Όταν ο Θόδωρος Αγγελόπουλος- ο ποιητής του κινηματογράφου- αναγορεύθηκε Επίτιμος Δημότης Λευκάδας, με πρωτοβουλία της κινηματογραφικής λέσχης του Μουσικοφιλολογικού Συλλόγου "'Ορφέα".
Γερμανοί στρατιώτες σταματούν ένα λεωφορείο γεμάτο Έλληνες στην ευθεία που χωρίζει τη θάλασσα στα δύο πριν από το Κάστρο της Λευκάδας. Οι στρατιώτες μπαίνουν μέσα στο λεωφορείο και διατάζουν φωνάζοντας τους επιβάτες να κατέβουν. Ανάμεσά τους γυναίκες και παιδιά. Ανάμεσά τους και η Μάνα μου που με κρατά από το χέρι σφιχτά. Τα παιδικά μάτια μου αιχμαλωτίζουν κάθε στιγμή. Μια στιγμή, μια αιωνιότητα. Φυσικά δεν έζησα τον πόλεμο του 1940. Τα παραπάνω αποτελούν μια σκηνή από την θρυλική ταινία «Ο ΘΙΑΣΟΣ» του Θεόδωρου Αγγελόπουλου που γυρίστηκε μεγάλο της μέρος στην Λευκάδα.
Θυμάμαι το εσωτερικό του Κάστρου να έχει μεταβληθεί σε στρατόπεδο των Γερμανών κατακτητών. Θυμάμαι που ο πατέρας μου με πήρε μαζί του και μπήκαμε από ένα μικρό παράθυρο του Κάστρου από την πλευρά της θάλασσας, σε ένα υγρό πέρασμα γεμάτο «σταλακτίτες» για να βγούμε στις πολεμίστρες του Κάστρου και να παρακολουθήσουμε ολόκληρη τη σκηνή της απελευθέρωσης.
Ήταν τόσο ζωντανές ΟΙ ΜΝΗΜΕΣ των ανθρώπων από τον 2ο Παγκόσμιο Πόλεμο, τον Εμφύλιο, τις εξορίες και τους αγώνες για ελευθερία και δημοκρατία, τόσο μεγάλες οι πληγές και από την Δικτατορία που η σκηνή της απελευθέρωσης στο «ΘΙΑΣΟ» είχε την λυτρωτική δύναμη μιας αληθινής απελευθέρωσης.
Στην εποχή εκείνη των μεγάλων προσδοκιών, του μεγάλου φόβου, υπήρχαν πάρα πολλά ζητούμενα. Το μεγάλο ποσοστό της Αριστεράς στη Λευκάδα βοήθησε στην κινητοποίηση μεγάλου πλήθους που συμμετείχε στα γυρίσματα της ταινίας.
Ακόμη και αναβάτες με τ’άλογά τους κατέβηκαν από τους Τσουκαλάδες για να συμμετάσχουν ως αντάρτες απελευθερωτές καλπάζοντας στην αμμουδιά που ξεκινά από το νησάκι του Αη Νικόλα και εισβάλλοντας στο Κάστρο (σκηνή που φέρνει στη μνήμη και τον Άγγελο Σικελιανό που κάλπαζε με το άλογο μαζί με την Εύα στην ίδια αμμουδιά πριν από πολλά χρόνια και που αγωνίστηκε και αυτός με κάθε τρόπο για την απελευθέρωση της Ελλάδας).
Όλη σχεδόν η Λευκάδα παθιάστηκε με τα γυρίσματα της ταινίας. Ιδιαίτερα όμως ο σπουδαίος φίλος του Θ. Αγγελόπουλου και αυτός από τους Τσουκαλάδες Σπύρος Σταματέλος, ο γνωστός «ΜΕΛΙΣΣΟΚΟΜΟΣ». Βοήθησε σε όλες τις σκηνές του «ΘΙΑΣΟΥ» αλλά και του «ΜΕΓΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ», στις σκηνές της φυλακής που γυρίστηκαν στις φυλακές της Λευκάδας όπου είχε φυλακιστεί και ο ίδιος για τις πολιτικές του πεποιθήσεις. Ο Σπύρος Σταματέλος ως επιστήθιος φίλος του σκηνοθέτη ενέπνευσε και τον κεντρικό ρόλο της ταινίας του «Ο ΜΕΛΙΣΣΟΚΟΜΟΣ» με τον Μ.Μαστρογιάννι, κατακτώντας την αθανασία.
