Παρασκευή 27 Αυγούστου 2010

Οι 1000 & Μία Ζωές του Κάρολου Καμπελόπουλου: Μια Ζωή σαν Μυθιστόρημα

Ο κ. Κάρολος Καμπελόπουλος
Με τα εργαλεία της κομμωτικής του τέχνης
   Το φετινό καλοκαίρι πέρασε από τη Λευκάδα πλήθος τουριστών, μεταξύ αυτών και πολλοί επώνυμοι. Έλληνες, ξένοι, καλλιτέχνες, πολιτικοί κι επιχειρηματίες. Προσωπικά, είχα την τύχη να γνωρίσω κυρίως καλλιτέχνες. Τον Αύγουστο, συγκεκριμένα, γνώρισα τον κ. Κάρολο Καμπελόπουλο- κομμωτή διασημοτήτων και γλύπτη- ο οποίος ήλθε στο νησί με αφορμή τη δεύτερη ιδιότητά του, προκειμένου να εκθέσει τα γλυπτά του. Τα εγκαίνια της έκθεσης του έγιναν στην αυλή της Βιβλιοθήκης Λευκάδας, στις επτά Αυγούστου, και έπειτα τα γλυπτά μεταφέρθηκαν στην Αίθουσα Τέχνης «Φαλκώνης», όπου και έμειναν έως τις 14 Αυγούστου. Την ημέρα της συνέντευξης και κατά τη διάρκειά της, απόμεινα να τον ακούω να μου εξιστορεί τις προσωπικές του εμπειρίες από τα χρόνια του στην Αίγυπτο, την εποχή της αποθέωσής του ως κομμωτή στο Παρίσι, τις εντυπώσεις του από τις αρτίστες και τις διάσημες κυρίες που περιποιούνταν και, τέλος, την επιλογή του να ασχοληθεί με τη γλυπτική και να δημιουργήσει στα Χανιά έναν πολυχώρο καλλιτεχνίας, γνωστό ως το «Μοναστήρι του Κάρολου». Μια ζωή γεμάτη, μοιρασμένη τώρα πια ανάμεσα στο Παρίσι, την Αθήνα και τα Χανιά.  Μια ζωή κοσμοπολίτικη που αν γινόταν μυθιστόρημα, θα έκλεβε τις εντυπώσεις. Εδώ, παρατίθεται ένα μικρό δείγμα αυτής. Απολαύστε το!      

- Μ.Β.: Κύριε Καμπελόπουλε, καλώς μας ήλθατε. Ας τα πάρουμε λιγάκι από την αρχή. Γεννηθήκατε στο Κάιρο της Αιγύπτου, από γονείς με κρητική καταγωγή. Ασχοληθήκατε από μικρή ηλικία με την τέχνη της κομμωτικής;
- Κ.Κ.: Από όταν ήμουν μικρός μου άρεσε να χτενίζω τη γιαγιά μου που είχε μακριά μαλλιά. Κι αυτή, επειδή μου είχε αδυναμία, με άφηνε να τη χτενίζω με τις ώρες. Της έλεγα ότι θα την κάνω σαν βέρα Ελληνίδα και της έπλεκα τα μαλλιά της σε μακριά πλεξούδα.

- Μ.Β.: Στη συνέχεια, παρακολουθήσατε κάποια σχετική σχολή ή είστε από τους ολίγους αυτοδίδακτους; 
- Κ.Κ.: Είμαι αυτοδίδακτος. Όταν έγινα δεκατριών ετών τα τσιφλίκια του πατέρα μου έπεσαν έξω, οπότε έπρεπε να εργαστώ. Εκείνη την εποχή ήταν για να γίνεις μηχανικός για κομμωτής. Η βασική μου επιθυμία ήταν να γίνω ιερέας- έμεινα και έξι μήνες στο μοναστήρι της Αγίας Αικατερίνης-, και να σπουδάσω, παράλληλα, για να γίνω φιλόλογος. Αυτό, όμως, χρειαζόταν χρήματα κι εμείς δεν είχαμε πια. Κι έτσι, έγινα κομμωτής.

- Μ.Β.: Και πώς αποφασίσατε να φύγετε από το Κάιρο- σε ηλικία είκοσι ετών- και να πάτε στο Παρίσι; 
- Κ.Κ.: Από όταν ξεκίνησα να δουλεύω ως κομμωτής, σε ηλικία δεκατεσσάρων ετών, ήθελα μια μέρα να καταφέρω να πάω στο Παρίσι να γίνω κάποιος. Εκείνη την εποχή η Αίγυπτος- επί βασιλέως Φαρούκ- ήταν σαν δεύτερο Παρίσι. Ήμουν κομμωτής στην Όπερα του Καΐρου, όπου άκουσα όλες τις μεγάλες φωνές της εποχής,  Χτένιζα, επίσης,- στο Γαλλικό Ινστιτούτο του Καΐρου- όλες τις Πριγκίπισσες τις Αιγύπτιες, την Πρέσβειρα κι όλες τις πλούσιες κυρίες που ερχόντουσαν κατά τη χειμερινή σαιζόν στο Κάιρο. Και θυμάμαι τους το έλεγα ότι θέλω να πάω στο Παρίσι. Αυτές, βέβαια, μου απαντούσαν ότι χτενίζω ήδη πολύ καλά και δεν χρειάζεται να φύγω από την Αίγυπτο. Εμένα, όμως, δεν μου έφευγε η σκέψη από το μυαλό. Ήθελα να πάω στο Παρίσι να γίνω κάποιος.  

- Μ.Β.: Γιατί θέλατε, συγκεκριμένα, να πάτε στο Παρίσι; 
- Κ.Κ.: Γιατί το Παρίσι είναι η Πόλη του Φωτός. Εκεί βγαίνουν οι τάσεις της μόδας που επικρατούν ανά τον κόσμο. Έτυχε, κιόλας, να έρθει στο Κάιρο το 1950 ένας μεγάλος κομμωτής από το Παρίσι, ο Fernand Aubry- που καθιέρωσε στο μακιγιάζ το περίφημο «Μάτι του Ελαφιού»-, ο οποίος έκανε μία μεγάλη επίδειξη και την οποία είχα την τύχη να παρακολουθήσω. Πήγα, λοιπόν, και του μίλησα και του έκανα, αρχικά, εντύπωση, γιατί μιλούσα πολύ καλά γαλλικά. Το 1951 που πήγα στο Παρίσι, δεν ήξερα κανέναν. Αρχικά, γράφτηκα στη σχολή της L'Oréal, για να πάρω και ένα δίπλωμα κομμωτικής. Εκείνη την εποχή, το πρώτο μάθημα που δίδασκαν ήταν η μασιά. Είχε πενήντα μαθητές και τρεις καθηγητές. Μόλις ξεκίνησα να κάνω τη μασιά, έμειναν όλοι με το στόμα ανοιχτό. Στην Αίγυπτο, όμως, είχαν όλες μπούκλες, που ήθελαν ίσιωμα, οπότε την ήξερα καλά. Έτσι, αντί για έξι μήνες που ήταν η σχολή, πέρασα τις εξετάσεις στις δεκαπέντε πρώτες μέρες. Στη L'Oréal έτυχε να συναντήσω πάλι τον Fernand Aubry, ο οποίος με ρώτησε τι σκόπευα να κάνω και μου πρότεινε να συνεργαστούμε. Αποφάσισα, όμως, τότε να επιστρέψω στην Αίγυπτο, όπου έμεινα για ένα χρόνο ακόμη. Το 1952 που γύρισα στο Παρίσι, ξεκίνησε η συνεργασία μου μαζί του.    

- Μ.Β.: Πώς πήγε αυτή η συνεργασία; 
- Κ.Κ.: Εκείνο τον καιρό, ο Fernand Aubry είχε κάνει τον κότσο «μπανάνα» για τον οίκο μόδας Balmain. Χτένιζα όλα τα μοντέλα και έκανα δέκα κότσους την ημέρα. Έκανα συμβόλαιο μαζί του για πέντε χρόνια. Αυτό το κομμωτήριο ήταν το μοναδικό τότε στον κόσμο που είχε στο πάτωμα μοκέτα, αλλά δεν έβλεπες κάτω ούτε μία φουρκέτα, ούτε μία τρίχα. Όταν κούρευες άνοιγες ένα ειδικό κουτί, όπου έπεφταν οι τρίχες, και πέρναγε η αρμόδια κοπέλα κάθε τόσο και το άδειαζε. Η διακόσμηση δε του χώρου ήταν τύπου Napoleon III. Εκεί γνώρισα πολύ κόσμο. Όταν έληξε το συμβόλαιό μου, έφυγα για Βραζιλία, όπου είχαν ανοίξει κομμωτήριο δύο παλιές μου φίλες από την Αίγυπτο. Στη Βραζιλία, έμεινα για ένα χρόνο και ασχολήθηκα με τη ζωγραφική. Το διάστημα εκείνο γνώρισα και μαθήτευσα δίπλα στους ζωγράφους Τζακ Πόλοκ και Μπαντέρα, οι οποίοι μου έλεγαν να αφήσω την κομμωτική και να αφιερωθώ στη ζωγραφική, πράγμα που το αρνήθηκα.    

