Παρασκευή 29 Οκτωβρίου 2010

Το Νησί

   Είχε χρόνια να συμβεί κάτι ανάλογο. Να παρουσιασθεί μία τηλεοπτική σειρά, που αν και δραματική, κατάφερε να καθηλώσει το κοινό. Αναφέρομαι στη σειρά που τιτλοφορείται "Το Νησί", η οποία πολυσυζητιέται πρωτοφανώς τον τελευταίο καιρό, αν και έχει προβληθεί μόλις δύο φορές.
   Ο τίτλος και η υπόθεση της σειράς αναφέρονται στη Σπιναλόγκα. Ένα όνομα, μία λέξη που φέρει μεγάλη ιστορία, κρύβοντας μέσα της πολύ πόνο, αγωνία κι απόγνωση. Μία ιστορία που ήρθε το πλήρωμα του χρόνου να βγει κι αυτή στην επιφάνεια, ταξιδεύοντας μας πολλά χρόνια πριν, όταν οι άνθρωποι που εμφάνιζαν σημάδια λέπρας, εξορίζονταν σε ένα μικρό νησί, που απείχε ελάχιστα από το αντικριστό χωριό της Πλάκας.
   Για να αντιληφθούμε πού ακριβώς βρίσκεται η Σπιναλόγκα, να σας πω ότι είναι ένα μικρό νησάκι, το οποίο κλείνει από τα βόρεια τον κόλπο της Ελούντας, του νομού Λασιθίου, στην Κρήτη. Το αρχαίο του όνομα ήταν Καλυδών, αλλά μετά την κατάληψη του από τους Ενετούς ονομάστηκε Σπιναλόγκα, που σημαίνει μακρύ αγκάθι. Σαν να ήξεραν οι Ενετοί τον πόνο και τη δυστυχία που θα έβρισκαν απάγκιο μελλοντικά στο νησί.
   Τα πρώτα χρόνια του εικοστού αιώνα, κάπου στα 1903-1905, η Σπιναλόγκα άρχισε να χρησιμοποιείται ως Λεπροκομείο, όπου οδηγούνταν όλοι όσοι αρρώσταιναν από τη νόσο του Χάνσεν- γνωστή και ως λέπρα-, και οι οποίοι έπρεπε να μείνουν απομονωμένοι, μακριά από τον υπόλοιπο κόσμο, προκειμένου να αποφευχθεί ο κίνδυνος μολυσματικής μετάδοσης της αρρώστιας στον υγιή πληθυσμό. Φυσικά, ο κίνδυνος δεν ήταν τόσο μεγάλος όσο θεωρούνταν τα χρόνια εκείνα. Η επιστήμη, όμως, δεν είχε ακόμη εξελιχθεί. Όταν χορηγήθηκαν τα κατάλληλα αντιβιοτικά φάρμακα, οι λεπροί θεραπεύτηκαν, και η Σπιναλόγκα έκλεισε. Ήταν το 1957.   
   Με αυτή τη μικρή ιστορική αναδρομή, θέλησα να σκιαγραφήσω το κλίμα και τη δραματικότητα της ιστορίας.
   Δραματικότητα που σχεδόν συμπλέει με το κλίμα της σημερινής εποχής, και που λογικά θα έπρεπε να δημιουργεί στον κόσμο την ανάγκη να παρακολουθεί κωμωδίες, μήπως και χαρεί, μήπως και σκάσει λιγάκι το χειλάκι του κι εκτονωθεί. Παρατηρούμε, όμως, ότι η πλειοψηφία του κόσμου, οι επτά στους δέκα, προτιμά το δράμα. Όχι ότι και το δράμα, που φέρνει κλάμα, δεν λειτουργεί εκτονωτικά. Στην πράξη δε, έχει φανεί ότι ο κλαυσίγελως είναι η πιο καταπραϋντική αντίδραση για την απομάκρυνση του άγχους και των λοιπών δαιμονίων.
   Οπότε, κλάψτε, γελάστε, άφοβα κι απενοχοποιημένα. Κάνει καλό. Αποδεδειγμένα.
   Ένα άλλο σημείο στο οποίο ήθελα να σταθώ, όσον αφορά στην προτίμηση του κόσμου σε σχέση με "Το Νησί"- μία παραγωγή ιδιατέρως φροντισμένη-, είναι ότι τελικά οι περισσότεροι έχουν την ικανότητα να αντιλαμβάνονται την ποιότητα και να την εκτιμούν αναλόγως. Είναι μύθος ότι οι σύγχρονοι άνθρωποι δεν έχουν αισθητήριο ικανό να ξεχωρίσουν τα ποιοτικά θεάματα και τις προσεγμένες δουλειές, από εκείνες που είναι μειωμένης αισθητικής και ενδιαφέροντος. Οι τελευταίες, βέβαια, έχουν κατακλύσει την καθημερινότητά μας και μέχρι σήμερα μας καταδυναστεύουν. Και δεν μιλώ, ασφαλώς, μόνο για την τηλεόραση και τα προϊόντα της.
   Αναφέρομαι στο σύνολο της ελληνικής κοινωνίας και σ' όλες τις εκφάνσεις της ανθρώπινης και κοινωνικής δραστηριότητας.
   Ψυχανεμίζομαι, όμως, ότι ήρθε, επιτέλους, ο καιρός να στραφούμε στην ποιότητα. Χορτάσαμε σαχλαμάρες κι ανοησίες. Νισάφι πια!
   Είναι αίτημα των καιρών να μην καταπίνουμε πλέον αμάσητο ό,τι μας σερβίρουν. Όσο ελκυστική κι αν είναι η παρουσίαση και η εμφάνισή του. Όσο μεγαλόστομοι κι αν είναι οι λόγοι που το συνοδεύουν, προπαγανδίζοντας το.
   Αν δράσουμε έτσι, κάνοντας και υποστηρίζοντας ποιοτικές επιλογές κάθε είδους, όποιο κι αν είναι αρχικά το τίμημα- γιατί, ως γνωστόν, κάθε αρχή και δύσκολη- το καλό, το ποιοτικό θα επικρατήσει. Θα επεκταθεί σαν ντόμινο.
   Ας το προσπαθήσουμε.

Ματίνα Βεντούρα / matventura777@gmail.com

Θα λειτουργήσει, τελικά, ο Δημοτικός Κινηματογράφος?


   Προ ημερών, πραγματοποιήθηκε στη Λευκάδα η «Εβδομάδα Γαλλικού Σινεμά», η οποία οργανώθηκε από την «ARTηρία», σε συνεργασία με τη Γαλλική Πρεσβεία και το Γαλλικό Ινστιτούτο, χαρίζοντας μας πέντε ταινίες του γαλλικού κινηματογράφου. Ως σινεφίλ και λάτρης της γαλλικής κουλτούρας, παρακολούθησα κι εγώ μία από αυτές. Καταφθάνοντας στην «ARTηρία», διαπίστωσα ότι η προσέλευση του κόσμου ήταν μεγάλη, οπότε άμεσα συμπέρανα ότι υπάρχει μία σημαντική μερίδα πληθυσμού, που διαμένει μόνιμα στο νησί και αγαπά τον κινηματογράφο. Αμέσως, αναρωτήθηκα τι θα γίνει, τη φετινή σεζόν, με το Δημοτικό Κινηματογράφο «Απόλλων». Θα λειτουργήσει τελικά; Ή το νησί θα μείνει δίχως αίθουσα κινηματογραφική, παρόλο το ενδιαφέρον και την αγάπη του κόσμου για το σινεμά;
   Μία από τις επόμενες ημέρες, λοιπόν, απευθύνθηκα στον αρμόδιο του Δήμου Λευκάδας για το συγκεκριμένο ζήτημα, τον Αντιδήμαρχο Σπύρο Κόγκα.        

- Μ.Β.: Κύριε Κόγκα, ήθελα να μας ενημερώσετε για τα σχέδια που αφορούν στη λειτουργία του Δημοτικού Κινηματογράφου, για την τρέχουσα σεζόν.
- Σ.Κ.: Καταρχήν, να σας πω ότι ο κινηματογράφος είναι χειμερινός. Λειτουργεί ουσιαστικά από το Νοέμβρη μέχρι το Μάη. Έπειτα, διακόπτει και ξεκινά πάλι την επόμενη χρονιά. Στον κινηματογράφο απασχολούνται τρεις εργαζόμενοι: ένας μηχανικός, ένας ταμίας και ένας υπεύθυνος για την καθαριότητα του χώρου, οι οποίοι προσλαμβάνονται κάθε χρόνο με σύμβαση έργου. Για να γίνουν οι προσλήψεις, ζητάμε πρώτα την άδεια της Περιφέρειας Ιονίων Νήσων. Βάσει της τυπικής διαδικασίας, παίρνουμε πρώτα την άδεια της Περιφέρειας και στη συνέχεια κάνουμε τις προσλήψεις, που ισχύουν για το διάστημα αυτό που σας προανέφερα ότι λειτουργεί ο κινηματογράφος. Φέτος, όταν κάναμε αίτηση στην Περιφέρεια για να μας δώσει την άδεια για να γίνουν οι συμβάσεις, μας ενημέρωσαν ότι δεν μπορούμε να προχωρήσουμε τις διαδικασίες, γιατί είναι προεκλογική περίοδος και ότι πρέπει επιπλέον να προσκομίσουμε και μία βεβαίωση του ΑΣΕΠ, σύμφωνα με την οποία οι εργαζόμενοι δεν συνιστούν εξαρτημένη εργασία και δεν εξυπηρετούν πάγιες και διαρκείς ανάγκες. Τόσα χρόνια, αυτή η βεβαίωση δεν μας είχε ζητηθεί ποτέ ξανά. Στείλαμε, λοιπόν, στον ΑΣΕΠ το φάκελο με όλα τα σχετικά δικαιολογητικά, ώστε να μας χορηγηθεί η βεβαίωση που χρειαζόμαστε, και από τότε περιμένουμε. Κατά πληροφορίες, όμως, είναι χρονοβόρα η όλη διαδικασία, λόγω και της προεκλογικής περιόδου, και σε συνδυασμό με το γεγονός ότι δεν μπορούμε να κάνουμε συμβάσεις, είμαστε αναγκασμένοι να μην λειτουργούμε τον κινηματογράφο.

- Μ.Β.: Οπότε, μετά τις εκλογές της 7ης Νοεμβρίου, τι προβλέπεται να γίνει?
- Σ.Κ.: Η περίοδος των εκλογών τελειώνει ουσιαστικά το Δεκέμβρη. Ελπίζουμε, μήπως, κατ’ εξαίρεση, μας στείλουν τη βεβαίωση νωρίτερα. Ανάλογα με το πότε θα μας τη στείλουν, θα λειτουργήσει κι ο κινηματογράφος.

- Μ.Β.: Είμαστε υποχρεωμένοι, δηλαδή, μέχρι το Δεκέμβρη τουλάχιστον να τον ξεχάσουμε τον κινηματογράφο?
- Σ.Κ.: Δυστυχώς, μέχρι το Δεκέμβρη, είμαστε υποχρεωμένοι να τον ξεχάσουμε. Υπάρχει, βέβαια, μία πιθανότητα να επιτραπεί στον Μουσικοφιλολογικό όμιλο «Ορφέα», στον οποίο παραχωρούμε την αίθουσα μία φορά την εβδομάδα και προβάλλει ένα έργο, να τον λειτουργήσει. Θα γίνει, λοιπόν, η πρόταση στον «Ορφέα», χωρίς ο Δήμος να έχει κάποια οικονομική απαίτηση από τον όμιλο, να αναλάβει τη λειτουργία του κι εκεί που έφερνε μία ταινία την εβδομάδα, να φέρνει δύο.  