Ο «Θίασος» είχε παγκόσμια αναγνώριση και συγκαταλέγεται ανάμεσα στις 44 κορυφαίες ταινίες του παγκόσμιου σινεμά. Κάθε χρόνο ψηφίζεται στις πρώτες θέσεις της ιστορίας του σινεμά από τους κορυφαίους κριτικούς του κόσμου.
Κατέκτησε τις κορυφαίες διακρίσεις : 1975. Βραβείο Διεθνούς Ένωσης Κριτικών Κινηματογράφου (Fipresci) στο Φεστιβάλ των Καννών. Βραβείο καλύτερης ταινίας, σκηνοθεσίας, σεναρίου, Α΄ ανδρικού ρόλου (Βαγγέλης Καζάν), Α΄ γυναικείου ρόλου (Εύα Κοταμανίδου), Πανελλήνιας Ένωσης Κριτικών Κινηματογράφου (ΠΕΚΚ) στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης. «Ειδικό βραβείο» στο Φεστιβάλ της Ταορμίνα. Βραβείο Interfilm στο Φόρουμ του Βερολίνου. Βραβείο ege d’Or (καλύτερη ταινία της χρονιάς), Βρυξέλλες. 1976. Βραβείο Figueira das Foss, Πορτογαλία. 1979. Βραβείο B.F.I. καλύτερης ταινίας της χρονιάς, Λονδίνο. Μέγα Βραβείο των Τεχνών, Ιαπωνία. Βραβείο καλύτερης ταινίας της χρονιάς, Ιαπωνία. «Καλύτερη ταινία της δεκαετίας 1971-1980», από την Ένωση Κριτικών Κινηματογράφου της Ιταλίας. «44η καλύτερη ταινία στην Ιστορία του Παγκόσμιου Κινηματογράφου», από τη Διεθνή Ένωση Κριτικών Κινηματογράφου.
Χαρακτηριστικό συμβάν που δείχνει την αποδοχή της ταινίας είναι το παρακάτω : Ο κορυφαίος Γερμανός σκηνοθέτης Βέρνερ Χέρτζοκ όταν βγήκε από την προβολή της ταινίας «Ο ΘΙΑΣΟΣ» γονάτισε υποκλινόμενος μπροστά στον σκηνοθέτη Θ. Αγγελόπουλο. Οι μεγαλύτεροι σκηνοθέτες και κριτικοί του κόσμου μιλούσαν πλέον για έναν Έλληνα σκηνοθέτη και το έργο του !
Ο «Θίασος» συνδέεται άρρηκτα με την Λευκάδα γιατί σ’αυτήν έγινε ένα πολύ μεγάλο μέρος των γυρισμάτων της ταινίας – με τη συμμετοχή του λαού της Λευκάδας. Τα γυρίσματα έγιναν στο Κάστρο της Αγίας Μαύρας, στο δρόμο προς το Κάστρο, στο δρόμο προς τον Πόντε, στην αμμουδιά απέναντι από το νησάκι του Άγγελου Σικελιανού, στο Τολ μπροστά από τον τότε κινηματογράφο «Φοίνικα». Εκεί εκτυλισσόταν ο Μύθος των Ατρειδών μεταφερμένος στη Νεώτερη Μεταπολεμική Ελλάδα, στη ζωή ενός Θιάσου.
Ακολουθεί ο χειμαρρώδης λόγος του Θόδωρου Αγγελόπουλου.
«….Πήγαμε με την Αλίκη Γεωργούλη και τους είπαμε τι ήταν η ταινία και γιατί έπρεπε να έρθουν και ήρθαν. Ήταν καθολική η συμμετοχή. Γέμισε ο δρόμος μέχρι κάτω. Όλη η Λευκάδα τραγουδούσαν το «λαέ βασανισμένε» αλλά επειδή δεν μπορούσαν να το πουν έλεγαν τον εθνικό ύμνο. Απίστευτες στιγμές και μέσα στο κάστρο και στις φυλακές. Δουλεύαμε σε ένα κτίριο και ενώ κάποιοι γράφανε συνθήματα στους τοίχους έξω φυλάγανε τσίλιες για την αστυνομία. Κάναμε μια προβολή της κόπιας εργασίας, αυτό που γυρνούσαμε δηλαδή, στον κινηματογράφο και φοβήθηκε ο προβολατζής. Έπαθε πανικό. Ή στην φυλακή που μπήκαμε παράνομα. Πραγματικά όλη η Ελλάδα έχει αλλάξει ! Οι εικόνες της Ελλάδας είναι διαφορετικές….