- Μ.Β.: Την αγαπάτε την κομμωτική; 
- Κ.Κ.: Τη θεωρώ καλλιτεχνία. Πιστεύω ότι είναι σαν τη γλυπτική. Επιστρέφοντας στο Παρίσι, το 1960, πήγα κατευθείαν στο ινστιτούτο ομορφιάς των αδελφών Carita, που απελευθέρωσαν τις γυναίκες από τις μπούκλες, όπως τις απελευθέρωσε η Coco Chanel από τους κορσέδες. Ήταν το πρώτο κομμωτήριο στο Παρίσι. Πήγα, λοιπόν, στο γραφείο της Carita, φορώντας ιταλικό κοστούμι, μπλε με τρία κουμπιά, βιολετί πουκάμισο και κίτρινη γραβάτα με πολύχρωμες πινελιές, για να ζητήσω εργασία. Κι εκείνη μου απήντησε ότι θα με προσλάμβανε μόνο και μόνο για το θράσος μου να πάω να ζητήσω δουλειά, χωρίς να με έχει προηγουμένως συστήσει κάποιος. Μου έκαναν συμβόλαιο με δύο όρους: ότι δεν θα συνάψω ποτέ προσωπική σχέση με πελάτισσα και ότι θα φύγω από το ινστιτούτο όταν πεθάνω. Έτσι, ξεκίνησε η καριέρα μου στην Carita την πρώτη Οκτωβρίου του 1960, και έληξε το 1991, οπότε και συνταξιοδοτήθηκα.    

- Μ.Β.: Μείνατε, δηλαδή, στην Carita τριάντα ένα χρόνια. Πώς ήταν εκεί η καθημερινότητά σας; Τι αισθήματα σας άφησε η πολύχρονη αυτή συνεργασία;  
- Κ.Κ.: Ήμουν τυχερός. Με έβαλαν πρώτο κομμωτή, να χτενίζω στη βιτρίνα του ινστιτούτου για να φαίνομαι. Ήμουν σαν σπάνιο πουλί. Με έντονα μαύρα φρύδια και μαλλιά μέχρι τους ώμους. Μία από τις πρώτες ημέρες, έτυχε να έρθει στο ινστιτούτο μία παλιά μου πελάτισσα από την Αίγυπτο η οποία είπε τα καλύτερα λόγια για μένα και τη δουλειά μου.  Με φώναξε, λοιπόν, η μία εκ των αδελφών και με ρώτησε γιατί δεν της είχα πει ότι χτένιζα τη βασιλική οικογένεια της Αιγύπτου. Και της απάντησα: ορίστε που το μάθατε! Δεν μου άρεσε ποτέ να μιλώ για τον εαυτό μου και ό,τι έχω κάνει. Προτιμούσα να μιλώ με τα έργα μου. Μετά από αυτό το συμβάν, μου παραχώρησε ποσοστό τριάντα τις εκατό από τις πληρωμές των πελατισσών μου. Στην Carita δουλεύαμε συνολικά τριάντα κομμωτές. Μέσα σε τρεις μήνες αναδείχθηκα δεύτερος καλύτερος κομμωτής, μετά από μια κομμώτρια που ήταν ανώτερη από μένα. Όσον αφορά στην καθημερινότητά μου, χτυπούσα κάρτα καθημερινά στις εννέα και μισή κάθε πρωί και δεν έφευγα νωρίτερα από τις οκτώ κάθε βράδυ. Πέρναγαν από μένα τριάντα πελάτισσες την ημέρα. Από το 1960 έως το 1980, πέρναγαν από το Ινστιτούτο πεντακόσιες γυναίκες καθημερινά. Αυτό δεν πρόκειται να ξαναγίνει ποτέ στον κόσμο. Σε μία δεξίωση, αν ήταν εκατό γυναίκες, οι ενενήντα πέντε ήταν χτενισμένες από εμάς. Εκεί, κατάφερα να γνωρίσω όλους τους διάσημους. Έχω χτενίσει τις τρεις γυναίκες του Σάχη της Περσίας. Η πρώτη- που ήταν και η πιο όμορφη- ήταν η αδελφή του βασιλιά Φαρούκ. Η δεύτερη ήταν η Σοράγια και η τρίτη η Φαράχ Ντίμπα, την οποία χτένισα, μάλιστα, δυο φορές εδώ στην Ελλάδα. Καμία δεν γνώριζε ότι έχω χτενίσει την άλλη. Ποτέ δεν μιλούσα για τις πελάτισσες μου. Τώρα που θα κυκλοφορήσει το βιβλίο για τη ζωή μου, θα μάθει η μία για την άλλη. Η αδελφή του βασιλέως Φαρούκ, που ζει στην Αίγυπτο, και η τρίτη που είναι εν ζωή. Όποια καθόταν στην καρέκλα μου, είτε ήταν βασίλισσα, πριγκίπισσα, εκατομμυριούχος, είτε υπηρέτρια, για μένα ήταν πελάτισσα και τη σεβόμουν το ίδιο. Και ένα πράγμα που πρέπει να μάθουν οι κομμωτές είναι να αναλαμβάνουν εξ’ ολοκλήρου τις πελάτισσες τους. Να τις κουρεύουν και να τις χτενίζουν. Και όχι να αφήνουν το χτένισμά τους στους μαθητευόμενους. Εφαρμόζοντας αυτή την τακτική, έχω τρεις γενιές πελάτισσες και όλες με εμπιστεύονται. Όταν σταμάτησα το 1991 από την Carita, είχα φτάσει να έχω πεντακόσιες πελάτισσες. Από αυτές κράτησα μόνο τις πενήντα. Έγινε χαμός στο Παρίσι. Με γυρεύανε. Μέχρι τώρα, έχω πελάτισσες ακόμα στο Παρίσι, τη Φλωρεντία, τη Νάπολη, τη Νέα Υόρκη και την Αθήνα, και μου είναι όλες πιστές.

- Μ.Β.: Πώς εξηγείτε αυτή τους την αφοσίωση; Έχετε κάποια εξειδίκευση;   
- Κ.Κ.: Έχω μία ειδικότητα στο κόψιμο. Κόβω τα μαλλιά τετραγωνικά, διευκολύνοντας τη γυναίκα να χτενίζεται μόνη της. Μπορεί να περάσουν δύο χρόνια χωρίς να κουρευτεί και μεγαλώνουν τα μαλλιά της χωρίς να πετά ούτε μία τρίχα. Είχε έρθει μία φορά στην Carita μία ηθοποιός και είπε ότι πήγε σε όλα τα μεγάλα κομμωτήρια, αλλά κανείς δεν αναλάμβανε να κουρέψει τα μακριά μαλλιά της. Πάντα, σε περιπτώσεις δύσκολες και απαιτητικές, φώναζαν εμένα. Μόλις την είδα, διαπίστωσα ότι είχε ενάμιση μέτρο πλεξούδα. Πριν τη λούσουν, της την έκοψα. Στο μεταξύ, όλοι οι συνάδελφοι σκέφτηκαν ότι η συγκεκριμένη πελάτισσα θα αντιδρούσε άσχημα βλέποντας τα μαλλιά της κομμένα. Μόλις είδε το τελικό αποτέλεσμα, έφυγε χωρίς να πει μιλιά. Την επόμενη ημέρα, μου τηλεφώνησε για να με ευχαριστήσει και να μου πει ότι όλοι στο θίασο ενθουσιάστηκαν με τη νέα της εμφάνιση. Όποτε άλλαζα τα μαλλιά μιας γυναίκας, έμενε πάντα ικανοποιημένη. Ήρθε το 1948 στην Αίγυπτο μία γυναίκα με πολύ μακρύ μαλλί. Όταν της το έκοψα κοντό, σηκώθηκε από την καρέκλα και μου έκοψε ένα χαστούκι, από το σοκ της. Όλοι οι συνάδελφοι μου γελούσαν. Το απόγευμα, όμως, έστειλε τον οδηγό της με ένα μεγάλο κουτί με μαρόν γλασέ, συνοδευόμενο από ένα σημείωμα που έλεγε ότι ακόμη και η πεθερά της, που δεν τη χώνευε, την βρήκε ωραία και μου ζητούσε συγνώμη για το χαστούκι.