- Μ.Β.: Πότε θα αποφασισθεί αυτό?
- Σ.Κ.: Τη Δευτέρα, στις 25 Οκτωβρίου, θα συναντηθώ με την υπεύθυνη της Κινηματογραφικής Λέσχης του «Ορφέα», κ. Τούλα Σκληρού, για να συζητήσουμε αν μπορεί να λειτουργήσει ο κινηματογράφος σε αυτή τη βάση. Βέβαια, πρέπει να αναλάβουν την περιποίηση και τη φύλαξη του χώρου, και να συνεννοηθούν και με τον μηχανικό. Οπότε, κάπως έτσι, εκεί που λειτουργούσε τρεις ημέρες, να καταφέρουμε να λειτουργεί τουλάχιστον δύο. Να ενημερωθεί και ο κόσμος, κι όποιος ενδιαφέρεται να παρακολουθήσει κάποια ταινία να γνωρίζει.   

- Μ.Β.: Είναι κρίμα να μείνει η Λευκάδα χωρίς κινηματογράφο.
- Σ.Κ.: Ασφαλώς και είναι κρίμα. Εδώ κάναμε τόσον κόπο για να τον στήσουμε και να τον λειτουργήσουμε. Και θεωρώ ότι είναι γενική εντύπωση ότι η πορεία του έως τώρα είναι επιτυχημένη.  

- Μ.Β.: Πάντως, είναι πολλοί οι Λευκαδίτες και οι Λευκαδίτισσες που περιμένουν πότε θα ξαναλειτουργήσει.
- Σ.Κ.: Το γνωρίζω. Μας το έχουν μεταφέρει ως αίτημα και το αφουγκραζόμαστε διαρκώς. Δεν πρέπει να μείνει κλειστός ο κινηματογράφος. Ούτε για μία σεζόν.

   Από τη μεριά μου, θα φροντίσω να μάθω τα νεότερα τα σχετικά με τη λειτουργία του Δημοτικού Κινηματογράφου στη Λευκάδα, και να σας ενημερώσω άμεσα. Εύχομαι να βρεθεί μία λύση και να λειτουργήσει ο «Απόλλωνας», όσο το δυνατόν συντομότερα.  Για όμορφες κινηματογραφικές βραδιές με ταινίες μαγικές! Γιατί ο κινηματογράφος… είναι μαγεία!

Ματίνα Βεντούρα / matventura777@gmail.com

Παρασκευή 22 Οκτωβρίου 2010

Μετανάστευση

    Αν κάποιος, πριν από λίγα χρόνια, μας έλεγε ότι εν έτει 2010 Έλληνες, κάθε ηλικίας, θα άφηναν την πατρίδα τους, μεταναστεύοντας σε άλλες χώρες για να γλιτώσουν από την ακρίβεια, την ανεργία, την υψηλή φορολογία και όλα τα συνεπαγόμενα δεινά, μάλλον θα λέγαμε ότι παραληρεί. Ή ότι έχει ζωηρή φαντασία, οπότε θα τον συμβουλεύαμε να αξιοποιήσει το ταλέντο του συγγράφοντας φωσκολικές σαπουνόπερες και σενάρια επιστημονικά. 
   Στο πρόσφατο παρελθόν, στην Ελλάδα βασίλευαν οι πιστωτικές κάρτες, τα καταναλωτικά δάνεια, τα διακοποδάνεια, τα θηριώδη τζιπ, και οι φίρμες. Λογότυπα διάσημων οίκων στόλιζαν την καθημερινότητά μας άλλες φορές διακριτικά, κι άλλες φορές αδιάκριτα. Άλλες φορές καλόγουστα, κι άλλες φορές κακόγουστα. Ειδικά εκείνο το αγγλικό καρό δεν άφησε λαιμό για λαιμό. Εκείνα δε τα μονογράμματα, που το ένα καπελώνει το άλλο, φάνταζαν βαρίδια μιας και αγκύλωναν τα χέρια των γυναικών, που, όμως, τα κυκλοφορούσαν θριαμβευτικά. Κανένας δεν εξαιρέθηκε από τη μανία αυτή. Της απόκτησης αντικειμένων υψηλής πραγματικής αξίας, με πολύτιμους συμβολισμούς και προεκτάσεις. Ακόμα και ο κύριος Άκης λύγισε στη θέα εκείνης της χτένας που του δώρισε η καλή του. Της μαλαματένιας τσατσάρας των διακοσίων παρά κάτι ευρώ.
   Όποιος πρόλαβε, όμως, πρόλαβε. Η οικονομική κρίση, το μνημόνιο, η τρόικα- έννοιες άγνωστες μέχρι πρότινος- ήρθαν και έκατσαν στον ελληνικό μας σβέρκο. Που μπορεί, κατά τα λεγόμενα, ζυγό να μην υπομένει, ήρθε, όμως, η στιγμή κι αυτή η ρήση να διαψευστεί. 
    Αρχίσαμε, λοιπόν, να συμμαζευόμαστε. Κόψαμε από εδώ, κόψαμε από εκεί. Εις μάτην.
    Πώς να ανταπεξέλθει ένας συνταξιούχος που δούλεψε με αξιοπρέπεια μια ολόκληρη ζωή, για να λάβει τελικά μία σύνταξη αναξιοπρεπή? Με τριακόσια και τετρακόσια ευρώ το μήνα, ποιες ανάγκες του να πρωτοκαλύψει? Ίσα ίσα που καταφέρνει να εξασφαλίσει τον άρτο, αφού για θεάματα ούτε λόγος.
    Έκατσαν, λοιπόν, κάποιοι ηλικιωμένοι και σκέφτηκαν. Από τη μια μεριά η εμπειρία, από την άλλη η ανάγκη, τη λύση τη σκαρφίστηκαν. Μάζεψαν τα λιγοστά τους υπάρχοντα και μετανάστευσαν στην κοντινή μας Βουλγαρία, εκεί όπου το νόμισμά μας διπλασιάζεται και οι χαρές αβγαταίνουν. Εκεί όπου όλα είναι φθηνά. Τα τρόφιμα, το φως, το νερό, οι ιατρικές υπηρεσίες. Έτσι, εξασφάλισαν μια καθημερινότητα απλή, δίχως ανησυχίες και σκοτούρες, ακριβώς όπως πρέπει να είναι η ζωή για έναν ηλικιωμένο, που εργάστηκε πολλά χρόνια με σκοπό να ξαποστάσει κάποια στιγμή και να απολαύσει τους κόπους του.
   Στην αντίπερα όχθη, οι νέοι, που τώρα ξεκινάνε. Σπουδές, όνειρα, στόχους, σταδιοδρομίες. Αντιμέτωποι με μία ευτελή εργασιακή πραγματικότητα και ένα μέλλον ζοφερό. Πώς να ζήσει ένας νέος με το μισθό των πεντακοσίων ενενήντα δύο ευρώ? Εγκλωβισμένος σε καταστάσεις αναξιοκρατικές και αδιαφανείς. Που αν δεν είσαι διατεθειμένος να ταυτιστείς δουλοπρεπώς με κομματικές ιδεολογίες, σεξιστικές απόψεις και κλίκες παρακμιακές, είναι βέβαιο ότι θα παραγκωνισθείς.
   Μάζεψαν, λοιπόν, κι αυτοί το νεανικό τους βιος και πήραν των ομματιών τους. Άλλοι κίνησαν για Γαλλία, άλλοι για Αγγλία, άλλοι για Αμερική κι άλλοι για Αυστραλία. Σε χώρες που δίνουν ευκαιρίες και που ο ταλαντούχος αναγνωρίζεται και του ανοίγεται ο δρόμος να διαπρέψει. Που τον επιβραβεύουν για το ταλέντο του και οικονομικά, μα και ηθικά.
   Η ιστορία κάνει κύκλους κι επαναλαμβάνεται. Μεταναστεύαμε τότε, μεταναστεύουμε και τώρα. Για τους ίδιους λόγους πάνω-κάτω, μα με διαφορετικές προοπτικές. Σίγουρα για μία καλύτερη ζωή, για ένα καλύτερο μέλλον. Κι ας είναι μακριά από την πατρίδα. Άλλωστε, είναι γνωστό χρόνια τώρα ότι αυτή η πατρίδα τα παιδιά της τα εκλεκτά και τα πρωτοπόρα τα τρώει.
   Ως πότε?

Ματίνα Βεντούρα / matventura777@gmail.com

Άλκη Ζέη: Η Συγγραφέας των παιδιών

    
   «Το καπλάνι της βιτρίνας», «Ο μεγάλος περίπατος του Πέτρου», «Τα παπούτσια του Αννίβα», «Η αρραβωνιαστικιά του Αχιλλέα», «Η Κωνσταντίνα και οι αράχνες της», «Ο ψεύτης παππούς», είναι μερικοί μόνο από τους τίτλους των βιβλίων της συγγραφέως Άλκης Ζέη. Βιβλία που μεγάλωσαν γενιές και γενιές, όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά και σε πολλές άλλες χώρες ανά τον κόσμο, αφού αρκετά από τα βιβλία της κ. Ζέη έχουν μεταφραστεί και κυκλοφορήσει εκτός των ελληνικών συνόρων.
   Στις 15 Οκτωβρίου, η συγγραφέας επισκέφθηκε τη Λευκάδα, προσκεκλημένη της Διεύθυνσης και του Συλλόγου Γονέων και Κηδεμόνων του 4ου Δημοτικού Σχολείου. Σύμφωνα με το πρόγραμμα, το πρωί συναντήθηκε με τους μικρούς μαθητές, οι οποίοι της έθεσαν ερωτήσεις σε σχέση με τα βιβλία και τη λογοτεχνία, και το απόγευμα της ίδιας ημέρας η κ. Ζέη συνάντησε τους γονείς, στην εκδήλωση που διοργανώθηκε με θέμα: «Παιδί και Λογοτεχνία», όπου οι γονείς διατύπωσαν και αυτοί με τη σειρά τους τις δικές τους απορίες. Κάπου εκεί, στο μεταξύ, συνάντησα κι εγώ την κ. Ζέη.   

- Μ.Β.: Κυρία Ζέη, καλώς ήλθατε.
- Α.Ζ.: Καλώς σας βρήκα στη Λευκάδα.   

- Μ.Β.: Σήμερα το πρωί συναντηθήκατε με τους μικρούς μαθητές του 4ου Δημοτικού Σχολείου. Ποια είναι η εντύπωση που διαμορφώσατε, βάσει της συζήτησης που είχατε με τα παιδιά?  
- Α.Ζ.: Ήταν πολύ καλή. Βέβαια, εγώ δεν γράφω για τα μικρότερα παιδιά. Οι μαθητές, όμως, της πέμπτης και της έκτης δημοτικού ήταν πολύ συγκροτημένοι και έκαναν ενδιαφέρουσες ερωτήσεις.  

- Μ.Β.: Αυτό που μου έχει κάνει εντύπωση στα βιβλία σας είναι ότι απευθύνονται σε παιδιά ηλικίας από δέκα ετών και πάνω. Συγκεκριμένα, στον «Ψεύτη Παππού» λέτε ότι είναι για αναγνώστες από 11 έως 111 ετών. Ποια είναι τα όρια που χωρίζουν την παιδική και την εφηβική λογοτεχνία από την ενήλικη?  
- Α.Ζ.: Τα όρια της εφηβικής λογοτεχνίας είναι έως τα δεκαέξι. Τα παιδιά, βέβαια, που συνηθίζουν να διαβάζουν, μπορούν μετά από την ηλικία αυτή, να αρχίσουν να διαβάζουν βιβλία για μεγάλους. Εμένα, όμως, μου αρέσει να γράφω για παιδιά ηλικίας από δέκα ετών και πάνω. Είχα εντυπωσιαστεί από μία αστυνομική ταινία, αγγλική, που είχα δει. Σε αυτή την ταινία ήταν όλα γυρισμένα από το ύψος ενός παιδιού δέκα χρονών, το οποίο το μόνο που είχε καταφέρει να δει ήταν τα πόδια του δολοφόνου. Σύμφωνα με το μπόι του παιδιού, είχαν γίνει και οι λήψεις του φιλμ. Κι αυτό, με έκανε να σκεφθώ ότι όλα πρέπει να τα βλέπω σαν να είμαι το ίδιο το παιδί, των δέκα, των δώδεκα χρονών. Να μπαίνω μέσα στο πετσί του παιδιού και να αντιδρώ όπως θα αντιδρούσε ένα παιδί αυτής της ηλικίας. Να μην φαίνομαι εγώ από πίσω.    