…Είχα πρωτοέρθει σε μια προβολή της «Αναπαράστασης» στην κινηματογραφική λέσχη, πριν το ΄73 και, ήταν πάλι δικτατορία και θυμάμαι τις προβολές. Θυμάμαι επίσης μια προβολή στην Πάτρα, που την είχαν οργανώσει φοιτητές. Η αίθουσα γέμισε. Ο καθένας μου συστηνόταν με την φυλακή του. Γιώργος 3 μήνες φυλακή κ.λ.π. Στο βάθος ήταν η αστυνομία. Όταν τελείωσε η ταινία χειροκρότημα, λουλούδια κ.λ.π. κ.λ.π. Σηκώνεται ένα κορίτσι και ρωτάει : Κύριε Αγγελόπουλε σε εκείνη την σκηνή θέλατε να πείτε αυτό που καταλάβαμε; Απαντάω μάλιστα. Χειροκρότημα. Οπότε η αστυνομία δεν είχε αντικείμενο. Ήταν ένας έμμεσος λόγος. Με αυτό τον τρόπο γύρισα τις «Μέρες του 36» όπου τίποτε δεν λέγεται, όλα είναι έμμεσα. πάλι με θέμα την Δικτατορία του Μεταξά. Με είχε διδάξει η «Αναπαράσταση». Είναι μνήμες, ….μνήμες σε κάθε χώρο. Τότε γνώρισα και τον Σπύρο, στο θίασο, που με ακολούθησε μετά. Τον ξαναχρησιμοποίησα τότε αλλά πέρα από αυτό έγινε φίλος μου και μου είπε τον τρόπο να κάνω μια ταινία με τον «Μελισσοκόμο». Η ταινία είναι εμπνευσμένη από αυτό το Λευκαδίτη. Είχαμε επαφή μέχρι το θάνατό του…Παλιές αμαρτίες γλυκαίνονται με το χρόνο !
…Λευκάδα…Αυτό που βλέπει κανείς, τις αλλαγές, αλλά και αυτό που θυμάται… …Τώρα πόσο να μιλήσει κανείς για την σημερινή πραγματικότητα. Δεν μπορώ να μιλήσω. Στον χώρο όμως βλέπω μια μεγάλη τουριστική ανάπτυξη αν δεν κάνω λάθος, εύχομαι αυτό να είναι για καλό.
…Πόσο ισχυρή μπορεί να είναι μια κινηματογραφική λέσχη ! Εδώ παρουσιάστηκε πριν 40 χρόνια η «Αναπαράσταση» η πρώτη μου ταινία και είμαι πάλι εδώ. Είναι σημαντικό να επιβιώνουν οι λέσχες και οι κινηματογράφοι.
Σε άλλες περιοχές δεν υπάρχουν τέτοια πράγματα. Ψάχνω για την νέα μου ταινία έναν παλιό κινηματογράφο στον Πειραιά, που να έχει διατηρηθεί λίγο παλιός και δεν βρίσκω. Ή έχουν κλείσει ή έχουν γίνει σούπερ μάρκετ ή έχουν αλλάξει. Με αναλογίες θα λέγαμε ότι το 60% των κινηματογράφων έχουν κλείσει ενώ έχουν πολλαπλασιαστεί τα μουλτιπλεξ. Αριθμητικά μπορεί να είναι ίδιες είναι όμως μούλτιπλεξ όχι σινεμά.
…Η καινούρια μου ταινία δεν θα είναι ασπρόμαυρη. Θα κάνω μια μαυρόασπρη μετά. Θέλω όμως πρώτα να τελειώσω το τρίτο μέρος της τριλογίας.