- Μ.Β.: Είναι τέτοια η φύση της δουλειάς του κομμωτή που- σε συνδυασμό με τις ιδιαιτερότητες του γυναικείου ψυχισμού- πολλές φορές καλείται να παίξει και το ρόλο του προσωπικού εξομολόγου των πελατισσών του. Έχετε νιώσει ποτέ να παίζετε και αυτόν το ρόλο, καθώς κουρεύετε;  
- Κ.Κ.: Βεβαίως. Να σκεφτείτε ότι είχα δέκα χρόνια πελάτη τον μεγάλο ψυχαναλυτή Ζακ Λακάν ο οποίος μου έλεγε ότι είμαι καλύτερος στην ψυχανάλυση από αυτόν. Σε μία περίπτωση, μία πελάτισσα μου εξομολογήθηκε ότι ήταν δυστυχισμένη και σκεπτόταν μέχρι και την αυτοκτονία. Αλλάζοντας το στυλ των μαλλιών της, της άλλαξα και τη διάθεση. Όταν σηκώθηκε από την καρέκλα, μου φίλαγε τα χέρια ευχαριστώντας με.                   

- Μ.Β.: Έχετε έρθει ποτέ σε δύσκολη θέση από τις εκμυστηρεύσεις κάποιας πελάτισσάς σας;  
- Κ.Κ.: Ποτέ. Αντιμετώπιζα ό,τι κι αν άκουγα με μεγάλη ψυχραιμία. Προσπαθούσα πάντα να δίνω σωστές συμβουλές. Είχα μία πελάτισσα, μητέρα τριών παιδιών, πολύ όμορφη γυναίκα. Επί ένα χρόνο που τη χτένιζα έβλεπα ότι δεν ήταν καλά. Μέχρι που δεν άντεξα και τη ρώτησα τι την απασχολεί. Τότε μου εκμυστηρεύτηκε ότι αισθανόταν δυστυχισμένη, γιατί ο σύζυγος της- καθότι πολυάσχολος επιχειρηματίας- την παραμελούσε. Αντιδρώντας στα παράπονά της, της πρότεινε να την πάει στον ψυχίατρο για να της δώσει κάποιο φάρμακο, ώστε να συνέλθει. Τότε, της είπα να μην πάρει φάρμακα. Το μόνο που έπρεπε να κάνει ήταν να κοινωνικοποιηθεί, να φροντίσει τον εαυτό της, να αποκτήσει και άλλα ενδιαφέροντα, πέρα από την οικογένειά της, και γενικότερα να ανανεωθεί. Μέσα σε ένα δεκαήμερο, έγινε άλλος άνθρωπος, με αποτέλεσμα να κερδίσει πάλι το ενδιαφέρον και την προσοχή του συζύγου της.   

- Μ.Β.: Ποιες διάσημες γυναίκες υπήρξαν πελάτισσές σας; Ποια από αυτές σας εντυπωσίασε, είτε θετικά, είτε αρνητικά; 
- Κ.Κ.: Χτένιζα όλη την ελίτ. Από τις αρτίστες, αυτές που είχαν φυσική ομορφιά- και ακόμη και άβαφες παρέμεναν όμορφες- ήταν η Μπριζίτ Μπαρντό και η Τζέιν Φόντα. Η Κατρίν Ντενέβ, αν δεν βαφόταν, δεν έδειχνε όμορφη, ενώ δεν είχε και καλές σωματικές αναλογίες. Η αδελφή της ήταν πολύ όμορφη, αλλά έφυγε νωρίς από τη ζωή. Η ομορφότερη όλων- που τη χτένισα σε στούντιο- είναι η Σοφία Λόρεν. Από το πρόσωπό της φαίνεται πόσο καλή ψυχή έχει. Επιπλέον, διαθέτει και σώμα θηλυκό- όλο καμπύλες-, ωραία πόδια και χέρια. Είναι πανέμορφη. Ακόμα και σε αυτή την ηλικία. Μία άλλη διάσημη γυναίκα που μου έκανε εντύπωση, ήταν η σύζυγος του Αμερικανού πολιτικού, ακαδημαϊκού και συγγραφέα Χένρι Κίσινγκερ. Είχε τα μαλλιά της σαν της Ρίτας Χέηγουορθ και ήθελε να τα κόψει. Ο κομμωτής της, όμως, στη Νέα Υόρκη αρνήθηκε και της είπε να πας στον Κάρολο στην Carita. Μόνο αυτός μπορεί να σε αλλάξει, της είπε χαρακτηριστικά. Φοβόταν να αναλάβει την ευθύνη. Πριν κλείσει ραντεβού για να έρθει, το FBI διεξήγαγε έρευνα για εμένα και το ινστιτούτο για να διασφαλίσουν ότι δεν θα κινδυνέψει η κ. Κίσινγκερ, κατά την επίσκεψή της. Μετά το τέλος της έρευνας, κλείσαμε την ιδιωτική καμπίνα- που είχαμε για τις εξέχουσες προσωπικότητες- για να έρθει η κ. Κίσινγκερ να τη χτενίσω. Ήρθε, την ημέρα του ραντεβού, συνοδευόμενη από έξι συνολικά σωματοφύλακες. Την περιποιήθηκα παρουσία των δύο. Την κούρεψα και της έκανα τη χτενισιά του λέοντος. Και καθημερινά, για όσο έμεινε στο Παρίσι, πήγαινα στο ξενοδοχείο και της φρεσκάριζα τα μαλλιά. Από τότε, πήγαινα στην Ουάσινγκτον να τη χτενίσω.        

- Μ.Β.: Συγκρίνοντας τα παλαιότερα πρότυπα ομορφιάς με αυτά που έχουν επικρατήσει σήμερα, σε τι συμπεράσματα καταλήγετε; 
- Κ.Κ.: Οι γυναίκες, στην προσπάθειά τους να αποκτήσουν ελευθερία και να επικρατήσουν στην αγορά εργασίας, φόρεσαν παντελόνια. Κι όταν πέτυχαν όλα τους τα ζητούμενα, τότε συνειδητοποίησαν ότι έχασαν τη θηλυκότητά τους. Φορώντας παντελόνια, έμαθαν να περπατάνε και να συμπεριφέρονται σαν άντρες. Τα βασικά σημεία που καθορίζουν την εμφάνιση μιας γυναίκας είναι τα παπούτσια και το μαλλί της. Μπορεί να φορέσει ένα ρούχο απλό, αλλά το παπούτσι και η κόμμωσή της μπορούν να αναδείξουν την εμφάνισή της. Αυτό που δεν μου αρέσει καθόλου, και το συνηθίζουν σήμερα, είναι να βάφουν τα βλέφαρά τους για ροζ για βιολέ, σαν να είναι μασκαράδες. Οι σκιές οι έντονες δεν είναι καθόλου ωραίες. Πάντα λέω στις γυναίκες να χρησιμοποιούν σκιές χρώματος μαρόν. Επιπλέον, είναι μεγάλος μύθος ότι μία γυναίκα είναι όμορφη μόνο όταν είναι αδύνατη. Μόνο τα μοντέλα δικαιολογείται να είναι αδύνατα. Ούτε η Μπριζίτ Μπαρντό, ούτε η Μαίριλυν Μονρόε- παντοτινά πρότυπα ομορφιάς- υπήρξαν αδύνατες. Δυστυχώς, όλες νομίζουν ότι μόνο όταν είναι αδύνατες, είναι όμορφες. Για εμένα η πιο όμορφη γυναίκα είναι η Ελληνίδα. Αλλά έχει δύο μειονεκτήματα. Ό,τι θα φορέσει η μία, θα φορέσει και η άλλη. Δεν έχουν προσωπικότητα. Και το άλλο, όταν η Ελληνίδα παντρεύεται, το δένει κόμπο, και τότε αρχίζει να παραμελεί την εμφάνισή της. Παχαίνει, αφήνεται γενικά και αρχίζει να συμπεριφέρεται στον άντρα σαν να είναι η μαμά του. Γιατί οι Έλληνες άντρες είναι πολύ κακομαθημένοι από τις μανάδες τους. Καταλήγει, λοιπόν, να είναι σύζυγος και μητέρα για τον άντρα της, ενώ πρέπει να είναι σύζυγος και ερωμένη. Και προτείνω στη γυναίκα και τον άντρα να μην τα δίνουν όλα μεμιάς στη μεταξύ τους σχέση. Πρέπει με τον καιρό να ανακαλύπτει ο ένας τον άλλο. Και οι γυναίκες να μην είναι τόσο αποκαλυπτικές στο ντύσιμό τους. Ειδικά εδώ στην Ελλάδα το παρακάνουν.          