- Μ.Β.: Ποια ήταν η αρχική σας ανάγκη και η έμπνευση εκείνη που σας ώθησαν στο γράψιμο?   
- Α.Ζ.: Από μικρή ήμουν ένα παιδί σιωπηλό που είχε, όμως, μια αδελφή φλύαρη, η οποία δεν μου άφηνε πεδίο ελεύθερο. Τόσο που με νόμιζαν και κουτή και μ’ έλεγαν «’Αλκη-Αλκούλι» και με φώναζαν «κουτοπούλι», και μάλιστα εγώ υπερηφανευόμουν γι’ αυτό. Αλλά ένας θείος μου παντρεύτηκε μία κοπέλα δημοσιογράφο, η οποία αργότερα έγινε η γνωστή μας συγγραφέας Διδώ Σωτηρίου, και η οποία μου είπε ότι μπορώ να γράψω τις σκέψεις μου. Αυτό μου άρεσε πάρα πολύ και προσπάθησα από πολύ μικρή να γράψω τις σκέψεις μου. Κι έτσι εξελίχθηκα μετά.

- Μ.Β.: Ποια είναι τα μηνύματα που θέλετε να περνάτε στα παιδιά μέσα από κάθε σας βιβλίο?   
- Α.Ζ.: Η λέξη μήνυμα δεν μου αρέσει καθόλου. Ειδικά όταν τους ρωτάνε στο σχολείο «τι μήνυμα βγάζεις από αυτό το βιβλίο». Αυτό που θέλω εγώ να γράψω είναι ιστορίες. Επειδή έχω ζήσει ένα μεγάλο πόλεμο, μία αντίσταση, δύο εμφυλίους πολέμους, έχω υπάρξει δύο φορές πολιτική εξόριστος, έχω μια πλούσια ζωή. Και θέλω αυτή τη ζωή να τη γράψω, όπως θα την ζούσε ένα παιδί. Και μέσα από τα μάτια αυτού του παιδιού, να δουν τα σημερινά παιδιά μία άλλη εποχή. Εποχές, δηλαδή, που σφράγισαν τον τόπο μας.

- Μ.Β.: Υπάρχει μία συνταγή που μπορεί να ακολουθήσει κάποιος για να γράψει ένα επιτυχημένο βιβλίο?   
- Α.Ζ.: Δεν μπορώ να δώσω εγώ καμιά τέτοια συνταγή. Να είναι αληθινό και κυρίως αυτό που σας είπα. Ότι το παιδί πρέπει να είναι παιδί. Πράγμα που για εμένα το είχε καταφέρει πρώτη η Πηνελόπη Δέλτα.

- Μ.Β.: Έχετε δηλώσει ότι δεν μπορείτε να γράψετε για ένα θέμα, αν πρωτύτερα δεν το έχετε ζήσει από κοντά. Πόσο δύσκολη και χρονοβόρα είναι αυτή η διαδικασία?   
- Α.Ζ.: Κάθε φορά, επιδιώκω να έχω ζήσει από κοντά το θέμα μου. Για παράδειγμα στην περίπτωση της «Κωνσταντίνας», αν δεν ήμουν τρία χρόνια στο Κεντρικό Συμβούλιο του ΚΕΘΕΑ, αν δεν είχα γνωρίσει πολλά παιδιά και δεν είχα κουβεντιάσει μαζί τους και με τους γονείς τους, δεν θα μπορούσα να είχα γράψει γι’ αυτό το θέμα των ναρκωτικών. Πρέπει να το ξέρω πολύ καλά το θέμα μου για να γράψω. Να έχω ζήσει το περιβάλλον.   

- Μ.Β.: Από ότι καταλαβαίνω είναι μία διαδικασία που σας γοητεύει.   
- Α.Ζ.: Ναι, πολύ. Αν με ενδιαφέρει κάτι, μου αρέσει να το δω από κοντά.

- Μ.Β.: Πώς βλέπετε τα σημερινά Ελληνόπουλα?     
- Α.Ζ.: Τα παιδιά μας, σε σχέση με παιδιά άλλων χωρών, είναι λιγάκι κακομαθημένα. Τα δικά μου τα παιδιά έχουν πάει σχολείο στη Γαλλία και τα εγγόνια μου στις Βρυξέλλες. Σε δημόσια σχολεία. Αυτό που παρατηρώ είναι ότι δεν σκέφτονται να φορέσουν ένα πουλόβερ ή ένα παπούτσι μάρκας. Δεν ξεχωρίζεις το παιδί του υπουργού από το παιδί του θυρωρού. Είναι όλα μαζί· και δεν τους προσφέρουν οι γονείς περισσότερα από ό,τι έχουν. Σε αντίθεση με τους Έλληνες που κοιτάνε να ντύσουν το παιδί πιο ακριβά. Εκεί δεν γίνονται τέτοια πράγματα. Οπότε δεν μαθαίνουν τα παιδιά αυτήν την κοινωνία της κατανάλωσης που μαθαίνουν από πολύ μικρά τα Ελληνόπουλα.  

- Μ.Β.: Θεωρείτε ότι τα σημερινά παιδιά, εδώ στην Ελλάδα, έχουν χρόνο να διαθέσουν στην ανάγνωση λογοτεχνικών βιβλίων?     
- Α.Ζ.: Η αλήθεια είναι ότι δεν έχουν, γιατί είναι πάρα πολύ πιεσμένα. Και όχι μόνο από το σχολείο, αλλά και από τους γονείς, οι οποίοι θέλουν τα παιδιά τους να κάνουν και μπαλέτο, και χιπ χοπ και πάλη ιαπωνική, και πολλά άλλα πράγματα. Και δυο τρεις γλώσσες. Είναι πολλά αυτά για ένα παιδί και στο τέλος ακούς το παιδί να λέει «Αϊ στο καλό! Θα μου δώσεις και βιβλίο από πάνω να διαβάσω;». Το βιβλίο πρέπει να είναι μια ξεκούραση για το παιδί.    

- Μ.Β.: Τι μπορεί να γίνει, λοιπόν, ώστε να αποφορτιστούν τα παιδιά και να μπορέσουν να αξιοποιήσουν το χρόνο τους δημιουργικά, διαβάζοντας ένα βιβλίο λογοτεχνίας?    
- Α.Ζ.: Πάντα, επαφιόμαστε στον πατριωτισμό των δασκάλων. Γυρνώντας την Ελλάδα απ’ άκρη σ’ άκρη, έχω διαπιστώσει ότι αν ένας δάσκαλος έχει πάθος για τα βιβλία, θα το μεταδώσει και στα παιδιά. Ένας Άγγλος συγγραφέας ο Ρόμπερτ Νταλ, που δεν ζει πια, είχε πει ότι «Μην μου λένε ότι δεν βρίσκουν χρόνο για διάβασμα. Ήξερα μία γυναίκα που ήταν παντρεμένη, είχε τρία παιδιά, δούλευε, είχε εραστή, κι όμως πρόφταινε να διαβάζει βιβλία».     

- Μ.Β.: Έχετε δηλώσει ότι η απόλυτη ησυχία και η μοναξιά δεν σας βοηθούν στο γράψιμο. Ποιοι είναι εκείνοι οι ήχοι που ενθαρρύνουν την έμπνευσή σας?     
- Α.Ζ.: Όταν βρίσκομαι στις Βρυξέλλες, που είναι η κόρη μου και τα εγγόνια μου, ενώ το σπίτι είναι πολύ μεγάλο και έχω στη διάθεση μου και υπνοδωμάτιο και ξέχωρο γραφείο, εγώ παίρνω το κομπιούτερ μου και κατεβαίνω στον πρώτο όροφο όπου είναι η τραπεζαρία, γιατί θέλω να τους ακούω να περνάνε και να ανεβοκατεβαίνουν. Σαν το πέταγμα της πεταλούδας. Θέλω να τους νιώθω γύρω μου. Δεν θέλω, δεν μου χρειάζεται η απομόνωση. Αν πάω στο σπίτι μου στο Πήλιο, όπου τρέχουν τα ρυάκια και λαλούν τα πουλάκια, και καθήσω μόνη μου να γράψω, δεν θα γράψω ποτέ. Ίσως επειδή έχω συνηθίσει με τις τόσες αλλαγές που έχουμε κάνει σε πόλεις, σε χώρες, να μένουμε σε περιορισμένα σπίτια κι εμένα ο χώρος εργασίας μου να είναι η κουζίνα, όπου μαγείρευα κιόλας, κι έχω μάθει να δουλεύω με θόρυβο. Στο Παρίσι έβγαινα κι έγραφα και σε καφενεία.     

- Μ.Β.: Πώς είναι η καθημερινότητα μιας συγγραφέως?     
- Α.Ζ.: Διαφέρει από άνθρωπο σε άνθρωπο. Εγώ δουλεύω το πρωί και το βράδυ θέλω να βρεθώ με φίλους να πάμε στον κινηματογράφο, στο θέατρο. Άλλοι τον καιρό που γράφουν θέλουν να είναι απομονωμένοι και να μην συναναστρέφονται κανέναν. Είναι ανάλογα με την ιδιοσυγκρασία του καθενός. 

- Μ.Β.: Αυτό τον καιρό έχετε στα σκαριά κάποιο καινούργιο βιβλίο?     
- Α.Ζ.: Ετοιμάζω στο μυαλό μου κάτι. Σκοπεύω να πάω για λίγο καιρό στις Βρυξέλλες. Όταν θα πάω, θα αρχίσω. Από το ένα βιβλίο στο άλλο δεν κάνω λιγότερο από πέντε χρόνια. Θέλω να ξεαγαπήσω τους ήρωες μου. Την «Κωνσταντίνα» την είχα τόσο αγαπήσει, που δεν μπορούσα να την αποχωριστώ. Μάλιστα, πέρυσι το χειμώνα που πήγα σε αυτή τη μικρή πόλη της Γερμανίας, το Άαχεν, όπου έχω την «Κωνσταντίνα» να ζει, νόμιζα ότι την έβλεπα από ένα δρομάκι να έρχεται.         

- Μ.Β.: Κυρία Ζέη, σας ευχαριστώ πολύ. Ελπίζω να μας ξαναέρθετε.     
- Α.Ζ.: Κι εγώ. Θέλω να έρθω μια φορά στη Λευκάδα, και να έχω το χρόνο να τη δω.

   Μετά από τη γνωριμία μου με την κ. Ζέη, επέστρεψα στο σπίτι, όπου έσπευσα στην προσωπική μου βιβλιοθήκη. Εκεί, ανάμεσα σε τόσα άλλα βιβλία, «Το καπλάνι της βιτρίνας» κατείχε περίοπτη θέση. Και αν και πάει καιρός από την εποχή που το πρωτοδιάβασα, είπα να το ξαναθυμηθώ!