…Πήγα χθες στη Θεσσαλονίκη, σε ένα αφιέρωμα στον Κισλόφσκι, αυτόν τον πολύ σημαντικό Πολωνό σκηνοθέτη και πολύ καλό φίλο…
Και είδα την πρώτη του ταινία, ένα εξαιρετικό μαυρόασπρο φιλμ. Είχε σημάδια από τον χρόνο αλλά και μια μαγεία. Όλοι οι φωτογράφοι προτιμούν το μαυρόασπρο, δεν ξέρω γιατί. ίσως βγάζει κάτι διαφορετικό, ξεφεύγει από αυτό το ρεαλιστικό στοιχείο που έχει το χρώμα, η έγχρωμη πραγματικότητα. Γίνεται δηλαδή μια μετάβαση αλλού, παίρνει ένα στοιχείο πιο ποιητικό.
Εκείνη τη στιγμή χτυπάει το τηλέφωνο και απαντά : Γεια σου Μισέλ…
-Γ.Φ. : Πάντως δεν είναι τυχαίο το τηλεφώνημα του Μισέλ Δημόπουλου αυτή τη στιγμή, γιατί είναι αυτός που έκανε το ντοκυμανταίρ για το «ΘΙΑΣΟ».
-Θ.Α. : Βέβαια είχε έρθει κι εδώ. Μετά κάναμε το Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης με το Μισέλ. εγώ πρόεδρος του Φεστιβάλ κι αυτός διευθυντής. Ήταν κατά γενική ομολογία, η καλύτερη περίοδος του φεστιβάλ. Την τελευταία χρονιά που είμαστε στη Θεσσαλονίκη άλλαξε η κυβέρνηση και έγινε Υφυπουργός Πολιτισμού ο κ. Τατούλης, ακούγονταν διάφορα, ότι θα αλλάξει κι εμάς και μάλιστα κάπου είχε κι ο ίδιος αφήσει να εννοηθεί, όχι εμένα αλλά τον Δημόπουλο. Οπότε σε μία συνέντευξη τύπου του κάνω μια επίθεση μπροστά στους δημοσιογράφους, τα έχασε ! Τον ρωτώ τι πράγματα ήταν αυτά που έκανε. Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα να θυμώσει και να καταργήσει και εμένα και τον Δημόπουλο.
Βέβαια όταν αυτό μαθεύτηκε στο εξωτερικό έγινε χαμός. Μαζεύτηκαν τόσες υπογραφές στο internet όχι μόνο από τον κόσμο του κινηματογράφου αλλά και από τους πιο μεγάλους κινηματογραφιστές του κόσμου, εναντίον αυτής της ιστορίας, δεν μπορείτε να φανταστείτε. Σας αναφέρω χαρακτηριστικά ένα περιστατικό που συνέβη στο Τορόντο όπου καθόμουν σε ένα καφέ με τον διανομέα των ταινιών και περνούσαν από μπροστά δημοσιογράφοι από όλα τα μέρη του κόσμου και εξέφραζαν τηνν συμπαράστασή τους. Είχε επηρεάσει πάρα πολύ. Είναι πάντως γεγονός πως το φεστιβάλ είχε αποκτήσει ένα κύρος, είχε ανέβει πάρα πολύ.
…..Τώρα είναι μια δύσκολη περίοδος η οικονομική κρίση θα επηρεάσει τα πάντα. Δεν υπάρχουν λεφτά, θα υπάρξει ένα ψαλίδισμα των προϋπολογισμών, του φεστιβάλ και όλων των εκδηλώσεων. Αυτό πάντως που είναι πολύ άσχημο είναι ότι κάθε φορά που υπάρχει ένα πρόβλημα την πληρώνει ο πολιτισμός. Επειδή δεν μπορεί να κάνει απεργία ! Εμείς δεν κάνουμε απεργία. Δεν έχει κανένα νόημα να γίνει απεργία. Ούτε πολιτικό κόστος έχει, ούτε οικονομικό. Είναι στον αέρα και δεν έχει δυνατότητα πίεσης. Όμως κάποια στιγμή ανεξαρτήτως κυβέρνησης πρέπει να καταλάβουν ότι δεν μπορεί να πλήττουμε κάθε φορά τον πολιτισμό. Δεν μπορεί να σταματήσει ο κινηματογράφος και το θέατρο που το κόστος τους είναι ασήμαντο μπροστά στην συνολική ιστορία. Μπορούν να εκλογικευτούν ορισμένα έξοδα αλλά όχι να σταματήσουν. Αυτή είναι η δική μου άποψη και όχι μόνο δική μου.
Ένα τοπίο στην ομίχλη σε έναν κόσμο που δεν ξέρει που πάει !
….Επίκαιρη φράση. Το πρόβλημα είναι παγκόσμιο, ζούμε σε έναν κόσμο που έχει χάσει τον προσανατολισμό του. Δεν ξέρουμε που πάμε. Κατ’αρχήν υπάρχει πρόβλημα, οι οικονομολόγοι δεν ξέρουν προς τα πού να πάνε, έχει επανέλθει ο Μαρξ. Υπάρχει μια συζήτηση πάνω στον τρόπο που προσέγγιζε τον φιλελευθερισμό και τον καπιταλισμό. Ο καπιταλισμός πια δεν είναι μια λέξη που χρησιμοποιεί η αριστερά αλλά πλέον και η δεξιά. Πράγματα παράξενα που τα ανακαλύπτουμε τώρα, λόγω της κρίσης. Ανακαλύπτουμε ότι πρέπει να χρησιμοποιήσουμε έναν άλλο τρόπο προσέγγισης και της οικονομίας αλλά και της κοινωνίας. Πρέπει να βρούμε έναν άλλο τρόπο προσέγγισης των πραγμάτων !
….Νομίζω ότι θα βγούμε από την κρίση, με κόστος όμως. Πάντα πληρώνουν οι μη προνομιούχοι, είναι γεγονός αλλά ας θεωρήσουμε ότι αυτή τη φορά θα υπάρξει μια αναλογία κόστους. Θα πληρώσουν όλοι αν πρόκειται να βγούμε από την κρίση.
…..Καταρχήν αυτό που αγαπάει κανείς είναι το πρώτο του βλέμμα, κυρίως αυτό. Η «αναπαράσταση» είναι η αγαπημένη μου ταινία. Όταν βάζει κανείς το μάτι του για πρώτη φορά στον φακό και κοιτάζει, είναι μια δεύτερη ανακάλυψη του κόσμου εκτός από αυτή που έχει κάνει σαν άτομο. Μέσα από το φακό ανακαλύπτει ξανά τον κόσμο με έναν άλλο τρόπο. Νομίζω ότι αν αυτό που κάνεις σχετίζεται με πράγματα και ερωτήματα σημαντικά μαθαίνει. Και γίνεται για δεύτερη φορά το Πανεπιστήμιό του και κάθε φορά μαθαίνει. Έπειτα είναι το ταξίδι… το ταξίδι είναι μεγάλη ιστορία. Ανακαλύπτει χώρες, πράγματα, ανθρώπους, ιδέες, εικόνες, στιγμές μέθης. Έχω ταξιδέψει παντού μέσα από τις ταινίες μου. Το τελευταίο ταξίδι για τη «Σκόνη του χρόνου» έγινε στην Ρωσία και αλλού και ήταν ιδιαίτερα συγκινητικό όταν σε μια μικρή πόλη στο βόρειο Καζακστάν ανακάλυψα 5.000 Έλληνες που δεν μιλάνε ελληνικά λέγονται όμως Νίκος, Μαρία κ.α. Είχα 2.500 κομπάρσους και είχαν έρθει και οι Έλληνες. Και κοιτάζω….ήταν οι πιο υπομονετικοί, αυτοί που αισθάνονταν ότι έκαναν ένα χρέος. Τους κοίταζα ανάμεσα στους κομπάρσους και τους ξεχώριζα, είχαν μια γλυκύτητα στο πρόσωπο. Αυτοί ήταν οι Έλληνες. Και οι άλλοι πολλές φυλές, Ασιάτες, Γερμανοί του Βόλγα, διάφοροι…Αναγνώριζα από το πρόσωπο και τα μάτια τους Έλληνες. 35 υπό το μηδέν και να περιμένουν όλη μέρα. Πολύ δυνατές στιγμές. Δεν μπορείτε να φανταστείτε πόσο χαιρόταν. Ακόμα τηλεφωνιόμαστε…
«Η σκόνη του χρόνου» το δεύτερο μέρος μιας τριλογίας με σημάδεψε. Όταν γυρίζαμε την αιωνιότητα τα είχα πάρει όλα. Όλη την σειρά των βραβείων. Τότε ήταν που αρχίσαμε να μιλάμε για το τέλος του αιώνα του 20ου αιώνα. Και ήταν ο ΑΙΩΝΑΣ ! Γιατί είμαι γεννημένος και το μεγαλύτερο μέρος της ζωής μου είναι εκεί, η οικογένειά μου, τα παιδιά μου, οι έρωτές μου όλα, είναι εκεί. Και τι δεν μπορώ να πω γι’αυτόν τον αιώνα των μεγάλων ονείρων και απογοητεύσεων. των πολέμων και των επαναστάσεων. της ελπίδας για ένα καινούργιο κόσμο και όχι μόνο της γενιάς μου. ίσως της τελευταίας γενιάς που πίστευε ότι μπορούσε να αλλάξει τον κόσμο, και δεν έγινε, ο κόσμος δεν άλλαξε. Αυτή η πικρία, αυτή η διάψευση, αυτή η πικρή γεύση, ήταν η σκόνη του χρόνου. Το τέλος μιας ουτοπίας.