- Μ.Β.: Ήρθατε στη Λευκάδα για να εκθέσετε τα έργα που έχετε δημιουργήσει με την άλλη σας καλλιτεχνική ιδιότητα, αυτή του γλύπτη. Πώς ξεκινήσατε να ασχολείστε με τη γλυπτική; 
- Κ.Κ.: Μετά την ενασχόληση μου με την κλασσική ζωγραφική, πήγα στην αφηρημένη. Αργότερα, αποφάσισα να ασχοληθώ με τον πηλό. Γιατί το χτένισμα είναι σαν να δημιουργείς ένα γλυπτό. Προχθές, γνώρισα κάποιον που μου εξήγησε αυτή τη συσχέτιση, την οποία- για να είμαι ειλικρινής- δεν είχα συνειδητοποιήσει. Και παρόλο που είμαι σε αυτήν την ηλικία, πάντα ακούω τις συμβουλές των άλλων και απολαμβάνω να μαθαίνω νέα πράγματα. Ευχαριστώ το φίλο Δημήτρη, λοιπόν, γι’ αυτήν τη νέα γνώση.  

- Μ.Β.: Δεχθήκατε επιρροές στις δημιουργίες σας ως γλύπτης; Και από πού αντλείτε την έμπνευσή σας;  
- Κ.Κ.: Μία πρώτη επιρροή δέχθηκα από τα αιγυπτιακά αγάλματα. Μου άρεσε, επίσης, πολύ το Μουσείο Ροντέν, όπου διέκρινα αμέσως τις διαφορές στα γλυπτά του Ροντέν από αυτά της μαθήτριάς του Καμίλ Κλοντέλ- τα οποία ξεχείλιζαν από ευαισθησία-, που αρχικά τα είχε παρουσιάσει ως δικά του. Θαύμαζα πολύ τον γλύπτη Τζιακομέτι, ο οποίος πριν ακόμα ολοκληρώσει το έργο του, δουλεύοντας μόνο το σίδερο και δημιουργώντας το σκελετό, έμοιαζε σαν τελειοποιημένο γλυπτό. Τα γλυπτά τα δικά μου είναι κλασσικά και είναι πολύ ευαίσθητα. Όσον αφορά στην έμπνευση, μεγάλο ρόλο παίζει το μοντέλο. Χρειάζομαι, συνήθως, τρεις εβδομάδες εργασίας, τρεις ώρες καθημερινά, κυρίως βραδινές, για να δημιουργήσω ένα γλυπτό. Έχω μάθει να εργάζομαι με πειθαρχία.

- Μ.Β.: Στην έκθεση που στήσατε εδώ στη Λευκάδα, επικρατούν οι προτομές. Είδαμε την προτομή της Κάλλας, του Καβάφη, του Καζαντζάκη, του Βουτσινά. Γιατί επιλέξατε να φτιάξετε αυτές τις συγκεκριμένες προτομές; Αισθάνομαι ότι κάποιος λόγος ειδικός υπάρχει για την καθεμία από αυτές. 
- Κ.Κ.: Ήθελα να φτιάξω τις προτομές ανθρώπων που εκτίμησα και αγάπησα για την προσωπικότητα και το έργο τους. Αρχικά, δημιούργησα την προτομή του Καβάφη, γιατί διάβασα όλα τα ποιήματά του και εμπνεύστηκα από αυτά. Έπειτα, έφτιαξα την προτομή της Κάλλας, την οποία λάτρευα. Το συγγραφικό έργο του Καζαντζάκη με γοήτευσε και, τέλος, ο Βουτσινάς ήταν φίλος και πελάτης και μου ζήτησε να του φτιάξω την προτομή πριν πεθάνει. Δημιούργησα και την προτομή του Ρίτσου, η οποία, όμως, δεν εκτέθηκε εδώ. Ο υπεύθυνος του Μουσείου Καζαντζάκη θέλησε να αγοράσει την προτομή του, λέγοντας μου ότι από όλες τις προτομές του Καζαντζάκη, η δική μου είναι η πιο πιστή. Και αυτό, ομολογουμένως, με ικανοποίησε πολύ. Και η προτομή του Καβάφη, βρίσκεται στη Βιβλιοθήκη της Αλεξάνδρειας.  

- Μ.Β.: Εκφράσατε την επιθυμία- στα εγκαίνια της έκθεσης που έγιναν στη Βιβλιοθήκη Λευκάδας- να τοποθετηθεί η προτομή της Μαρίας Κάλλας στην κεντρική πλατεία Λευκάδος. Πώς σας προέκυψε αυτή η επιθυμία; 
- Κ.Κ.: Η Μαρία Κάλλας είχε έρθει και είχε τραγουδήσει στην κεντρική πλατεία της Λευκάδος. Οπότε πιστεύω ότι η προτομή της θα ταιριάξει απόλυτα εκεί.

- Μ.Β.: Στα Χανιά έχετε δημιουργήσει έναν πολυχώρο που ονομάζεται «Το Μοναστήρι του Κάρολου». Περί τίνος πρόκειται; 
- Κ.Κ.: Ήθελα να επιστρέψω στην πατρίδα μου, όπως όλοι οι Έλληνες που εργαζόμαστε σκληρά και λείπουμε χρόνια στο εξωτερικό. Ήθελα να κάνω ένα καλλιτεχνικό κέντρο που θα μείνει για τον τόπο μου. Στην αρχή, έψαχνα να βρω ένα σπίτι με κήπο, μέσα στην πόλη των Χανίων. Ένας μεσίτης μου είπε ότι υπάρχουν τρία τέτοια, μα κάτι άλλο είναι αυτό που μου ταιριάζει. Και τότε μου είπε για το μοναστήρι αυτό που ήταν ένα ερείπιο. Όταν μου εξήγησε, το αγόρασα, χωρίς καν να μπω να το δω. Και το αναστήλωσα, σύμφωνα με το πώς ήταν την εποχή των Ενετών. Γιατί, όταν έφυγαν οι Ενετοί και ήλθαν οι Τούρκοι, γκρέμισαν το μοναστήρι, τα κελιά των καλόγερων και το μετέτρεψαν σε διοικητήριο. Είχαν κάνει και ένα χαμάμ. Μετά τους Τούρκους πέρασε στα χέρια ενός Άγγλου. Εγώ το αγόρασα από τον ένατο απόγονο του Άγγλου. Ξεκίνησα να το φτιάχνω μετά από έναν χρόνο και μου πήρε συνολικά εννέα χρόνια μέχρι να ολοκληρωθεί. Κι αυτό, γιατί δεν είχα βοήθεια από κανέναν παράγοντα του κράτους. Το έκανα εξ’ ολοκλήρου με δικά μου χρήματα. Στα εγκαίνια ήρθαν όλοι, δήμαρχοι, βουλευτές και επίσημοι φορείς του τόπου. Τότε πήρα το μικρόφωνο και είπα ότι σήμερα ολοκληρώθηκε το όνειρο της ζωής μου και συμπλήρωσα ότι δεν με βοήθησε κανείς. Έτσι, πήρα το ψαλίδι, έκοψα την κορδέλα και δήλωσα ότι τώρα μπαίνω στο σπίτι μου. Και έμειναν όλοι άφωνοι. Ήθελα να δείξω ότι έχω μεγάλη εκτίμηση στον εαυτό μου και δεν μπορώ να καλοπιάνω τους πολιτικούς, προκειμένου να με βοηθήσουν.    

- Μ.Β.: Σε αυτόν το χώρο, τι ακριβώς στεγάζεται; 
- Κ.Κ.: Στεγάζεται ένα θέατρο, που το ονόμασα «Μαρία Κάλλας». Πολλοί, μάλιστα, αντέδρασαν σε αυτή μου την απόφαση λέγοντάς μου ότι έπρεπε να του δώσω το όνομα της Μελίνας, μιας και ήμουν φίλος της. Η Μελίνα, όμως, έχει τιμηθεί στην Ελλάδα. Όταν το είπα στον Ζυλ Ντασσέν, μου είπε ότι έκανα πολύ καλά. Επίσης, στο χώρο αυτό υπάρχει μία αίθουσα εκθέσεων- όπου γίνονται μοναδικές εκθέσεις πολλών καλλιτεχνών-,  ένα καφενείο και ένα κομμωτήριο, που λειτουργούν όλη τη χρονιά. Εκεί, βρίσκεται και το προσωπικό μου εργαστήριο, που όμως δεν το δείχνω σε κανέναν, γιατί είναι αποκλειστικά ο δικός μου χώρος.     

- Μ.Β.: Η έκθεση που μας παρουσιάσατε εδώ, θα παρουσιασθεί και κάπου αλλού; 
- Κ.Κ.: Στις τέσσερις Οκτωβρίου θα την παρουσιάσω στη Θεσσαλονίκη, στο Γενί Τζαμί. Το Νοέμβριο θα πάμε στο Ηράκλειο και το Δεκέμβριο στο Ρέθυμνο. Και όλα αυτά τα γλυπτά, δεν θα τα ξαναδείξω. Θα τοποθετηθούν στο Ίδρυμα που ετοιμάζω, όπου θα εκθέσω όλες μου τις δημιουργίες.    

- Μ.Β.: Τώρα πια, δηλώνετε κάπου μόνιμος κάτοικος; Και όλα αυτά τα ταξίδια και οι αλλαγές θεωρείτε ότι σας ωφέλησαν;
- Κ.Κ.: Είμαι υπερήφανος για τη ζωή που έχω κάνει έως τώρα. Φέτος, στη Γαλλία, μου είπαν ότι είμαι ο τελευταίος μύθος εν ζωή. Αισθάνομαι πολύ καλά. Ήμουν πάντοτε προσγειωμένος, ζω απλά και όπου βρίσκομαι φροντίζω να περνώ όμορφα. Μένω μεταξύ Αθήνας, Παρισιού και Χανίων. Και όλες αυτές οι μετακινήσεις δεν με κουράζουν, γιατί είμαι πολύ καλά οργανωμένος. Δεν αλλάζω το πρόγραμμά μου για κανέναν.     

- Μ.Β.: Είστε ευχαριστημένος από τη συνολική πορεία της ζωής σας;
- Κ.Κ.: Πολύ. Νιώθω υπερήφανος για τον εαυτό μου. Από μικρός που ήμουν, ένιωθα ότι αγαπούσα τον εαυτό μου. Δεν είμαι νάρκισσος. Όταν συναντάς έναν άνθρωπο- για άντρα για γυναίκα- που αγαπάει τον εαυτό του, αυτό είναι σημάδι υγιούς προσωπικότητας. Έτυχε να βρίσκομαι σε μία μεγάλη συγκέντρωση με οπαδούς του Σάι Μπάμπα από τις Ινδίες και ο ομιλητής μας ρώτησε ποιος αγαπάει τον εαυτό του. Κανένας δεν απάντησε, παρά μόνο εγώ. Μόνο όταν αγαπάς τον εαυτό σου, μπορείς να αγαπήσεις και τους άλλους. Από πέντε χρονών που ήμουν, η γιαγιά μου έλεγε πάντα να κοιτώ εμπρός και προς τα πάνω και να συναναστρέφομαι ανθρώπους καλύτερους από μένα. Ακόμα και οι μονοτυπίες που κάνω, ξεκινάνε από κάτω προς τα πάνω. Και πρέπει να είμαστε πιστοί. Το κερί μου το ανάβω στο σπίτι μου, όπου καίει για δύο ώρες, και όχι στην εκκλησία που στο σβήνουν αμέσως. Κι αν αμαρτήσω, κάνω το σταυρό μου και ζητάω από το Θεό να με συγχωρήσει. Ο Θεός είναι παντού.   

- Μ.Β.: Να τολμήσω να ρωτήσω ποιος ήταν ο μεγαλύτερος έρωτας της ζωής σας;
- Κ.Κ.: Αγάπησα μία γυναίκα κι απέκτησα μαζί της ένα παιδί. Δυστυχώς, όμως, έφυγε από τη ζωή, όταν η κόρη μας ήταν επτά χρονών. Όταν γνωριστήκαμε, επί ένα χρόνο, έμενε στο Λονδίνο. Κι εγώ, έπαιρνα το τελευταίο αεροπλάνο, τρεις φορές την εβδομάδα, μετά τη δουλειά, και πήγαινα να τη βρω. Το επόμενο πρωί, έπαιρνα το πρώτο αεροπλάνο για να είμαι εγκαίρως στη δουλειά μου, στις εννέα και μισή ακριβώς. 

- Μ.Β.: Σήμερα, ο έρωτας έχει αλλάξει ακολουθώντας τις γενικότερες σύγχρονες τάσεις κι εξελίξεις. Ποια είναι η γνώμη σας;
- Κ.Κ.: Δεν υπάρχει πια έρωτας, γιατί έχει χαθεί η εκτίμηση ανάμεσα στον άντρα και τη γυναίκα. Η γυναίκα πρέπει να είναι γυναίκα και ο άνδρας να είναι σωστός απέναντί της. Τώρα, οι νέοι όταν βγαίνουν έξω δεν προσπαθούν να γνωριστούν μεταξύ τους, παρά ασχολούνται διαρκώς με το κινητό τους στέλνοντας μηνύματα ο ένας στον άλλο. Και κάτι άλλο. Δεν είναι σωστό ένας άντρας να συνοδεύει μία γυναίκα και να την αφήνει να πληρώνει. Αυτό δεν είναι φυσικό. Για να αλλάξει αυτή η κατάσταση, πρέπει οι γονείς να διδάξουν σωστά τα παιδιά τους και να μην τα κακομαθαίνουν. Μόνο στην Ελλάδα βλέπεις τις καφετέριες γεμάτες νέους που δεν δουλεύουν και κάθονται, γιατί τους δίνουν χρήματα οι γονείς τους. Στο Παρίσι, όλα αυτά τα χρόνια που ζούσα, ζήτημα να πήγα για καφέ δέκα φορές. Δεν προλάβαινα, γιατί δούλευα. Εδώ, οι νέοι παντρεύονται και ακόμα τους χρηματοδοτούν οι γονείς τους. Στο Παρίσι, όταν πήγα, ακόμα και η σχέση μεταξύ μητέρας και κόρης διέπονταν από μία τυπική ευγένεια. Για να επισκεφθεί η μία την άλλη, έπρεπε πρώτα να την ενημερώσει.

- Μ.Β.: Ποια είναι τα μελλοντικά σας σχέδια;
- Κ.Κ.: Καταρχήν, σκοπεύω να δημιουργήσω το Ίδρυμα που σας ανέφερα νωρίτερα. Και του χρόνου, να είμαστε καλά, θα οργανώσω τον Ιούλιο μία μεγάλη γιορτή για τα δέκα χρόνια από όταν άνοιξα το «Μοναστήρι». Επιπλέον, του χρόνου γίνομαι ογδόντα χρονών. Οπότε, το Σεπτέμβριο θα καλέσω ακριβώς ογδόντα καλεσμένους για να κάνουμε ένα μεγάλο πάρτι και να γιορτάσουμε τα γενέθλια μου. Και θα οργανώσω και μεγάλες εκπλήξεις για εκείνο το βράδυ. Πάντα πρώτα ο Θεός και δόξα σοι ο Θεός.    

- Μ.Β.: Κύριε Καμπελόπουλε, χάρηκα ιδιαιτέρως που σας γνώρισα. Να είσθε καλά και εύχομαι όλα σας τα σχέδια να πραγματοποιηθούν.
- Κ.Κ.: Σας ευχαριστώ κι εγώ. Ευχαριστήθηκα πολύ που ήρθα στη Λευκάδα και παρουσίασα κι εδώ τα έργα μου.

   Όταν ολοκληρώθηκε η συνέντευξη, ο κ. Καμπελόπουλος πετάχτηκε από την καρέκλα του και με το μυθικό του ψαλίδι, μου κούρεψε τα μαλλιά. Καταμεσής της πλατείας, ώρα πρωινή, με έναν σχεδόν παιδικό ενθουσιασμό. Παρά τις αρχικές μου αντιρρήσεις, το αποτέλεσμα τον δικαίωσε. Άλλωστε, δεν μπορούσα να αρνηθώ. Με είχε πείσει, ήδη, με μία φράση που ξεστόμισε την πρώτη ημέρα της γνωριμίας μας. Σε ερώτηση μου τι τον ώθησε να γίνει κομμωτής, μου απήντησε ότι αισθανόταν ότι με αυτόν τον τρόπο βοηθούσε τη γυναίκα να βρει τη βασιλικότητά της! 

   Χάρηκα πολύ που γνώρισα τον κ. Καμπελόπουλο, έναν καλλιτέχνη αναγνωρισμένο διεθνώς και για τις δύο του δημιουργικές φύσεις, του κομμωτή και του γλύπτη. Μα περισσότερο χάρηκα, γιατί συνάντησα έναν άνθρωπο απλό, ευγενικό, συνειδητοποιημένο, θα έλεγα σοφό. Έναν άνθρωπο που τα χρόνια δεν τον έχουν βαρύνει και διατηρεί τον καλλιτεχνικό του οίστρο αμείωτο. Γνωρίζει πώς να απολαμβάνει όλες τις μικροχαρές της καθημερινότητας, ζώντας μια ζωή γεμάτη με χίλιες και μία συγκινήσεις και πρωτιές.

Ματίνα Βεντούρα / matventura777@gmail.com

Οι "Locomondo" καλεσμένοι της "Δόξας" Λευκάδας


   Στο πλαίσιο των εκδηλώσεων που οργάνωσε η Δόξα Λευκάδας για το φετινό καλοκαίρι, στις 16 Αυγούστου είδαμε και ακούσαμε στο “Kbeach bar στη Νικιάνα, το συγκρότημα “Locomondo”. Ήταν πολλοί αυτοί- ντόπιοι και τουρίστες- που προσήλθαν στο χώρο της συναυλίας, ώστε να ακούσουν τα τραγούδια του συγκροτήματος, που έχουν την ιδιαιτερότητα να συνδυάζουν τους ήχους της Καραϊβικής με τον ελληνικό στίχο. Το πλήθος δέχθηκε το συγκρότημα όλο ενθουσιασμό, χορεύοντας και τραγουδώντας μαζί του. Για όσους παραπονέθηκαν ότι οι “Locomondo” δεν έμειναν αρκετή ώρα στη σκηνή, να πούμε ότι ο τραγουδιστής του συγκροτήματος Μάρκος Κούμαρης ήταν ασθενής, με αποτέλεσμα να ακυρωθούν οι συναυλίες τους των επομένων ημερών, στην Κέρκυρα και τους Παξούς, αντίστοιχα. Πάντως, η βραδιά ήταν επιτυχημένη, καθότι όσοι ήταν εκεί φάνηκε να το διασκεδάζουν πολύ, μέσα σε μία ατμόσφαιρα γενικότερης χαλάρωσης και ευθυμίας. Και όλα αυτά, δίπλα στο κύμα!
 
Ματίνα Βεντούρα / matventura777@gmail.com      

Ευγενής Άμιλλα

   Ευγενής Άμιλλα. Μία έννοια ξεχασμένη στις μέρες μας. Βέβαια, ο καθένας κατεβαίνει στο πεδίο της μάχης με το δικό του "οπλοστάσιο". Με ό,τι διαθέτει στην ψυχή και το μυαλό του. Ακόμα και το DNA παίζει ρόλο καθοριστικό σε σχέση με το τι είδους αγωνιστής είναι, τελικά, ο καθένας μας.
    Είναι λυπηρό να διαπιστώνεις ότι κάποιος παίζει "βρώμικα". Ότι προτιμά να λασπολογήσει, να κινηθεί υπογείως και πισώπλατα, παρά να σε κοιτάξει θαρρετά, κατάματα, και να διαπραγματευθεί μαζί σου αυτό ακριβώς που επιθυμεί.
   Είναι λυπηρό, κυρίως, για τον ίδιο. Γιατί η ανασφάλεια και η δυστυχία του είναι τέτοια που δεν του επιτρέπουν να διαφυλάξει και να διαφυλαχθεί. Να προστατεύσει ό,τι πολυτιμότερο προκειμένου για την υγιή του θωράκιση: την αξιοπρέπεια και την ψυχική του ισορροπία.
   Επιζητώ ένα βλέμμα θαρρετό... Έτσι! Για να διαψευστώ...

Ματίνα Βεντούρα / matventura777@gmail.com

Παρασκευή 20 Αυγούστου 2010

Η Επίσκεψη του Ιάπωνα Πρέσβη στη Λευκάδα



   Στις αρχές του Αυγούστου, επισκέφθηκε τη Λευκάδα ο κ. Hiroshi TODA, Πρέσβης της Ιαπωνίας στην Ελλάδα, συνοδευόμενος από τη σύζυγό του και τον συλλέκτη έργων τέχνης κ. Τάκη Ευσταθίου. Ο κ. Hiroshi TODA ανέλαβε τα νέα του καθήκοντα ως Πρέσβης της Ιαπωνίας στην Ελλάδα στα τέλη του Ιουλίου 2010. Η επίσκεψη του στη Λευκάδα ήταν το πρώτο, επίσημο ταξίδι που πραγματοποίησε υπό τη νέα του ιδιότητα. Αιτία στάθηκε η έκθεση σύγχρονης τέχνης με τον τίτλο «Το Ανοιχτό Μυαλό του Λευκάδιου Χέρν», που πραγματοποιήθηκε στην Αίθουσα του Πολιτιστικού Κέντρου του Δήμου Λευκάδας, έως τις 5 Αυγούστου.
   Μετά την επίσκεψη του στην έκθεση, ο Πρέσβης κατέθεσε άνθη στην προτομή του Λευκάδιου Χερν, τιμώντας τον εθνικό συγγραφέα της Ιαπωνίας. Αξιοσημείωτη είναι η δωρεά δέκα έργων παραδοσιακής, ιαπωνικής, ζωγραφικής τέχνης, γνωστής ως sumi-e,  που πραγματοποιήθηκε από τον Πρέσβη και τον κ. Ευσταθίου προς τιμήν του Λευκάδιου Χέρν, για την επέτειο των 160 χρόνων από τη γέννησή του (1850-2010), στο Πνευματικό Κέντρο του Δήμου Λευκάδας. Τα συγκεκριμένα έργα τοποθετήθηκαν στο χώρο που βρίσκεται λίγο πριν την αίθουσα της Πινακοθήκης.  Στη φωτογραφία διακρίνονται ο Δήμαρχος Λευκάδας κ. Φέτσης, η Έφορος Αιθουσών Τέχνης κ. Νικοδήμου, ο Πρέσβης κ. Hiroshi TODA μετά της συζύγου του, και ο κ. Ευσταθίου.

Ματίνα Βεντούρα / matventura777@gmail.com    

Παρουσίαση Βιβλίου στο Κηποθέατρο


Οι συντελεστές της βραδιάς
    Κατά την παρουσίαση του βιβλίου «Τοπία της Φύσης και του Μύθου, Περίπατος στη Λίμνη Τριχωνίδα», που πραγματοποιήθηκε στις τριάντα Ιουλίου στο Κηποθέατρο,  επικράτησε ατμόσφαιρα οικογενειακή. Η κα Έφη Παπαθεοδώρου- η γνωστή μας «Θεοπούλα»- προλόγισε το βιβλίο και μας σύστησε μία-μία τις φιγούρες με τις οποίες μας παρουσίασε στη συνέχεια ένα μικρό, θεατρικό δρώμενο. Ο βάτραχος, η κότα, η πεταλούδα, η πυγολαμπίδα της λίμνης Τριχωνίδας ενέπνευσαν την κα Χαρά Παπαθεοδώρου, ζωγράφο, που δημιούργησε τις αντίστοιχες φιγούρες. Οι συγγραφείς του βιβλίου, κα Ειρήνη Παπαθεοδώρου και κος Horst Schroder, «ξεφύλλισαν» το βιβλίο μέσω της παρουσίασης φωτογραφιών και της ανάγνωσης αποσπασμάτων. Η πιανίστρια, Μαρία Φατούρου, συνόδευσε με τη μουσική της τα τραγούδια του θεατρικού κομματιού. Χαμογελαστή κι ευπροσήγορη, ανταποκρίθηκε άμεσα στο κάλεσμα, με συνέπεια κι επαγγελματισμό.
   Ήταν μία πολύ ευχάριστη βραδιά για όλους όσους την παρακολούθησαν. Μάλιστα, μόλις ολοκληρώθηκε η παρουσίαση, όλοι οι φίλοι της κας Έφης, μικροί και μεγάλοι, έσπευσαν να της μιλήσουν και να φωτογραφηθούν μαζί της, κι εκείνη δεν χάλασε χατίρι σε κανέναν. Για ακόμα μια φορά, η «Θεοπούλα» κατάφερε να δημιουργήσει ένα κλίμα παρέας, που το χαρήκαμε πολύ!

Ματίνα Βεντούρα / matventura777@gmail.com   

Έκθεση Ζωγραφικής - Σχεδίων Κώστα Γλένη


   Ο ζωγράφος Κώστας Γλένης, ένας από τους Λευκαδίτες μαθητές του Θεόδωρου Στάμου, εξέθεσε τα έργα του στην Αίθουσα Τέχνης του Δήμου Λευκάδος, από τις αρχές έως και τα μέσα του Αυγούστου. Στην έκθεση- που ονομάστηκε «Επιλογή»- παρουσιάστηκαν επιλεγμένοι πίνακες από το διάστημα δημιουργίας του ζωγράφου, από το 1977 έως και το 2007. Για να περιγράψω εύστοχα την αίσθηση που μου άφησαν τα έργα, θα δανειστώ τα λόγια του Ed.Meneeley, γλύπτη, όπως περιλαμβάνονται στο σημείωμα που συνόδεψε την έκθεση: «… Ο Γλένης έχει ένα ιδιαίτερο πάθος για τα χρώματα, πράγμα που είναι σύμφυτο με τη νησιώτικη κουλτούρα κι ένα ένστικτο που τον υπηρετεί καλά, καθώς φαίνεται να έχει πλήρη επίγνωση αυτής της καλλιτεχνικής αίσθησης μέσα του… Η ζωγραφική του επιδεξιότητα είναι προχωρημένη… ».
   Μόνο μου παράπονο ότι πέρασα από την έκθεση αρκετές φορές, προσπαθώντας να εντοπίσω τον καλλιτέχνη, μα δεν τα κατάφερα. Είναι μικρή η Λευκάδα. Ας μην χανόμαστε.

Ματίνα Βεντούρα / matventura777@gmail.com

Εγκαίνια Πινακοθήκης Δήμου Λευκάδας


Οι καλλιτέχνες-δωρητές
   Μετά από αρκετά χρόνια προσπαθειών- προσανατολισμένων κυρίως στη συλλογή πινάκων ζωγραφικής- στις εννέα Αυγούστου, στο Δημαρχείο, έγιναν τα εγκαίνια της Πινακοθήκης του Δήμου Λευκάδας, στην αίθουσα που μέχρι πρόσφατα καλούνταν Αίθουσα Πολιτιστικού Κέντρου. Την έναρξη των εγκαινίων κήρυξε η κ. Άννα Νικοδήμου, Έφορος Αιθουσών Τέχνης, η οποία αρχικά ευχαρίστησε τον Δήμαρχο Λευκάδας κ. Φέτση, καθώς και το Πνευματικό Κέντρο του Δήμου, και συγκεκριμένα τον Αντιπρόεδρό του κ. Θερμό, για τη βοήθεια και την αμέριστη συμπαράσταση τους, προκειμένου για την ολοκλήρωση του έργου της Πινακοθήκης. Έπειτα, αναφέρθηκε στην κ. Θεοδώρα Γεωργάκη λέγοντας ότι δεν είναι μία απλή υπάλληλος του Πνευματικού Κέντρου, και ότι έχει αγαπήσει πραγματικά τη δουλειά που κάνει, συμβάλλοντας σημαντικά σε αυτήν. Ευχαρίστησε τους καλλιτέχνες- Έλληνες και ξένους- που δώρισαν τα έργα τους, και δήλωσε ότι η Πινακοθήκη ανήκει σε όλη τη Λευκάδα. Στη συνέχεια, το λόγο πήραν ο κ. Φέτσης, ο κ. Θερμός, η κ. Γεωργάκη, και δύο εκ των καλλιτεχνών - δωρητών, ο κ. Σίδερης και ο κ. Σταύρακας. Ειδική αναφορά έκανε η κ. Νικοδήμου στο μεσαίο τοίχο της πρώτης αίθουσας της Πινακοθήκης, του οποίου τα έργα προέρχονται από τους καλλιτέχνες που συνιστούσαν την άτυπη Σχολή Ζωγραφικής του Θεόδωρου Στάμου. Μεταξύ των έργων, βρίσκεται και μία μεταξοτυπία του δασκάλου τους.
   Η Πινακοθήκη και τα έργα της μας περιμένουν να τα επισκεφθούμε στο κτήριο του Δημαρχείου. Όλοι μας πρέπει να πάμε και να αποκτήσουμε και το πολυτελές Λεύκωμα που εκδόθηκε για την περίσταση των εγκαινίων, και το οποίο περιλαμβάνει όλα τα έργα που οι καλλιτέχνες γενναιόδωρα παραχώρησαν στην Πινακοθήκη.