Ματίνα Βεντούρα / matventura777@gmail.com 

Παρασκευή 15 Οκτωβρίου 2010

Οι καλλιτέχνες συναντάνε το κοινό τους





   
   Στις 25 Σεπτεμβρίου πραγματοποιηθήκαν στην Πινακοθήκη Αβέρωφ, στο κοντινό μας Μέτσοβο, τα επίσημα εγκαίνια των «Δημιουργικών Συναντήσεων», θεσμού που μετρά ήδη μία δεκαπενταετία και διοργανώνεται ανά διετία, φιλοξενώντας κάθε φορά σημαντικούς καλλιτέχνες.
   Το νόημα των «Δημιουργικών Συναντήσεων» είναι η συνάντηση των καλλιτεχνών με το κοινό, με απώτερο σκοπό την ανταλλαγή απόψεων και τη δημιουργική τους αλληλεπίδραση, σε ένα διαφωτιστικό αλισβερίσι για όλους τους συμμετέχοντες.  
   Ετούτη τη φορά, συναντήθηκαν με τους επισκέπτες της Πινακοθήκης, τρεις καταξιωμένοι γλύπτες, που έλκουν την καταγωγή τους από την Ήπειρο, ο κ. Θόδωρος Παπαγιάννης, ο κ. Κυριάκος Ρόκος και ο κ. Γιώργος Χουλιαράς.
   Η συγκεκριμένη έκθεση, που ονομάστηκε «Γλυπτική: Δουλεύοντας στο Χώρο», άνοιξε τις πόρτες της για το κοινό το τελευταίο δεκαήμερο του Αυγούστου, οπότε οι τρεις γλύπτες κλήθηκαν να εργαστούν στην αυλή της Πινακοθήκης, με κοινό υλικό επεξεργασίας το ξύλο. Έδωσαν υπόσταση καλλιτεχνική σε ένα κομμάτι ξύλο- κυρίαρχο στοιχείο του Μετσοβίτικου τοπίου-, δουλεύοντας υπό τα περίεργα κι απορημένα βλέμματα των επισκεπτών της Πινακοθήκης. Ήταν εκείνες τις ημέρες της υπαίθριας δημιουργίας, που οι γλύπτες συναντήθηκαν με το κοινό, απαντώντας σε ερωτήσεις του, εμπνεόμενοι ίσως από κάποιες παρορμήσεις του, με απτά αποτελέσματα τα ξύλινα καλλιτεχνήματα τους, που τελικά έσμιξαν με τη μόνιμη συλλογή της Πινακοθήκης.
   Δεν είχα την τύχη να τους δω εν δράσει. Κατάφερα, όμως, να είμαι εκεί, στην αξιολογότατη Πινακοθήκη Αβέρωφ, την ημέρα της τέλεσης των επίσημων εγκαινίων, των οποίων η έναρξη πραγματοποιήθηκε με τη βράβευση, από το Ίδρυμα Αβέρωφ, του τιμητή της τέχνης και του πολιτισμού κ. Γιάννη Σ. Κωστόπουλου. Το βραβείο δόθηκε από τη γνωστή δημοσιογράφο της «Καθημερινής»- και βραβευθείσα επίσης από το Ίδρυμα προ διετίας- κ. Ελένη Μπίστικα, και παρελήφθη από την ιστορικό τέχνης κ. Κατερίνα Κοσκινά, εκπρόσωπο του κ. Κωστόπουλου.
   Πολλοί ήταν εκείνοι που επισκέφθηκαν την Πινακοθήκη την ημέρα αυτή των εγκαινίων. Μεταξύ αυτών, πολιτικοί παράγοντες του τόπου, όπως ο Νομάρχης Ιωαννίνων κ. Καχριμάνης, ο Δήμαρχος Μετσόβου κ. Τζαφέας, ο υποψήφιος Δήμαρχος Ιωαννίνων κ. Φίλιος, και αρκετοί καλλιτέχνες και εικαστικοί που ταξίδεψαν από την Αθήνα αποκλειστικά για να δουν την έκθεση. Εκεί, ήταν και ο κ. Γείτονας, των ομώνυμων εκπαιδευτηρίων, Ηπειρώτης στην καταγωγή και γνωστός φιλότεχνος.   
   Μετά το επίσημο τελετουργικό, περιηγηθήκαμε στην έκθεση, η οποία οφείλω να ομολογήσω ότι ήταν στημένη κατά τέτοιο τρόπο, ώστε να αναδεικνύεται το κάθε έργο ακριβώς όπως του άξιζε. Υπεύθυνη για την αρτιότητα του αποτελέσματος είναι η επιμελήτρια της έκθεσης κ. Κατερίνα Σταθοπούλου, η οποία αναφέρθηκε στις «Δημιουργικές Συναντήσεις 2010» και την ανταπόκριση του κόσμου λέγοντας: «Η έκθεση αποτελείται ουσιαστικά από τρεις, μικρές, αναδρομικές εκθέσεις. Ο κάθε γλύπτης εκθέτει μία αντιπροσωπευτική ενότητα έργων από το 1971 μέχρι και σήμερα. Παράλληλα, με την έκθεση πραγματοποιήθηκε και το ανοιχτό εργαστήρι, που διήρκησε τρεις εβδομάδες, κατά τις οποίες οι καλλιτέχνες φιλοτέχνησαν ένα πρωτότυπο έργο από ξύλο, που με την αφορμή των εγκαινίων ενσωματώθηκαν στην έκθεση. Μέχρι τώρα, η προσέλευση του κόσμου ήταν μεγάλη, τόσο από την τοπική κοινωνία του Μετσόβου, που πραγματικά αγκάλιασε αυτή την προσπάθεια της Πινακοθήκης, όσο και από τους επισκέπτες της περιοχής. Μικροί, μεγάλοι έδιναν καθημερινά το «παρών» στην αυλή της Πινακοθήκης, για να παρατηρήσουν την εξέλιξη των έργων και να μιλήσουν με τους καλλιτέχνες. Εκδηλώθηκε μεγάλο ενδιαφέρον και από το πανελλαδικό κοινό της Πινακοθήκης».
   Το ίδιο απόγευμα, οι τρεις γλύπτες μας περίμεναν στο χώρο της Πινακοθήκης για να μας ξεναγήσουν, σε μία ακόμη δημιουργική συνάντηση, που πραγματικά απολαύσαμε, όλοι όσοι συμμετείχαμε.
   
   Ο κ. Θόδωρος Παπαγιάννης, γλύπτης και ομότιμος καθηγητής της Ανώτατης Σχολής Καλών Τεχνών (ΑΣΚΤ), έχοντας συγκεντρώσει από καιρό- με περίσσια υπομονή και φαντασία- τα αποκαΐδια από τις καταστροφές που έγιναν στο χώρο του Πολυτεχνείου κατά την επέτειο της 17ης Νοεμβρίου, καθώς και διάφορα σκουπίδια κι ανακυκλώσιμα υλικά, δημιούργησε υπερμεγέθεις κι εμβληματικές μορφές, αφιερωμένες στους ξενιτεμένους και βαριοδουλεμένους της Ηπείρου, αρκετοί από τους οποίους πρόκοψαν στην ξενιτιά, ευεργετώντας στη συνέχεια τις γενέτειρες τους. Σε επόμενο φύλλο της εφημερίδας, θα φιλοξενηθεί η συνέντευξη που μου παραχώρησε ο κ. Παπαγιάννης, ένας γλύπτης με πλούσιο καλλιτεχνικό έργο, πρωτεργάτης των περίφημων «Συμποσίων Γλυπτικής» που διοργανώνονται ανά την Ελλάδα, αλλά και εμπνευστής ενός ξεχωριστού Μουσείου που δημιουργήθηκε στο Ελληνικό Ιωαννίνων του Δήμου Κατσανοχωρίων. 
    
   Ο κ. Κυριάκος Ρόκος, γλύπτης και τακτικός καθηγητής στη σχολή Συντήρησης Αρχαιοτήτων και Έργων Τέχνης του ΤΕΙ Αθηνών, μας συνεπήρε με τις αφηγήσεις των παραμυθο-ιστοριών του, που ακροβατούσαν μεταξύ φαντασίας και πραγματικότητας. Ένας καλλιτέχνης παρορμητικός που ξεκινά το κάθε έργο του χωρίς σκοπό και πλάνο τελικό, καθοδηγούμενος από τα συναισθήματα και τον αυθορμητισμό του. Υπέροχη ήταν και η περιγραφή του έργου του- που δημιούργησε εμπνεόμενος από τις μυρωδιές της περιρρέουσας ατμόσφαιρας -, το οποίο παρίστανε την «Άνοδο του Μηδενικού».            
    
   Ο κ. Γιώργος Χουλιαράς, γλύπτης και τακτικός καθηγητής της ΑΣΚΤ, ψηλαφώντας το ξύλο- υλικό με το οποίο δούλεψε ουσιαστικά για πρώτη φορά- διαισθάνθηκε την ανάγκη του να λάβει υπόσταση θηλυκή. Σμίλεψε, λοιπόν, στο ξύλο ένα κορμί γυναικείο, γοητευτικό, ντύνοντας το με σιέλ ανταύγειες και φύλλα σιδήρου. Αίσθηση έκανε η συγκεκριμένη δημιουργία, που αν και ήμασταν στην καρδιά της Ηπείρου, έφερε μία αύρα θαλασσινή. Πολλές, διαφορετικές αναγνώσεις διατυπώθηκαν από τους παρευρισκομένους για το γλυπτό του κ. Χουλιαρά. Αυτή είναι, άλλωστε, και η επιτυχία της τέχνης! Να προσθέσω εδώ ότι ο κ. Χουλιαράς φιλοτέχνησε και μία σκάλα, απέναντι από το κτήριο της Πινακοθήκης, «για να μείνει και να λειτουργήσει στο χώρο», όπως χαρακτηριστικά μας είπε.                  
    
   Συγχαρητήρια αξίζουν σε όλους τους! Τόσο στους γλύπτες, που ήταν έκδηλα το μεράκι και η αγάπη για την τέχνη τους, μα και η υπερηφάνεια για την ηπειρωτική τους καταγωγή, όσο και στους διοργανωτές της έκθεσης. Την κ. Τατιάνα Αβέρωφ-Ιωάννου, Πρόεδρο του Ιδρύματος Ε.Αβέρωφ-Τοσίτσα, τον κ. Σωτήρη Ιωάννου- Πρόεδρο του «Κατώγι-Αβέρωφ», οινοποιείου και πρότυπου ξενοδοχείου-, την κ. Κατερίνα Σταθοπούλου, την κ. Μπέττυ Καρατζά, και όλους τους συνεργάτες τους, που ήταν άξιοι οικοδεσπότες.
   Η κ. Τατιάνα Αβέρωφ-Ιωάννου, μας μίλησε για τη μόνιμη συλλογή της Πινακοθήκης: « Η μόνιμη
συλλογή της Πινακοθήκης Αβέρωφ περιλαμβάνει έργα Ελλήνων καλλιτεχνών του 19ου, 20ου και 21ου αιώνα. Είναι μία σημαντική συλλογή, που μέσα από αυτήν μπορεί ο επισκέπτης να περπατήσει όλη την ιστορία της νεοελληνικής τέχνης. Μπορεί να δει όλους τους μεγάλους και σημαντικούς καλλιτέχνες από τις αρχές της νεοελληνικής τέχνης, όπως τους Γύζη, Λύτρα, Παρθένη, μέχρι και τους πιο σύγχρονους. Είναι μία πολύ καλή συλλογή που δεν τη βρίσκει κάποιος εύκολα εκτός Αθηνών. Μία μόνιμη συλλογή με σπουδαίο πλούτο και εύρος».

   Η Συλλογή της Πινακοθήκης Αβέρωφ είναι πραγματικά εξαιρετική. Περιλαμβάνει μοναδικά έργα, μεγάλης ομορφιάς και σπουδαιότητας. Συμβάλλει δε στην αποκέντρωση της τέχνης, που τόσο αναγκαία είναι στις μέρες μας, αποδεικνύοντας ότι η φύση και η τέχνη δένουν, συνυπάρχοντας αρμονικά .
   Αξίζει, λοιπόν, να ταξιδέψουμε μέχρι το Μέτσοβο συνδυάζοντας την επιθυμία μας για ξεκούραση και αναψυχή, με μία επίσκεψη στην Πινακοθήκη Αβέρωφ.
   Η έκθεση «Γλυπτική: Δουλεύοντας στο Χώρο», των Παπαγιάννη, Ρόκου και Χουλιαρά, μας περιμένει μέχρι και τις επτά Δεκεμβρίου. 

Ματίνα Βεντούρα / matventura777@gmail.com   

Μαγειρέματα...