-Γ.Φ.: Αυτόπτης μάρτυρας της ιστορίας;
-Θ.Α.: Δεν είμαι ιστορικός, είναι η δική μου ματιά. Αυτό που μπορώ να πω μπορεί να διαφέρει για τους άλλους. Σκεφτείτε με πόσους τρόπους έχει δοθεί ένας αρχαίος μύθος. Η ιστορία είναι μια…Ένας ιστορικός προσπαθεί να διαβάσει αντικειμενικά την ιστορία, επιστημονικά.
Ένας που δεν είναι ιστορικός δεν μπορεί να το διαβάσει. Έζησα σε μια γενιά μοιρασμένη ανάμεσα σε αριστερούς και βενιζελικούς. Αυτός ο διχασμός ήταν διχασμός, η σύγκρουση ήταν σύγκρουση και ήταν μες την οικογένειά μου και αυτό που συνέβη στην δική μου οικογένεια συνέβη και σε άλλους. Αυτό το πράγμα έχει να κάνει με το πόσο η ιστορία επεμβαίνει πάνω στη ζωή μας και πως την εισπράττουμε. Γιατί μέσα στην ίδια οικογένεια, ο ένας πάει από δω και ο άλλος από’κει. Δεν μπορεί κανείς να δώσει λύσεις. Δεν είμαι αυτός που θα έδινα λύσεις. Ούτε η τέχνη δίνει λύσεις. Αναζητά τα ερεθίσματα. Ή γίνεται ένα ρέκβιεμ πάνω σε ένα πένθος ή κάτι δοξαστικό σε μια ιστορία ελπίδας. Και λύσεις να επιχειρήσει να δώσει θα είναι μια προσωπική ιστορία. Η πραγματικότητα είναι διαφορετική. Σκεφθείτε πως γράφεται το βιβλίο της ιστορίας σε διαφορετικά κράτη. Πως βλέπει το θέμα με την Τουρκία η Ελλάδα και πως η Τουρκία.
-Γ.Φ.:«Όλα τα πάθη είναι διαχρονικά μέσα σε αυτό το ταξίδι…».
-Θ.Α.: «Σαν να είχαν ποτέ τελειωμό τα πάθη και οι καημοί του κόσμου» λέει ο Παπαδιαμάντης.
….Υπάρχει ένα χάσμα ανάμεσα στην δικιά μου και την επόμενη γενιά καθώς και τη σημερινή γενιά, αν δείτε τα θέματα των σημερινών κινηματογραφιστών, από αυτά που είναι της γενιάς μου. Για τον κόσμο ολόκληρο μιλώ. Εμείς κάναμε πολιτικό κινηματογράφο, άσχετα αν μετά αλλάξαμε γιατί ζήσαμε την ίδια εποχή, είχαμε τα ίδια ερεθίσματα. Πιστέψαμε ότι μπορούσε να αλλάξει ο κόσμος. Ο κινηματογράφος ήταν αποδέκτης αυτής της ελπίδας. Δεν έγινε αυτό και όλοι πια κάνουν άλλα πράγματα, άλλοι πάλι έχουν σωπάσει. Από την προηγούμενη γενιά, του Φελίνι, τη γενιά που ήταν ήδη ενήλικες στον πόλεμο, κανείς δεν ήταν αριστερός. Η δικιά μου γενιά όλη αριστερή. Σημαδιακά στοιχεία. Η επόμενη γενιά υφίσταται τις συνέπειες αυτής της ιστορίας. Δεν έχει όραμα. Αγγίζει πράγματα του σήμερα που όμως δεν μπορεί να το συνδέσει με το χθες. Βλέπει μόνο το σήμερα. Ίσως και να έχει δίκιο. Υπάρχει μια καινούργια γενιά Ελλήνων κινηματογραφιστών που πάει να βγει και έχει ενδιαφέρον, τελείως διαφορετική από την δικιά μου τη γενιά, όχι καλύτερη ή χειρότερη, απλά διαφορετική.
-Γ.Φ. : Η Αθήνα δεν έχει αντίστοιχο φεστιβάλ με της Θεσσαλονίκης.
-Θ.Α. : ….Είναι καλό να υπάρχει αποκέντρωση. Δεν υπάρχει φεστιβάλ Παρισιού αλλά Καννών, Βενετίας. Το Βερολίνο είναι το Βερολίνο.
Οι εντυπώσεις μου από το Βερολίνο στην τελευταία προβολή της ταινίας μου…. ολόκληρη ιστορία. Στο φεστιβάλ του Βερολίνου παρουσίασα δύο ταινίες παλιότερα. Είχα σχέση μέσω του φόρουμ του πρωτοποριακού κομματιού του. Η πρώτη ταινία μου που παρουσιάστηκε εκεί ήταν η «Αναπαράσταση». Την είχα βγάλει παράνομα μέσα σε βαλίτσα. Παίχτηκε στο Βερολίνο και πήρε βραβεία !
-Γ.Φ. : Πως έγινε το γύρισμα του «Θιάσου»;
-Θ.Α.: Το γύρισμα του «Θίασου» έγινε σε συνθήκες παρανομίας, απόλυτης παρανομίας. Το ότι καταφέραμε να την γυρίσουμε είναι ένα θαύμα. Γυρίστηκε βέβαια η μισή στην δικτατορία. Ο παραγωγός ήθελε να την σταματήσει. Απογοητεύτηκε κάποια στιγμή. Τελικά ξαναμπήκε στο παιχνίδι και η ταινία τελείωσε και έγινε αυτό που έγινε. Βέβαια έγινε χαμός πριν πάει έξω. Έκανα μια προβολή στην Αθήνα για τους κριτικούς κινηματογράφου ήταν και ο Βασίλης ο Ραφαηλίδης. Φύγαν όλοι με σκυμμένο κεφάλι. Δεν τους άρεσε. Στις Κάννες βέβαια έγινε ο χαμός – θρίαμβος. Μετά μου λέει ο Βασίλης : «Ρε συ Θόδωρε τόσο λάθος έχουμε κάνει;»
Συμβαίνει συχνά βέβαια με τους Έλληνες κριτικούς. Ήταν μια γενιά στην οποία ανήκα κι εγώ και οι παλαιότεροι, Τόνια Μαρκετάκη, Ραφαηλίδης, Σκαλιόρας, Παπαγιαννόπουλος, Πλωρίτης…όταν έγραφα κριτική κινηματογράφου. Σήμερα τα πράγματα είναι….
Το ίδιο έγινε και με «Το βλέμμα του Οδυσσέα» που πήρε το μεγάλο βραβείο στις Κάννες και που έχει υμνηθεί απ’όλο τον κόσμο. Εδώ πάλι δεν πήρε και τις καλύτερες κριτικές.
….Για «Τον Θίασο» ο Δανίκας, τότε κριτικός του Ριζοσπάστη, τον είχε βγάλει του πεταματού. Πάρα πολλοί από τις ημερήσιες εφημερίδες με έβρισαν.