Ματίνα Βεντούρα / matventura777@gmail.com

Διπλά Εγκαίνια & "Η Λευκάδα του 1959" στη Βιβλιοθήκη Λευκάδας

Άποψη της Έκθεσης στην αυλή της Βιβλιοθήκης

Ο κ. Κάρολος Καμπελόπουλος με την υπογράφουσα
   Στην αυλή της Δημόσιας Βιβλιοθήκης Λευκάδας, στις επτά Αυγούστου, πραγματοποιήθηκε η έναρξη της έκθεσης γλυπτικής του κ. Κάρολου Καμπελόπουλου- που ήταν και το τιμώμενο πρόσωπο της βραδιάς-, καθώς και της έκθεσης φωτογραφίας του κ. Κώστα Μπαλάφα, ο οποίος δεν κατάφερε να είναι κοντά μας, αλλά μας έστειλε τους χαιρετισμούς και τις ευχαριστίες του, μέσω του αντιπροσώπου της Leica Company, κ. Γιάννη Κανελλόπουλου. Την παρουσίαση των εκθέσεων συνόδευσε η πρώτη παγκόσμια προβολή της ταινίας του Κώστα Μπαλάφα, με θέμα τη Λευκάδα του 1959, της οποίας η επεξεργασία και το μοντάζ έγινε από το φίλο του καλλιτέχνη, κ. Δημήτρη Βίκτωρ.
   Μπαίνοντας στην αυλή της Βιβλιοθήκης, μας καλωσόρισαν οι προτομές του Καζαντζάκη, της Κάλλας και του Καβάφη- έργα του κ. Καμπελόπουλου-, ενώ τους τοίχους του κτηρίου κοσμούσαν οι φωτογραφίες του κ. Μπαλάφα, με θέματα από τις Αλυκές Λευκάδας, την ορεινή Ήπειρο και τα νησιά του Αιγαίου.
   Οι προτομές προσέδωσαν στο χώρο μία αύρα μεγαλοπρέπειας. Μία αίσθηση ότι όλοι αυτοί οι σπουδαίοι βρίσκονται- με έναν τρόπο- ανάμεσά μας, θυμίζοντάς μας την ιστορία και το έργο τους. Τα γλυπτά, μετά το τέλος της βραδιάς, μεταφέρθηκαν στην Αίθουσα Τέχνης «Φαλκώνης», που άνοιξε πρόσφατα, όπου και έμειναν έως και τις 14 Αυγούστου. Εκεί, ενώθηκαν με την προτομή του Ανδρέα Βουτσινά- του θεατράνθρωπου και φίλου του γλύπτη από το Παρίσι-, καθώς και με άλλα ενδιαφέροντα γλυπτά, συνθέτοντας μία έκθεση ξεχωριστή, ενός ξεχωριστού καλλιτέχνη, δημιουργίες του οποίου βρίσκονται σε μουσεία ανά τον κόσμο. Επισκεπτόμενη την έκθεση, ο κ. Καμπελόπουλος, με προθυμία μου εξήγησε ό,τι ήθελα να μάθω. Συγκεκριμένα, για την προτομή του Ανδρέα Βουτσινά, μου εξομολογήθηκε ότι τον δυσκόλεψε αρκετά, καθότι το καπέλο που συνήθιζε να φορά ως σήμα κατατεθέν του, ήταν πάνινο και τσάκιζε σε πολλές μεριές, πράγμα που προσπάθησε να αποδώσει επακριβώς. Επιπλέον, μου εξήγησε τη διαφορά στο βλέμμα. Το ένα μάτι ήταν πονηρό, το άλλο μελαγχολικό. Οι δύο αντίθετες όψεις της ίδιας προσωπικότητας.
   Αρκετή ώρα σταθήκαμε μπροστά στην προτομή της Μαρίας Κάλλας, την οποία ο κ. Καμπελόπουλος γνώριζε προσωπικά, οπότε είχα την τύχη να μου αφηγηθεί αρκετά περιστατικά και ιστορίες από τη ζωή της. Στο επόμενο φύλλο, στις 27 Αυγούστου, θα δημοσιευθεί η συνέντευξη του καλλιτέχνη και θα ξεδιπλωθεί η μυθιστορηματική ζωή του, ταξιδεύοντάς μας από το Κάιρο της Αιγύπτου- επί Βασιλείας Φαρούκ- έως το Παρίσι της μόδας και της καλλιτεχνικής δημιουργίας, στο οποίο εργάστηκε και καθιερώθηκε ως ο κομμωτής των διασημοτήτων! Τα ικανά του χέρια περιποιήθηκαν τις κόμες της Σοφίας Λόρεν, της Κατρίν Ντενέβ, της Μπριζίτ Μπαρντό, της Μελίνας Μερκούρη, της Αλίκης Βουγιουκλάκη και άλλων γνωστών γυναικών.
   Από την άλλη μεριά, οι φωτογραφίες του Κώστα Μπαλάφα. Ως ανάμνηση μιας άλλης εποχής. Εικόνες μόχθου και καθημερινότητας της Ελλάδας των περασμένων δεκαετιών. Μοναδική η σειρά φωτογραφιών που απεικονίζει τις Λευκαδίτισσες που εργάζονταν στις αλυκές του νησιού. Με αιχμαλώτισε το βλέμμα μιας από αυτές. Μια ματιά τραχιά και δουλεμένη, απόρροια μιας σκληροτράχηλης ζωής, δείγμα δύναμης ψυχικής.
   Έχει πει, χαρακτηριστικά, ο φωτογράφος για τις Λευκαδίτισσες των αλυκών: «Ήταν σαν τις Καρυάτιδες σε κόντρα φως», συμπληρώνοντας: «Με τους τεντζερέδες τους που ήταν γεμάτοι αλάτι, να πηγαινοέρχονται σε διαγώνιες γραμμές μέσα στο κάτασπρο από το αλάτι τοπίο των αλυκών».
   Το τοπίο και οι άνθρωποι της Λευκάδας, ενέπνευσαν τον καλλιτέχνη να γυρίσει και μία ταινία μικρού μήκους, την οποία είχαμε τη χαρά να δούμε, το βράδυ της 7ης Αυγούστου, στην αυλή της Βιβλιοθήκης, όπου προβλήθηκε για πρώτη-πρώτη φορά. Η Λευκάδα του 1959 ξαναζωντάνεψε μπροστά στα μάτια μας. Σκηνές από την πρωινή ψαριά, το λευκαδίτικο γάμο- με έθιμα ξεχασμένα στο χρόνο-, το γαμήλιο γλέντι με παραδοσιακούς χορούς του τόπου, και τέλος, τις αλυκές του νησιού. Άνδρες και γυναίκες, Λευκαδίτες και Λευκαδίτισσες, δούλευαν σκληρά, ξυπόλητοι, κάτω από το λιοπύρι, μαζεύοντας το αλάτι. Οι γυναίκες μετέφεραν το αλάτι μέσα σε κοφίνια, τοποθετημένα στα κεφάλια τους, πιστές στην παράδοση. Το κοφίνι της καθεμιάς έφερε κι έναν αριθμό. Προφανώς, για το τελικό μέτρημα και τη σωστή πληρωμή. Στις τελευταίες σκηνές της ταινίας, εμφανίζονται να κολατσίζουν τρώγοντας ψωμί.
   Η ταινία μου άφησε μία γλυκιά γεύση και την αίσθηση ότι η απλότητα εμπεριέχει την ουσία. Οι άνθρωποι του τότε μου φάνηκαν δουλεμένοι, κουρασμένοι, μα συνάμα χαρούμενοι, αγνοί κι ευτυχισμένοι. Έκανα πολλές αναγωγές σε σχέση με το σήμερα. Μα αυτό είναι μια άλλη κουβέντα. Ας μην ξεφύγω από το θέμα, που είναι, βεβαίως, η ταινία του Κώστα Μπαλάφα. Ένα σπάνιο ντοκουμέντο που πρώτοι εμείς έχουμε τη μεγάλη τύχη να παρακολουθήσουμε. Κι αυτό, γιατί κάθε βράδυ, στις εννέα και μισή, μέχρι τις 22 Αυγούστου, η ταινία θα προβάλλεται στην Αίθουσα Τέχνης «Φαλκώνης», στην οποία μεταφέρθηκε και η έκθεση φωτογραφίας του καλλιτέχνη.
   Ήταν πολλοί αυτοί που τίμησαν την εκδήλωση των διπλών εγκαινίων και της προβολής της ταινίας. Άνθρωποι που παρακολουθούν τα πολιτιστικά δρώμενα και διψούν για νέες γνώσεις και εκλεπτυσμένα θεάματα. Η αυλή της Βιβλιοθήκης, πραγματικά, γέμισε από κόσμο.
   Σύμφωνα με το πρόγραμμα της βραδιάς, χαιρέτισαν το κοινό ο κ. Κάρολος Καμπελόπουλος, η κ. Μαρία Ρούσσου- προϊσταμένη της Δημόσιας Βιβλιοθήκης Λευκάδας-, ο κ. Γιάννης Φαλκώνης- ενορχηστρωτής του όλου εγχειρήματος-, και ο κ. Γιάννης Κανελλόπουλος- φωτογράφος και συνεργάτης της Leica Company, στην οποία ανήκουν και οι φωτογραφίες της έκθεσης. 
   Η εκδήλωση ήταν μεστή, από πολλές απόψεις. Είναι, πάντως, ενθαρρυντικό να ανοίγουν νέοι χώροι εκθέσεων, να αναδεικνύονται οι δημιουργίες παλιών και νέων καλλιτεχνών, να ξεκλειδώνουν συρτάρια και να βγαίνουν θησαυροί, και να γίνεται ένα γενικότερο αλισβερίσι ιδεών, απόψεων και ματιών αισθητικών. Γιατί μόνο μέσω της αλληλεπίδρασης- ειδικά όταν το φόντο αυτής είναι η τέχνη-, προωθείται η ανάπτυξη κι εξευγενίζονται οι άνθρωποι.

Ματίνα Βεντούρα / matventura777@gmail.com

Παιδόφιλοι & Παιδοφιλία

   Παρακολουθώντας την επικαιρότητα, διαπιστώνω ότι οι ειδήσεις είναι κυρίως άσχημες. Στην ασχήμια της σημερινής πραγματικότητας, προστίθενται και οι ειδήσεις για συλλήψεις παιδόφιλων, που διαρκώς πυκνώνουν τελευταίως. Δεν ξέρω αν μόνο εγώ ανησυχώ για το φαινόμενο αυτό που γενικά λέγεται, μα δεν πολυσυζητιέται. Εκτενώς και δημοσίως, ώστε να υπάρξει σωστή ενημέρωση για την αποφυγή δυσάρεστων περιστατικών που μπορεί να διαστρεβλώσουν ψυχές κι ολόκληρες ζωές.
   Τις προάλλες, συγκεκριμένα, μάθαμε για τη σύλληψη ενός νομαρχιακού υπαλλήλου στην Άρτα, ο οποίος χρησιμοποιούσε ακόμα και τον υπολογιστή που του είχε διατεθεί από την υπηρεσία του- προκειμένου να εξυπηρετεί τους συμπολίτες του-, για να ικανοποιεί τον αρρωστημένο ψυχισμό του, συλλέγοντας αρχεία με παιδοφιλικό υλικό. Στο λεξικό, παιδοφιλία και παιδεραστία είναι λέξεις συνώνυμες.
    Άλλο περιστατικό, ένας "ρεπόρτερ" της επαρχίας που τον πρόβαλλαν τα αθηναϊκά μέσα ως αστεία κι αξιοπερίεργη ατραξιόν, κι όλοι εμείς γελάγαμε μαζί του, χωρίς κανείς μας να υποψιάζεται την επικινδυνότητά του. Ακόμη ένα συμβάν, εντοπίστηκε πρόσφατα και στο Βόλο. Επιχειρηματίας αυτή τη φορά.
   Είναι συχνές οι ειδήσεις αυτού του περιεχομένου που αφορούν είτε σε Έλληνες, είτε σε ξένους. Η αρρώστια, βέβαια, δεν γνωρίζει εθνικότητες, κοινωνικά και εισοδηματικά στρώματα, ηλικίες και αξιώματα. Είναι δίπλα μας. Και αν νομίζουμε ότι δεν μας αφορά, ίσως αύριο, άντε μεθαύριο, μπορεί και να μας χτυπήσει την πόρτα. Γι' αυτό, ας μην εφησυχάζουμε. Είναι θεμιτή η μετρημένη καχυποψία απέναντι σε χαριτωμένα τηλεοπτικά διαφημιστικά- που καλλιεργούν, όμως, νοήματα νοσηρά-, καθώς και σε συμπεριφορές και βλέμματα διπλανά...

Ματίνα Βεντούρα / matventura777@gmail.com