Παρασκευή 22 Οκτωβρίου 2010

Μετανάστευση

    Αν κάποιος, πριν από λίγα χρόνια, μας έλεγε ότι εν έτει 2010 Έλληνες, κάθε ηλικίας, θα άφηναν την πατρίδα τους, μεταναστεύοντας σε άλλες χώρες για να γλιτώσουν από την ακρίβεια, την ανεργία, την υψηλή φορολογία και όλα τα συνεπαγόμενα δεινά, μάλλον θα λέγαμε ότι παραληρεί. Ή ότι έχει ζωηρή φαντασία, οπότε θα τον συμβουλεύαμε να αξιοποιήσει το ταλέντο του συγγράφοντας φωσκολικές σαπουνόπερες και σενάρια επιστημονικά. 
   Στο πρόσφατο παρελθόν, στην Ελλάδα βασίλευαν οι πιστωτικές κάρτες, τα καταναλωτικά δάνεια, τα διακοποδάνεια, τα θηριώδη τζιπ, και οι φίρμες. Λογότυπα διάσημων οίκων στόλιζαν την καθημερινότητά μας άλλες φορές διακριτικά, κι άλλες φορές αδιάκριτα. Άλλες φορές καλόγουστα, κι άλλες φορές κακόγουστα. Ειδικά εκείνο το αγγλικό καρό δεν άφησε λαιμό για λαιμό. Εκείνα δε τα μονογράμματα, που το ένα καπελώνει το άλλο, φάνταζαν βαρίδια μιας και αγκύλωναν τα χέρια των γυναικών, που, όμως, τα κυκλοφορούσαν θριαμβευτικά. Κανένας δεν εξαιρέθηκε από τη μανία αυτή. Της απόκτησης αντικειμένων υψηλής πραγματικής αξίας, με πολύτιμους συμβολισμούς και προεκτάσεις. Ακόμα και ο κύριος Άκης λύγισε στη θέα εκείνης της χτένας που του δώρισε η καλή του. Της μαλαματένιας τσατσάρας των διακοσίων παρά κάτι ευρώ.
   Όποιος πρόλαβε, όμως, πρόλαβε. Η οικονομική κρίση, το μνημόνιο, η τρόικα- έννοιες άγνωστες μέχρι πρότινος- ήρθαν και έκατσαν στον ελληνικό μας σβέρκο. Που μπορεί, κατά τα λεγόμενα, ζυγό να μην υπομένει, ήρθε, όμως, η στιγμή κι αυτή η ρήση να διαψευστεί. 
    Αρχίσαμε, λοιπόν, να συμμαζευόμαστε. Κόψαμε από εδώ, κόψαμε από εκεί. Εις μάτην.
    Πώς να ανταπεξέλθει ένας συνταξιούχος που δούλεψε με αξιοπρέπεια μια ολόκληρη ζωή, για να λάβει τελικά μία σύνταξη αναξιοπρεπή? Με τριακόσια και τετρακόσια ευρώ το μήνα, ποιες ανάγκες του να πρωτοκαλύψει? Ίσα ίσα που καταφέρνει να εξασφαλίσει τον άρτο, αφού για θεάματα ούτε λόγος.
    Έκατσαν, λοιπόν, κάποιοι ηλικιωμένοι και σκέφτηκαν. Από τη μια μεριά η εμπειρία, από την άλλη η ανάγκη, τη λύση τη σκαρφίστηκαν. Μάζεψαν τα λιγοστά τους υπάρχοντα και μετανάστευσαν στην κοντινή μας Βουλγαρία, εκεί όπου το νόμισμά μας διπλασιάζεται και οι χαρές αβγαταίνουν. Εκεί όπου όλα είναι φθηνά. Τα τρόφιμα, το φως, το νερό, οι ιατρικές υπηρεσίες. Έτσι, εξασφάλισαν μια καθημερινότητα απλή, δίχως ανησυχίες και σκοτούρες, ακριβώς όπως πρέπει να είναι η ζωή για έναν ηλικιωμένο, που εργάστηκε πολλά χρόνια με σκοπό να ξαποστάσει κάποια στιγμή και να απολαύσει τους κόπους του.
   Στην αντίπερα όχθη, οι νέοι, που τώρα ξεκινάνε. Σπουδές, όνειρα, στόχους, σταδιοδρομίες. Αντιμέτωποι με μία ευτελή εργασιακή πραγματικότητα και ένα μέλλον ζοφερό. Πώς να ζήσει ένας νέος με το μισθό των πεντακοσίων ενενήντα δύο ευρώ? Εγκλωβισμένος σε καταστάσεις αναξιοκρατικές και αδιαφανείς. Που αν δεν είσαι διατεθειμένος να ταυτιστείς δουλοπρεπώς με κομματικές ιδεολογίες, σεξιστικές απόψεις και κλίκες παρακμιακές, είναι βέβαιο ότι θα παραγκωνισθείς.
   Μάζεψαν, λοιπόν, κι αυτοί το νεανικό τους βιος και πήραν των ομματιών τους. Άλλοι κίνησαν για Γαλλία, άλλοι για Αγγλία, άλλοι για Αμερική κι άλλοι για Αυστραλία. Σε χώρες που δίνουν ευκαιρίες και που ο ταλαντούχος αναγνωρίζεται και του ανοίγεται ο δρόμος να διαπρέψει. Που τον επιβραβεύουν για το ταλέντο του και οικονομικά, μα και ηθικά.
   Η ιστορία κάνει κύκλους κι επαναλαμβάνεται. Μεταναστεύαμε τότε, μεταναστεύουμε και τώρα. Για τους ίδιους λόγους πάνω-κάτω, μα με διαφορετικές προοπτικές. Σίγουρα για μία καλύτερη ζωή, για ένα καλύτερο μέλλον. Κι ας είναι μακριά από την πατρίδα. Άλλωστε, είναι γνωστό χρόνια τώρα ότι αυτή η πατρίδα τα παιδιά της τα εκλεκτά και τα πρωτοπόρα τα τρώει.
   Ως πότε?

Ματίνα Βεντούρα / matventura777@gmail.com

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου