού:
«Το αποτύπωμα του ανθρώπου από το σύντομο ταξίδι του στον κόσμο, είναι μόνο οι δημιουργίες του».
Ματίνα Βεντούρα / matventura777@gmail.com