   Απ' άκρη σ' άκρη της Ελλάδας, όλοι κάτι μαγειρεύουν. Άλλοι κρατάνε κουτάλες ανακατεύοντας σούπες βελουτέ, κι άλλοι συνταιριάζουν συμφέροντα δημιουργώντας εύπεπτα ψηφοδέλτια.
    Από τη μια μεριά τα πρώτα κρύα του Φθινοπώρου και η έναρξη των καθημερινών υποχρεώσεων γονέων και τέκνων, από την άλλη η οικονομική κρίση που λίγο πολύ μας έχει επηρεάσει όλους- πρακτικά, μα κυρίως ψυχολογικά-, ο κόσμος μαζεύτηκε στα σπίτια του. Και μοιραία για την καθημερινή του διασκέδαση επέλεξε τη φθηνή, προσιτή λύση της τηλεόρασης, η οποία φέτος έχει κατακλυσθεί από προγράμματα με θέμα και περιεχόμενο αποκλειστικά μαγειρικό. Σε μία εκπομπή διαγωνίζονται ερασιτέχνες μάγειρες, σε άλλη επαγγελματίες, σε κάποια άλλη άγνωστος τραπεζώνει άγνωστο, και πάει λέγοντας. Τηλεοπτικά προγράμματα οικονομικά, απλά και ουδόλως ευφάνταστα, που, όμως, καταφέρνουν να αιχμαλωτίσουν το ενδιαφέρον και την προσοχή του κοινού, μιας και ο Έλληνας όσο κι αν φάει... πάντα θα πεινάει.
    Δικαιολογημένα, αφού το φαγητό- μία από τις ολίγες απολαύσεις που μας έχουν απομείνει- παραμένει διαχρονικά θελκτικό. Οπότε, είναι λογικό ο νεοέλληνας να έχει επηρεαστεί από όλο αυτό το συρφετό των εκπομπών, των συνταγών, των υλικών που μπαίνουν στα σπίτια μας καθημερινά, γαργαλώντας μας σχεδόν τα ρουθούνια.
   Πήραμε, λοιπόν, όλοι τα κατσαρολικά και τα τηγάνια μας ανά χείρας και επιδοθήκαμε σε ατελείωτα μαγειρέματα. Φτιάχνοντας μαρμελάδες σπιτικές, πανακότες ιταλικές, κρεμμυδόσουπες γαλλικές, και το μενού διαρκώς διευρύνεται με παραλλαγές λαχταριστές και νοστιμιές εξωτικές. 
   Είναι ωραίο που μαγειρεύουμε. Ειδικά, όταν το κάνουμε με αγάπη και μεράκι, για να τέρψουμε τους εκλεκτούς μας. Άλλωστε, πολλά περνάνε από το στομάχι. Ο έρωτας, η οικογενειακή γαλήνη, η υγιής ανάπτυξη των παιδιών, και γενικότερα η σύσφιξη των σχέσεων, οικογενειακών, προσωπικών, επαγγελματικών και άλλων. Απλά, να επιστήσω την προσοχή σας στον κίνδυνο της πάχυνσης που ελλοχεύει, ο οποίος σε εμάς τους Έλληνες ειδικά ρίχνει ψήφο εμπιστοσύνης.
   Και μιλώντας για ψήφους, θα περάσω από τα κουζινικά μαγειρέματα, σε εκείνα του πολιτικού στίβου, εν όψει εκλογών. Εκεί, παρατηρείται μαγειρικός οργασμός. Κουτάλες, σπάτουλες, μα κυρίως μαχαίρια και πιρούνια έχουν την τιμητική τους. Δουλεύουν διπλοβάρδιες.
   Υποψήφιοι με νεοφιλελεύθερο προφίλ και σοφιστικέ προεκτάσεις, που συμπεριλαμβάνουν στα ψηφοδέλτιά τους χαλαρές επιλογές, στην προσπάθειά τους να κερδίσουν μία μερίδα πληθυσμού που ουσιαστικά απαξιώνουν. Άλλοι πάλι που ναι μεν σου χαμογελούν, μα με μια δεύτερη ματιά παρατηρείς ότι πρόκειται για ένα χαμόγελο παγωμένο, τυπικό, που δεν έχει τη ζεστασιά του πηγαίου και του αυθόρμητα ευγενικού.  
    Ειλικρινά, μελετώντας κάποια ψηφοδέλτια μου σφίχτηκε η καρδιά και μου κόπηκε- κυριολεκτικά, όμως- η όρεξη. Κι αυτό, σπάνια μου συμβαίνει. Τέτοια ήταν η δυσφορία και η απογοήτευσή μου.
    Πώς γίνεται να διεκδικούν την ψήφο μας- τουτέστιν την εμπιστοσύνη μας- άνθρωποι που δεν μπορούν να ορίσουν καλά καλά τον ίδιο τους τον εαυτό? Άνθρωποι που στερούνται αισθητικής, κοινής λογικής και στοιχειώδους αντίληψης. Άνθρωποι που δεν είναι ικανοί να θωρακίσουν την ατομικότητά τους, παρά εκτίθενται, έρμαια των ανασφαλειών και των συμπλεγματικών τους υπάρξεων.
   Τέτοια δίψα για εξουσία και επιβολή, πια?
   Γι' αυτό, θέλει μεγάλη προσοχή η ψήφος που θα ρίξουμε. Να είναι συνετή κι απαλλαγμένη από ιδιοτέλειες, μικρότητες και ευτελείς σκοπιμότητες.     
   Ας φανταστούμε την πολιτική και τη διοίκηση του τόπου σαν μια κουζίνα. Ο επικεφαλής μάγειρας πρέπει να φέρει συγκεκριμένα χαρακτηριστικά. Φαντασία, φινέτσα, έμφυτη ευγένεια, υγιή φιλοδοξία, ψυχραιμία, και απαράμιλλη ικανότητα ενορχηστρώσεως.
   Πάνω απ' όλα, όμως, πρέπει να είναι χορτάτος. Γιατί μόνο ο άνθρωπος ο καλοταϊσμένος, ο αυτάρκης, διαθέτει την ηρεμία να σκεφθεί και να πράξει ορθά. Είθε, λοιπόν, να αναδειχθεί.
   Μα ό,τι κι αν συμβεί, η κουζίνα καλά κρατεί! Όσες κι αν είναι οι απογοητεύσεις και οι στενάχωρες οι σκέψεις, ένα φαγάκι ευωδιαστό αρκεί, για να μας αλλάξει τη ζωή!!!

Ματίνα Βεντούρα / matventura777@gmail.com

Παρασκευή 8 Οκτωβρίου 2010

Νίκος Βλάχος: Ένας Λευκαδίτης με ροκ διάθεση, στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών



   Στις δεκαεπτά Σεπτεμβρίου, στον κήπο του Μεγάρου Μουσικής Αθηνών, εμφανίστηκαν τρία νεανικά μουσικά συγκροτήματα: οι «ROSE BLEED», οι «BLUE JAZZ FICTION» και οι «MUSICA FICTA». Μέλος των «MUSICA FICTA» είναι και ο Λευκαδίτης μουσικός Νίκος Βλάχος. Τον συνάντησα, σε μία συνέντευξη νεανική κι ανήσυχη, όπως αρμόζει σε έναν καλλιτέχνη που ροκάρει!     

- Μ.Β.: Νίκο, γεια σου. Πες μας λίγα λόγια για το συγκρότημα «MUSICA FICTA». Από ποιους αποτελείται? 
- Ν.Β.: Το συγκρότημα «MUSICA FICTA» αποτελείται από τον Απόλλωνα Ρέτσο, ο οποίος είναι τραγουδιστής, κιθαρίστας και ο συνθέτης όλων των κομματιών που παίζει το συγκρότημα. Ο Απόλλωνας ίδρυσε το γκρουπ το 2005- όταν ήταν ακόμη στο σχολείο- το οποίο εξελίχθηκε σιγά σιγά μέχρι να πάρει τη σημερινή του μορφή και συνεχώς εξελίσσεται, όπως συμβαίνει άλλωστε σε κάθε γκρουπ. Στα τύμπανα είναι ο Κώστας ο Χαλιώτης και στο βιολί η Ειρήνη Μπιλίνη – Μωραΐτη. Βασικά, το γκρουπ παίζει λίγο περίεργη μουσική. Κινείται στα παρακλάδια της ροκ. Εναλλακτική ροκ θα τη λέγαμε, με στίχο αγγλικό. Η θεματολογία αφορά σε πράγματα της καθημερινότητας που απασχολούν όλους τους ανθρώπους.

- Μ.Β.: Ο δικός σου ο ρόλος στο συγκρότημα, ποιος είναι?  
- Ν.Β.: Παίζω μπάσο, ηλεκτρικό και κοντραμπάσο. Πρώτη φορά, συμμετείχα πέρυσι σε δύο συναυλίες με τους «MUSICA FICTA». Η μία από αυτές ήταν πάλι στο Μέγαρο Μουσικής, σε μία συναυλία για τα παιδιά που είχε διοργανώσει η UNICEF.  

- Μ.Β.: Ποιος φορέας οργάνωσε τη συναυλία που εμφανιστήκατε πρόσφατα στον κήπο του Μεγάρου?  
- Ν.Β.: Είναι μία πρωτοβουλία του Μεγάρου Μουσικής, στο πλαίσιο μιας σειράς εκδηλώσεων που ονομάζεται «Γέφυρες» και έχει ως σκοπό να φέρει νέους συνθέτες και νέα γκρουπ στο Μέγαρο, ώστε να προσελκύσει τη νεολαία. Γιατί η αλήθεια είναι ότι στο Μέγαρο δεν συνηθίζεις να βλέπεις νέους ανθρώπους. Βέβαια, δεν ευθύνεται γι’ αυτό μόνο το Μέγαρο Μουσικής, αλλά και τα σχολεία που δεν παρέχουν μουσική παιδεία στους νέους, ώστε να είναι εξοικειωμένοι με την κλασική μουσική και να γνωρίζουν μεγάλους συνθέτες όπως ο Μότσαρτ.       

- Μ.Β.: Πώς επιλέχθηκε το δικό σας συγκρότημα να συμμετάσχει στη συγκεκριμένη βραδιά, γεμίζοντας τον κήπο του Μεγάρου με τις μουσικές του?  
- Ν.Β.: Κάθε καλοκαίρι, μετά τις πανελλήνιες εξετάσεις, οργανώνεται το φεστιβάλ «Schoolwave», στο οποίο συμμετείχαμε κι εμείς. Από τη διοργάνωση αυτή κάλεσαν τα τρία σπουδαιότερα γκρουπ να εμφανιστούν στον κήπο του Μεγάρου. Εμείς ξεχωρίσαμε χάρη στην πρωτοτυπία της μουσικής που παίζουμε.          

- Μ.Β.: Τελικά, ανταποκρίθηκε η νεολαία στο κάλεσμα του Μεγάρου? Υπήρξε προσέλευση τη βραδιά της 17ης Σεπτεμβρίου?  
- Ν.Β.: Από ότι έμαθα ήρθαν γύρω στα χίλια πεντακόσια άτομα. Ήταν φοβερή εμπειρία! Ήταν από τις εκδηλώσεις που χαίρεσαι να συμμετέχεις. Κι όσοι ήρθαν, πέρασαν πολύ καλά. Ήταν και μία ευκαιρία για αρκετό κόσμο να επισκεφθεί για πρώτη φορά το Μέγαρο Μουσικής. Η συναυλία πραγματοποιήθηκε υπαίθρια, στον κήπο του Μεγάρου. Είναι ένας χώρος που είναι ανοικτός για το κοινό, πράγμα που δεν το γνωρίζουν οι περισσότεροι. Είναι ένας πολύ όμορφος και φροντισμένος χώρος, και με δεδομένο το γεγονός ότι το πράσινο στην Αθήνα είναι δυσεύρετο, αυτό τον ομορφαίνει ακόμη περισσότερο!            

- Μ.Β.: Το σύγχρονο ρεύμα, σε συνδυασμό με τις δυσκολίες της εποχής, αναγκάζει πολλούς νέους μουσικούς να δηλώσουν συμμετοχή σε διάφορες τηλεοπτικές εκπομπές, μουσικού προσανατολισμού,  όπου κρίνεται το ταλέντο τους και καθορίζεται η επαγγελματική τους τύχη και πορεία, από διάφορους τηλε-αστέρες. Εσείς, ως συγκρότημα, που λογικά σας ενδιαφέρει η δισκογραφία, έχετε σκεφτεί κάτι τέτοιο?  
- Ν.Β.: Η φιλοσοφία του συγκροτήματος είναι αντίθετη σε όλο αυτό. Αν μας ακούνε δέκα άτομα, θα παίζουμε γι’ αυτούς τους δέκα. Δεν θα προσπαθήσουμε να προβληθούμε βεβιασμένα μέσω των μέσων μαζικής ενημέρωσης, που απευθύνονται κιόλας σε διαφορετικά είδη μουσικής. Δεν νομίζω ότι θα μπορούσε μία εκπομπή με μουσική ροκ να κάνει τα νούμερα που κάνουν άλλα μουσικά είδη, όπως η ποπ για παράδειγμα.    

- Μ.Β.: Ποια είναι τα μελλοντικά σχέδια του συγκροτήματος?  
- Ν.Β.: Μέχρι τα Χριστούγεννα προβλέπεται να μπούμε στο στούντιο για την ηχογράφηση ενός δίσκου. Υπάρχουν ήδη έτοιμα κομμάτια και υλικό. Από εκεί και πέρα, προγραμματίζονται διάφορες συναυλίες για να γνωρίσει ο κόσμος εμάς και τη δουλειά μας. Συγκεκριμένα, θα παίξουμε στις 30 Οκτωβρίου στην «Τεχνόπολις», στο Γκάζι, στην ημέρα της διαφορετικότητας. Ακόμη, συζητάμε να εμφανιστούμε και σε κάποια εκπομπή της κρατικής τηλεόρασης, αλλά δεν γνωρίζω ακόμη περισσότερες λεπτομέρειες.             

- Μ.Β.: Πέρα από τη συμμετοχή σου στο συγκρότημα, μίλησε μας για την προσωπική σου πορεία. Μεγάλωσες στη Λευκάδα?  
- Ν.Β.: Βεβαίως. Πήγα σχολείο στη Λευκάδα μέχρι και την Τρίτη Λυκείου. Όλοι μου οι φίλοι και οι παρέες ήταν εκεί. Μετά το σχολείο, ήρθα στην Αθήνα, όπου ακολούθησα σπουδές μάνατζμεντ. Τα χρόνια που ήμουν στη Λευκάδα, ασχολούμουν κυρίως με τον αθλητισμό. Όμως, τελικά, με κέρδισε η μουσική.                 

- Μ.Β.: Πώς σου προέκυψε η μουσική?  
- Ν.Β.: Πάντα, όσο ήμουν στη Λευκάδα, με θυμάμαι να γρατζουνάω μια κιθάρα ή να παίζω λίγο μπάσο. Όταν ήρθα στην Αθήνα, γνώρισα περισσότερο κόσμο από το χώρο της μουσικής και μου δόθηκε η ευκαιρία να παίξω. Και σιγά σιγά, ήρθε αυτό και με βρήκε.                 

- Μ.Β.: Δεν το επεδίωξες?  
- Ν.Β.: Ίσα ίσα το απέφευγα για πολλά χρόνια. Δεν μπορούσα, όμως, να αντιστέκομαι άλλο σε αυτή μου την αγάπη για τη μουσική. Οπότε για να μην μείνω στο γρατζούνισμα και το εμπειρικό παίξιμο, γράφτηκα στο Ωδείο Αθηνών. Εκεί, ξεκίνησα κοντραμπάσο, ή αλλιώς βαθύχορδο, όπως το λένε στην κλασσική μουσική. Ελπίζω μέσα στα επόμενα τρία χρόνια να πάρω το πτυχίο μου από τη μουσική. Προς το παρόν, δεν επιδιώκω κάτι. Κάνω αυτό που μου αρέσει και τα υπόλοιπα πιστεύω  θα έρθουν από μόνα τους.      

- Μ.Β.: Δηλαδή, όσο ήσουν στη Λευκάδα δεν παρακολούθησες μαθήματα μουσικής?  
- Ν.Β.: Όχι. Δεν είχα ασχοληθεί. Κάποια στιγμή, βέβαια, έπιασα τον εαυτό μου να ζηλεύει αυτούς που έπαιζαν στη Φιλαρμονική της Λευκάδας. Και ήταν μεγάλη επιρροή για μένα αυτή η μουσική. Τα χάλκινα της Φιλαρμονικής είναι βίωμα. Όταν βρίσκομαι στη Λευκάδα παρακολουθώ κάθε εκδήλωση που συμμετέχει η Φιλαρμονική. Μου αρέσει πάρα πολύ!    

- Μ.Β.: Ποιοι είναι οι προσωπικοί σου στόχοι και τα όνειρα σε σχέση με τη μουσική?  
- Ν.Β.: Το μεγαλύτερο μέρος της ενέργειας μου το διοχετεύω στο γκρουπάκι που δημιουργήσαμε πριν δύο χρόνια με δύο φίλους- τον Αλέξη Μπούντρο και τον Αλέξανδρο Γαβρά- και το ονομάσαμε «Memorabilia». Γράφουμε μουσική και τραγουδάμε όλοι μαζί. Είναι μία καθαρά συλλογική προσπάθεια. Με τους «Memorabilia» καταβάλλουμε προσπάθειες για να ηχογραφήσουμε ένα άλμπουμ. Μέσα στον επόμενο μήνα, θα ανεβάσουμε κάποια καινούρια κομμάτια στο προφίλ που διατηρούμε στον ιστότοπο του «myspace».

- Μ.Β.: Από τη μέχρι τώρα προσωπική σου εμπειρία, πώς κρίνεις την κατάσταση στη μουσική βιομηχανία? Από τη μια μεριά, η οικονομική κρίση βάλλει κάθε επιχειρηματική δραστηριότητα και από την άλλη η πληθώρα των καλλιτεχνών πασχίζει για ένα μερίδιο διασημότητας. Η επαγγελματική αποκατάσταση των τραγουδιστών, μήπως είναι ουτοπία?  
- Ν.Β.: Σαφώς είναι δύσκολα τα πράγματα, όπως είναι, όμως, και σε όλα τα επαγγέλματα. Κανένα επάγγελμα δεν είναι στρωμένο με κόκκινα χαλιά και ροδοπέταλα. Έτσι είναι δύσκολα τα πράγματα και στη μουσική. Ο ανταγωνισμός είναι μεγάλος. Τα κέντρα που μπορεί κάποιος να εμφανισθεί είναι συγκεκριμένα. Εδώ στην Ελλάδα είναι τρία, τέσσερα. Τα πράγματα είναι και εύκολα και δύσκολα. Γιατί, μέσω του ίντερνετ έχεις τη δυνατότητα να παρουσιάσεις τη δουλειά σου πιο εύκολα στον κόσμο, κάτι που παλιότερα δεν υπήρχε. Ανεβάζοντας, δηλαδή, ένα τραγούδι στο ίντερνετ μπορείς να αποκτήσεις άμεσα ένα κοινό. Την ίδια στιγμή, όμως, η ευκολία αυτή του ίντερνετ μπορεί να λειτουργήσει και αρνητικά, γιατί ο καθένας μπορεί να ανεβάσει στο ίντερνετ ό,τι θέλει. Με αποτέλεσμα ο κόσμος να μπερδεύεται και να αποπροσανατολίζεται. Πιστεύω, όμως, ότι αν επιμείνεις και είσαι πραγματικά καλός σε αυτό που κάνεις τότε στο τέλος ανταμείβεσαι. Κάποιοι αποτυγχάνουν, κάποιοι πετυχαίνουν. Κάπως έτσι είναι η ζωή. Σήμερα πας καλά, αύριο δεν πας. Απλά, δεν πρέπει να το βάζεις κάτω.  

- Μ.Β.: Συμφωνώ απόλυτα. Η Λευκάδα? Τι σημαίνει για σένα?  
- Ν.Β.: Η Λευκάδα νιώθω πολλές φορές ότι μου λείπει. Στην Αθήνα η κατάσταση διαρκώς χειροτερεύει. Ίσως, βέβαια, να το βλέπω έτσι επειδή μεγαλώνω. Κάποια στιγμή θέλω να επιστρέψω στη Λευκάδα. Εκεί μεγάλωσα. Στην επαρχία είναι πιο όμορφα τα πράγματα. Οι ρυθμοί είναι διαφορετικοί. Τα πράγματα είναι πιο ανθρώπινα. Και στο τέλος, αυτό μετράει.

   Η συζήτηση που κάναμε με τον Νίκο ήταν διαφωτιστική. Ένας νέος, από τη Λευκάδα, κάνει καριέρα στη ροκ σκηνή της Αθήνας. Μα παρόλα αυτά, παραμένει προσγειωμένος και προσιτός. Η φαντασία και η καλλιτεχνία μπορεί να συμπορευτεί με την ισορροπία.     
  
   Πάντως, είναι πολύ ενθαρρυντικό ότι ετούτος ο τόπος, αν και μικρός, συνεχίζει να γεννά ανθρώπους με έμπνευση και διάθεση καλλιτεχνική! Που εμπνέονται από τις μουσικές της Φιλαρμονικής και εξελίσσουν τα μουσικά τους ερεθίσματα, ακολουθώντας τους ρυθμούς και τα μηνύματα της εποχής. 

   Όποιος επιθυμεί να ακούσει ένα δείγμα από τη μουσική των «Musica  Ficta» και των «Memorabilia», αρκεί να ακολουθήσει στο ίντερνετ τις ακόλουθες διαδρομές:

Ματίνα Βεντούρα / matventura777@gmail.com

4η Οκτωβρίου: Παγκόσμια Ημέρα των Ζώων

   Είναι καιρός τώρα που θέλω να γράψω για τους φίλους μας τα ζώα. Από το καλοκαίρι που έμαθα για τη δηλητηρίαση των περιστεριών στην παραλία της Λευκάδας και το φαρμάκωμα των σκύλων στους Τσουκαλάδες. Με αφορμή, λοιπόν, την 4η Οκτωβρίου, ημέρα που είναι αφιερωμένη στα δικαιώματα των ζώων και την προστασία αυτών, θέλησα να αφιερώσω τη στήλη μου στους μικρούς μας φίλους, τα ζώα.
    Όταν ήμουν μικρή, η μητέρα μου, διαρκώς, μου επαναλάμβανε: "Ποτέ δεν θα πειράξω τα ζώα τα καημένα. Μην τάχα, σαν και μένα, και κείνα δεν πονούν?". Επαναλαμβάνοντας το, μου εντυπώθηκε. Πέρα, όμως, από την επανάληψη αυτή καθαυτή, έμφυτα ένιωθα σεβασμό για κάθε άλλο πλάσμα, ανθρώπινο και μη.
   Μεγαλώνοντας, διαπίστωσα με θλίψη ότι ο σεβασμός και η αγάπη για τα ζώα δεν είναι δεδομένη μεταξύ των ανθρώπων. Τουναντίον, μάλιστα. Στη σοβαροφανή ανθρώπινη κοινωνία, τα εύκολα θύματα είναι τα ζώα. Πού θα ξεσπάσει κάποιος την αγριότητα και τα βίαια ένστικτά του? Πού θα εκτονωθεί? Κάποιος πρέπει να την πληρώσει. Κι επειδή, οι ποινές- μέχρι πρότινος τουλάχιστον- σε σχέση με τη βία κατά των ζώων ήταν ανύπαρκτες, τα ζώα- που σημειωτέον δεν έχουν λαλιά να διαμαρτυρηθούν και να καταγγείλουν-, αποτέλεσαν κατά κόρον τους τελικούς αποδέκτες του εξαθλιωμένου, διαστροφικού ψυχισμού ορισμένων "ανθρώπων".
    Σύμφωνα με μία ρήση λαϊκή, δεν πρέπει να κάνουμε στο διπλανό μας, ό,τι δεν θέλουμε να μας κάνει. Αναρωτιέμαι. Όλοι αυτοί που ρίχνουν φόλα σε κάποιο σκυλάκι, που ίσως γαβγίζει και τους διακόπτει τη σιέστα- αυτές είναι οι αληθοφανείς δικαιολογίες που συνήθως προβάλλουν-, πώς θα ένιωθαν αν κάποιος τους δελέαζε με ένα λαχταριστό γλύκισμα, που καταπίνοντας το θα τους ξέσχιζε τα σωθικά???
    Πρόσφατα, θεσπίστηκαν κι ανακοινώθηκαν ποινές σχετικές με την κακοποίηση των ζώων. Όποιος, λοιπόν, εντοπίσει κάποιο περιστατικό βίας εις βάρος κάποιου ζώου, να μην διστάσει να το καταγγείλει στο αστυνομικό τμήμα της περιοχής του. Βάσει της νέας νομοθεσίας, η αστυνομική αρχή του κάθε τόπου είναι υποχρεωμένη να καταγράψει την καταγγελία και να κινηθεί αναλόγως. Συχνά, βέβαια, αν απευθυνόσουν σε κάποιο αστυνομικό τμήμα για καταγγελίες σχετικές με την κακοποίηση των ζώων, σε κοίταζαν με μισό μάτι και σε χαρακτήριζαν- το λιγότερο- γραφικό. Ας ελπίσουμε ότι αυτές οι θεωρίες και οι συμπεριφορές έχουν περάσει ανεπιστρεπτί.  
   Οι άνθρωποι και τα ζώα ανήκουμε στην ίδια αλυσίδα. Της ζωής. Σε περίπτωση που εκλείψει κάποιο είδος, θα διαταραχθεί η ισορροπία του συνόλου των ειδών. Ας αντιληφθούμε, λοιπόν, τη συνύπαρξη μας με τα ζώα ως αναγκαία συνθήκη για τη διασφάλιση της γενικότερης, συμπαντικής αρμονίας.  
   Πέρα από την προαναφερθείσα ολιστική θεωρία, είναι σπουδαία τα οφέλη που μπορεί να αποκομίσει  ένας άνθρωπος από τη συντροφιά ενός ζώου. Το μικρό αυτό πλάσμα, δίχως να μιλά, με κάθε του κίνηση και βλέμμα, εκφράζει την ευγνωμοσύνη του στον άνθρωπο που το έχει κοντά του. Μόνο και μόνο για την τροφή που του δίνει και το χώρο που του παραχωρεί. Τα αδέσποτα δε, αν κάποιος τα σώσει από τις άγριες συνθήκες που επικρατούν στους δρόμους- όπως είναι η πείνα, οι άσχημες καιρικές συνθήκες, τα διαβολεμένα αυτοκίνητα και η ανθρώπινη κακία-, χρωστούν στο σωτήρα τους ευγνωμοσύνη παντοτινή. Επιπλέον, και σύμφωνα με έρευνες επιστημονικές, η παρέα των ζώων λειτουργεί αγχολυτικά, μας παροτρύνει να ασκηθούμε, τα μικρά παιδιά παίρνουν μαθήματα ανάληψης ευθυνών και υποχρεώσεων, οι ηλικιωμένοι, οι μοναχικοί και οι ασθενείς βρίσκουν μία παρήγορη συντροφιά. Και άλλα πολλά, που αν δεν τα ζήσετε, δεν θα τα ανακαλύψετε.
   Όσο για αυτούς που δεν είναι συμφιλιωμένοι με την ιδέα της συνύπαρξής μας με τα ζώα, οφείλουμε να σεβαστούμε τις απόψεις τους, υπό την προϋπόθεση, όμως, ότι δεν θα εκφράσουν αυτές τους τις ιδέες με τρόπους επιθετικούς και βίαιους απέναντι στα αθώα και ανυπεράσπιστα πλάσματα του ζωικού βασιλείου. Σεβασμός αντί σεβασμού.
   Στις εποχές που διανύουμε, είναι απαραίτητο να συνειδητοποιήσουμε ότι πρέπει να αποχωριστούμε τον εγωκεντρισμό και τη λανθάνουσα διάθεσή μας για επιβολή. Είναι αναγκαίο να πρυτανεύσουν αισθήματα ευγενή, τόσο στις μεταξύ μας σχέσεις, όσο και στις σχέσεις μας με τα άλλα έμβια όντα. Σε μία προσπάθεια εξυγίανσης, αναβάθμισης και εκπολιτισμού της ίδιας μας της ύπαρξης. 
   Μόνο κάποιος που σέβεται τον εαυτό του, μπορεί να σεβαστεί και το διπλανό του. Όποιος κι αν είναι είναι αυτός. Άνθρωπος ή ζώο. Ας μην εκτιθέμεθα, λοιπόν...
     
Αφιερωμένο στον Πλούτο και τον Ρούνι, που έφυγαν εξαιτίας κάποιου "ανθρώπου".

 Ματίνα Βεντούρα / matventura777@gmail.com

Παρασκευή 1 Οκτωβρίου 2010

Βασίλης Θερμός: Κάνοντας τον Απολογισμό του φετινού, πολιτιστικού καλοκαιριού - Μέρος ΄Β



    
   Καλό μήνα σε όλους μας. Στο πρώτο μέρος της συνέντευξης, που δημοσιεύθηκε στο προηγούμενο φύλλο, ο κ. Βασίλης Θερμός, Αντιπρόεδρος του Πνευματικού Κέντρου Λευκάδας, έκανε τον απολογισμό του φετινού, πολιτιστικού καλοκαιριού. Αναφέρθηκε στις Γιορτές Λόγου και Τέχνης, το Διεθνές Φολκλορικό Φεστιβάλ, τις επιτυχημένες συνεργασίες που πραγματοποιήθηκαν στα πλαίσια τους, τη σημαντική προσέλευση θεατών- που γύρευαν ένα αντίδοτο χαράς κι αισιοδοξίας-, καθώς και στις δυσκολίες που προέκυψαν από την οικονομική κρίση, που μαστίζει όλες τις εκφάνσεις της κοινωνικής δραστηριότητας, με μεγαλύτερο θύμα όλων, τον πολιτισμό. Η Λευκάδα, όμως, δεν κατέθεσε τα όπλα, αγωνίστηκε και τα κατάφερε. Ένα ακόμη καλοκαίρι Πολιτισμού, Τέχνης και Φολκλόρ έλαβε αίσιο τέλος, στεφανωμένο με επιτυχίες, χαρίζοντας σε όλους εμάς υπέροχες εικόνες, μουσικές και παραστάσεις.
   Ακολούθως, παρατίθεται η υπόλοιπη συνέντευξη του κ. Θερμού.

- Μ.Β.: Στις αρχές του Σεπτεμβρίου, πραγματοποιήθηκε στην Οδησσό της Ουκρανίας, Τελετή Αδελφοποίησης ανάμεσα στη Λευκάδα και την Οδησσό. Πώς αποφασίσθηκε η πραγματοποίηση της εν λόγω Τελετής? 
- Β.Θ.: Στο περσινό Φολκλορικό Φεστιβάλ φιλοξενήσαμε ένα χορευτικό συγκρότημα από την Οδησσό. Επιστρέφοντας στην πόλη τους, με τις καλύτερες εντυπώσεις από τη φιλοξενία μας, τη Λευκάδα και τους ανθρώπους της, ο Δήμος Οδησσού επικοινώνησε μαζί μας και μας προσκάλεσε να αδελφοποιηθούμε. Η απόφαση για την Αδελφοποίηση είχε παρθεί από πέρσι. Ήθελα να πω ότι στην είσοδο της πόλης της Οδησσού έχει μία στήλη με τόξα. Κάθε τόξο αντιστοιχεί και σε μία αδελφοποιημένη πόλη. Είναι πάνω από εκατό σε όλο τον κόσμο. Από την Ελλάδα, έχουν αδελφοποιηθεί και με το Δήμο του Πειραιά, οπότε υπάρχει το αντίστοιχο τόξο όπου αναγράφεται και η χιλιομετρική απόσταση ανάμεσα στην Οδησσό και τον Πειραιά.     

- Μ.Β.: Τώρα, θα προστεθεί ένα ακόμη τόξο με το όνομα της Λευκάδας και τα χιλιόμετρα που μας χωρίζουν, αποτελώντας πιθανή έμπνευση για κάποιους να μας επισκεφθούν. Από ποιους εκπροσωπήθηκε η Λευκάδα?   
- Β.Θ.: Έπρεπε να εκπροσωπηθεί ο Δήμος μας από μέλη του Δημοτικού Συμβουλίου. Τελικά, όμως, πήγαμε ως αντιπρόσωποι της Λευκάδας ο Δήμαρχος Λευκάδας, κ. Φέτσης, η κ. Άννα Νικοδήμου κι εγώ. Κι αυτό, γιατί εμείς αναλάβαμε να καλύψουμε τα έξοδα του ταξιδιού από την τσέπη μας. Δεν μας τα κάλυψε ο Δήμος. Και τα αεροπορικά εισιτήρια και τα άλλα μεταφορικά μας έξοδα και ό,τι άλλο. Είναι δύσκολες οι εποχές και πρέπει όλοι μας να προσφέρουμε με όποιον τρόπο μπορεί ο καθένας. Όταν, λοιπόν, έγινε η εισήγηση στο Δημοτικό Συμβούλιο για την Αδελφοποίηση και ο Δήμαρχος δήλωσε ότι οι εκπρόσωποι θα έπρεπε να αναλάβουν και τα έξοδά τους, τότε δεν εκδηλώθηκε ενδιαφέρον. Οπότε, ένιωσα ότι είχα χρέος να πάω να εκπροσωπήσω την πόλη μας.     

- Μ.Β.: Πότε πραγματοποιήθηκε η Τελετή της Αδελφοποίησης?
- Β.Θ.: Μας κάλεσαν να πάμε στις 4 Σεπτεμβρίου, ημερομηνία κατά την οποία πραγματοποιούνται στην Οδησσό οι γιορτές προς τιμήν του Έλληνα Γρηγόριου Μαρασλή, που διετέλεσε Δήμαρχος της Οδησσού για δεκαεπτά χρόνια. Ο Μαρασλής χρηματοδότησε με τμήμα της προσωπικής του περιουσίας μεγάλο αριθμό δημόσιων κτισμάτων στην Οδησσό. Μάλιστα, το Μουσείο της Φιλικής Εταιρείας στην Οδησσό, στεγάζεται σε κτήριο που δώρισε στην πόλη ο Μαρασλής. Καταθέσαμε κι εμείς- ο Δήμαρχος μας συγκεκριμένα- λουλούδια στο μνημείο του ευεργέτη Μαρασλή. Πιθανότατα, θα δεχθούμε κι εμείς σύντομα επίσκεψη των εκπροσώπων της Οδησσού, κατά τη διάρκεια της οποίας θα οργανωθεί ημερίδα, όπου οι εισηγητές θα αναφερθούν στις οικογένειες των Λευκαδιτών που διέμεναν στην Οδησσό, θέμα που έχει μεγάλο ενδιαφέρον.      

- Μ.Β.: Ποιο ήταν το πρόγραμμα της Τελετής Αδελφοποίησης?  
- Β.Θ.: Οι επίσημες γιορτές ξεκίνησαν καταθέτοντας λουλούδια στο άγαλμα του Μαρασλή. Στη συνέχεια, υπογράφηκε Μνημόνιο το οποίο διαβιβάσαμε στο Υπουργείο Εξωτερικών, μέσω του Προξενείου. Να αναφέρω ότι στην Τελετή παρέστησαν ο Πρόεδρος του Ιδρύματος Ελληνικού Πολιτισμού, που είναι στην Οδησσό, καθώς και ο Πρόξενος της Ελλάδας. Με την υπογραφή του Μνημονίου, ουσιαστικά η μία πόλη αναλαμβάνει ευθύνες απέναντι στην άλλη και συμφωνούν για μελλοντικές συνεργασίες. Να συνδιοργανώνονται εκδηλώσεις και να υπάρχει ένα γενικότερο κλίμα συνεργασίας κι αλληλεγγύης. Υπάρχει και μία σκέψη για τις επόμενες Γιορτές Λόγου και Τέχνης- ανάλογα, βέβαια, με τις συνθήκες που θα επικρατούν τότε-, να είναι αφιερωμένες στις Αδελφοποιημένες Πόλεις. Η Λευκάδα έχει αδελφοποιηθεί με πόλεις στη Σουηδία, τη Γαλλία, την Τσεχία, την Κύπρο, τη Ρουμανία, το Ισραήλ, την Ουκρανία, την Ιαπωνία.             

- Μ.Β.: Πέρα από το τυπικό μέρος της Τελετής Αδελφοποίησης, συνέβη κάτι άλλο άξιο λόγου κι αναφοράς?
- Β.Θ.: Κατά τη διάρκεια της Τελετής, η κυρία Νικοδήμου είχε μία λαμπρή ιδέα και ενημέρωσε σχετικά και τον Έλληνα Πρόξενο: να ονομαστεί η Οδησσός «Ιερά Πόλη των Απανταχού Ελλήνων του Εξωτερικού», αφού η Οδησσός είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την ιστορία του ελληνισμού ως η πόλη που συστάθηκε η Φιλική Εταιρεία. Από τη μεριά μου, θεώρησα χρέος μου να υποστηρίξω τη συγκεκριμένη ιδέα μέχρι την τελική της πραγματοποίησή κι εφαρμογή. Όταν θα έρθουν στη Λευκάδα οι εκπρόσωποι της Οδησσού, μέσω του Πνευματικού Κέντρου του Δήμου, θα γίνουν όλες οι απαραίτητες ενέργειες. Θα ενημερωθεί ο Βουλευτής ώστε να προταθεί για ψήφιση στη Βουλή των Ελλήνων. Επικοινώνησα, ήδη, με τον κύριο Φλογαϊτη, προκειμένου να ενημερωθούμε για την ακριβή διαδικασία που πρέπει να ακολουθηθεί, και μίλησα και με τον Βουλευτή Λευκάδας, ο οποίος με ενθάρρυνε να συνεχίσω τις σχετικές ενέργειες.     

- Μ.Β.: Στην ομιλία σας, κατά την Τελετή Λήξης του Φεστιβάλ, κάνατε ειδική αναφορά στο Μέγαρο Πολιτισμού, που επιθυμείτε να δημιουργηθεί στο κτήριο όπου στεγάζεται σήμερα το Δημαρχείο Λευκάδας. Λεπτομέρειες είχατε παραθέσει στην πρώτη μας συνέντευξη, τον Ιούλιο. Στα πλαίσια της ομιλίας σας, αναφερθήκατε και στην οικία των Ζαμπελίων. Τι σχέδια υπάρχουν για το συγκεκριμένο κτήριο? 
- Β.Θ.: Ο Ζαμπέλιος ήταν ο μόνος μετά τους Αρχαίους Έλληνες Τραγωδούς που ασχολήθηκε με το συγκεκριμένο θεατρικό είδος. Την περίοδο που ο Απόστολος Κακλαμάνης ήταν Πρόεδρος της Βουλής των Ελλήνων, η οικία των Ζαμπελίων ήταν στην ιδιοκτησία της Αγροτικής Τράπεζας, η οποία το είχε προς πώληση. Κατόπιν συνεννοήσεως με τον κ. Κακλαμάνη, ο οποίος δραστηριοποιήθηκε άμεσα, το συγκεκριμένο οίκημα πέρασε στην ιδιοκτησία της Κτηματικής Υπηρεσίας. Από τότε, έγιναν μεγάλες προσπάθειες για να βρεθούν χρήματα για να φτιαχτεί. Το ευχάριστο είναι ότι τα χρήματα βρέθηκαν, το έργο δημοπρατήθηκε και ανέλαβε την κατασκευή του η «Ιόνιος Τεχνική». Ο πρώτος όροφος προβλέπεται να έχει τρεις αίθουσες, όπου θα εκτίθεται όλο το έργο των Ζαμπελίων. Και οι υπόλοιπες αίθουσες θα λειτουργήσουν ως Μουσείο Επιφανών Λευκαδίων. Επιπλέον, θα διαμορφωθούν αίθουσες για μουσικές εκδηλώσεις, για παρουσιάσεις βιβλίων, για μικρά μουσικά σύνολα. Θα υπάρχει μία μεγάλη Αίθουσα Τέχνης και η είσοδος θα διαμορφωθεί με τέτοιον τρόπο ώστε να αποτελεί Μουσείο Λευκαδίτικης Αρχιτεκτονικής. Θα μπορεί ο επισκέπτης να μάθει με ποιον τρόπο κατασκεύαζαν τα σπίτια τους οι Λευκαδίτες, για τις αντισεισμικές μεθόδους που χρησιμοποιούσαν κι όλα τα σχετικά. Στον κήπο θα υπάρχει διαμορφωμένος χώρος για εκθέσεις ζωγραφικής και μικρογλυπτικής. Η οικία των Ζαμπελίων είναι ένα μεγάλο κτήριο, που σύμφωνα με τα σχέδια που ισχύουν έως τώρα και τις σχετικές αποφάσεις που έχουν ληφθεί από το Δημοτικό Συμβούλιο, θα συμβάλλει σημαντικά στην πραγματοποίηση πολιτιστικών εκδηλώσεων κάθε είδους.

- Μ.Β.: Τι γίνεται με την κατασκευή του Θεάτρου της Λευκάδας και του Μουσείου Άγγελου Σικελιανού? Πρόκειται για δύο έργα που όσο περνάει ο καιρός, θα λέγαμε ότι προσομοιάζουν στο Γιοφύρι της Άρτας και τον μύθο που το στοιχειώνει.  
- Β.Θ.: Σε σχέση με το Θέατρο, δυστυχώς, δεν υπάρχει κάποια εξέλιξη. Εξαιτίας κάποιων εκκρεμών, οικονομικών οφειλών προς το μελετητή, από πλευράς Δήμου, το θέμα δεν προχωρά. Μιλώντας, όμως, πρόσφατα, τόσο με τον Δήμαρχο, όσο και με το μελετητή, και οι δύο δεσμεύτηκαν ότι μέχρι τα τέλη του Σεπτέμβρη η μελέτη θα κατατεθεί στην Περιφέρεια Ιονίων Νήσων. Από εκεί και πέρα, όμως, θα ξεκινήσουν τα δύσκολα. Έχουν γίνει πολλά λάθη έως τώρα, οπότε το έργο πρέπει να δημοπρατηθεί πάλι. Η δημιουργία του Θεάτρου είναι μία αναγκαιότητα για τη Λευκάδα. Εκεί, θα φιλοξενούνται όλες οι πολιτισμικές εκδηλώσεις του Δήμου, τόσο το Χειμώνα, όσο και το Καλοκαίρι. Όσον αφορά στο Μουσείο Άγγελου Σικελιανού, απαιτείται μεγάλη προσπάθεια για την ολοκλήρωσή του. Πρέπει να συνεννοηθούμε τόσο με την Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος, όσο και με την αρχιτεκτονική εταιρία και το μηχανικό που έχουν αναλάβει την ευθύνη, γιατί υπάρχουν καθυστερήσεις από όλους τους εμπλεκόμενους.      

- Μ.Β.: Βρισκόμαστε σε προεκλογική περίοδο, με το τοπίο να ξεκαθαρίζει σιγά σιγά. Ως πολίτης που ενδιαφέρεται και ανησυχεί για το μέλλον και το καλό του τόπου του, πώς βλέπετε την μέχρι τώρα κατάσταση, σε σχέση με τις διάφορες υποψηφιότητες που έχουν ανακοινωθεί και όλες εκείνες που ακόμη μαγειρεύονται? 
- Β.Θ.: Οι υποψήφιοι πρέπει να διαβάσουν τι είναι «Καλλικράτης» και να τοποθετηθούν. Δεν είναι εύκολη υπόθεση. Ο «Καλλικράτης» χρειάζεται τεχνογνωσία και γνώσεις σχετικές με τα ευρωπαϊκά προγράμματα. Από εκεί θα προέρχονται, πλέον, οι επιδοτήσεις. Ο καινούριος Δήμος απαιτεί σωστή διαχείριση και πρέπει αυτός που θα αναλάβει να είναι τεχνοκράτης. Ευχής έργο είναι να τα βρούνε μεταξύ τους και να κάνουν ένα ενιαίο ψηφοδέλτιο. Έχουν ακόμη καιρό στη διάθεσή τους. Να αφήσουν κατά μέρος τα κόμματα. Η Λευκάδα αυτό θέλει. Τα κόμματα θέλουν να κάνουν τις δουλειές τους. Η Λευκάδα, τι φταίει να πληρώνει?     

- Μ.Β.: Μία συμβουλή για τους Λευκαδίτες και τις Λευκαδίτισσες ψηφοφόρους? Βάσει ποιων κριτηρίων να ψηφίσουν? 
- Β.Θ.: Με γνώμονα το συμφέρον της Λευκάδας, και όχι του κόμματος τους.

- Μ.Β.: Κύριε Θερμέ, σας ευχαριστώ πολύ για την εμπιστοσύνη που μου δείξατε, γι’ ακόμη μία φορά. Είναι, πάντα, μεγάλη μου χαρά να μιλώ μαζί σας.
- Β.Θ.: Κι εγώ ευχαριστώ.

   Ο κ. Θερμός εργάζεται ακούραστα, καταβάλλοντας αγνές, φιλότιμες προσπάθειες, για να φυλάξει και να διαιωνίσει τους πολιτιστικούς θησαυρούς της Λευκάδας, που πότε βάλλονται από τις γενικότερες επικρατούσες συνθήκες, πότε χτυπιούνται εκ των έσω.
   Το τελευταίο διάστημα, έχω ακούσει διάσπαρτες απόψεις σχετικά με την κατάργηση του Φολκλορικού Φεστιβάλ και του συνόλου των πολιτιστικών εκδηλώσεων. Οι υποστηρικτές των απόψεων αυτών ισχυρίζονται ότι οι θεσμοί αυτοί έχουν παλιώσει και κουράσει τον κόσμο, η πλειοψηφία του οποίου τους έχει γυρίσει την πλάτη και δεν τις παρακολουθεί πια. Όσοι, βέβαια, συμμερίζονται τις παραπάνω απόψεις, σπάνια εθεάθησαν ως θεατές στα διάφορα πολιτιστικά δρώμενα του καλοκαιριού. Από την άλλη, όταν προτείνουμε μία κατάργηση, την όποια, οφείλουμε να έχουμε έτοιμη την αντιπρόταση. Τη νέα, σωτήρια λύση. Επειδή, όμως, στις μέρες μας οι ήρωες και οι σωτήρες είναι είδος προς εξαφάνιση, όπου ακούς πολλά κεράσια, κράτα και μικρό καλάθι…
   Όταν άλλα μέρη και πόλεις της Ελλάδας προσπαθούν- σώνει και καλά- να δημιουργήσουν από το μηδέν, πολιτιστικούς θεσμούς όπως, για παράδειγμα, το Φολκλορικό Φεστιβάλ, προκειμένου για την προσέλκυση επισκεπτών και χρημάτων, εμείς θα εγκαταλείψουμε την παράδοση και την ιστορία μας? Είναι, τουλάχιστον, αφελές. Εξαιτίας των «μοντερνιστών» και των «νεωτεριστών» καταλήξαμε στη σημερινή κρίση των αξιών.
   Το Σαββατοκύριακο επισκέφθηκα την Πινακοθήκη Αβέρωφ, στο Μέτσοβο, όπου πραγματοποιήθηκαν τα εγκαίνια της κοινής έκθεσης τριών σημαντικών Ελλήνων γλυπτών: του Θεόδωρου Παπαγιάννη, του Κυριάκου Ρόκου και του Γιώργου Χουλιαρά. Εκεί, λοιπόν, στο Μέτσοβο, έπιασα κουβέντα με μία από τις υπαλλήλους της Πινακοθήκης, η οποία μου εξομολογήθηκε την αγάπη της οικογένειάς της για τη Λευκάδα. Μεταξύ των άλλων, μου είπε ότι με τα παιδιά της πηγαίνουν πολλές φορές στο Κηποθέατρο για να παρακολουθήσουν παιδικές, θεατρικές παραστάσεις και ότι, δυστυχώς, φέτος έχασαν το Φεστιβάλ Φολκλόρ.
   Το συμπέρασμα? Μάλλον οι τουρίστες μας έχουν συνδέσει τη Λευκάδα, μνήμες κι αναμνήσεις καλοκαιρινές, με τους θεσμούς που εμείς οι ίδιοι πολεμάμε.
   Επειδή, η μεμψιμοιρία και η μιζέρια τρυπώνουν ύπουλα και σταθερά σε θεσμούς, ζωές κι ανθρώπινες ψυχές, ας ζωγραφίσουμε, βάζοντας πινελιές ανανεωτικές, μα πάνω απ’ όλα φιλικές!

Ματίνα Βεντούρα / matventura777@gmail.com