Δεν με άφηναν να βγάλω την ταινία και την έβγαλα παράνομα στο εξωτερικό μετά την δικτατορία, μέσα σε βαλίτσες. Εγώ με την Κοταμανίδου και έναν άλλο συνεργάτη, ανεβήκαμε στο Σανζ Ελιζέ με βαλίτσες για να κάνουμε προβολή στην επιτροπή των Καννών! Όταν πήγα μετά να πάρω την επιχορήγηση που δίνονταν σε όσες ταινίες πήγαιναν επίσημα στο Φεστιβάλ των Καννών, μου λέει ο τότε υπουργός (Έβερτ) : «Είναι δυνατόν κύριε Αγγελόπουλε να σας δώσουμε επιχορήγηση για μια ταινία που είναι εναντίον μας;».
-Γ.Φ.: Τι σας έκανε να έχετε αυτή τη βεβαιότητα για την αξία των ταινιών σας ενάντια σε όλα;
-Θ.Α.: Δεν μιλάω για βεβαιότητα. Αυτό πάντως με εξέφραζε, αυτό ήθελα να κάνω. Το τι απήχηση θα είχε δεν το ήξερα. Όμως αυτό με εξέφραζε. Δεν ξέρεις τι θα συμβεί. Όμως αυτό έχει σχέση με αυτό που λένε στην οικογένεια μου. Εκφράζουν το παράπονο ότι προσπερνάω σαν από πάνω τα πράγματα της οικογένειας. Μου μιλάνε και δεν ακούω. Εγώ μπορώ να ξυπνήσω την νύχτα και να φτιάχνω διαλόγους. Η ζωή μου ταυτίζεται με το έργο που φτιάχνω, είναι σαν αυτό να είναι η ζωή μου!
…Τι να πάω να ανταγωνιστώ, έλεγε κάποιος σε μια επιτροπή, δεν μπορεί να δώσουμε στον Αγγελόπουλο ένα δεύτερο βραβείο. Πρέπει να του δώσουμε ένα πρώτο.
Πρέπει όμως να στηρίζουμε τους νέους. Ο κινηματογράφος πρέπει να ανανεώνεται. Πρέπει να στηριχθεί η νέα γενιά. Ορισμένα από τα νέα παιδιά που έχουν αρχίσει να βγαίνουν και προς τα έξω, για πρώτη φορά μετά από μένα είναι ενδιαφέροντα. Κανείς από τη δική μου γενιά δεν έκανε πορεία προς τα έξω.
Η ταινία του Λάνθιμου μου άρεσε, η «Στρέλλα» μου άρεσε. Είδα του Θάνου του Αναστόπουλου την «Διόρθωση» και μου άρεσε, της Μαντά μου άρεσε, αν και αυτή επειδή είναι συνεργάτης μου υπεισέρχεται και ένα συναισθηματικό στοιχείο. Της Στέλλας Θεοδωράκη ήταν πολύ ενδιαφέρουσα. Αυτές είδα, ίσως δω και τις άλλες.
-Γ.Φ.: Τι σας συνέδεε με το Λευκαδίτη ‘Μελισσοκόμο’;
-Θ.Α.: Ο ΦΙΛΟΣ! Ένας άνθρωπος σαν τον Σπύρο, απλός, γήινος, με μένα που είχα άλλου είδους εμπειρίες. Η φιλία είναι σαν τον έρωτα δεν ξέρεις γιατί… Ξαφνικά βρίσκεται μια επικοινωνία. Είναι μια ιστορία πνευματικής χημείας!
-Γ.Φ. : Επίτιμος δημότης της Λευκάδας και σε πολλές άλλες πόλεις, επίτιμος διδάκτορας σε αρκετά πανεπιστήμια, εντός και εκτός Ελλάδας. Έχετε εγγραφεί στη συλλογική μνήμη!
-Θ.Α.: Εγώ δεν οδηγώ, παίρνω ταξί και συνήθως λεωφορείο ή τρόλλευ. Θα σας πώ μια ιστορία. Μόλις είχε παιχθεί ‘‘Η Σκόνη του Χρόνου’’ και όπως κρατιόμουν στο λεωφορείο από την χειρολαβή, ακούω μια φωνή από κάτω; ‘‘Εσείς είστε κ. Αγγελόπουλε;’’
‘‘Εγώ είμαι’’.
‘‘Θα ήθελα να σας ευχαριστήσω γι’ αυτά που μας δίνετε και αυτό που είδαμε χθές το βράδυ’’.
Ακολουθεί μια άλλη ερώτηση και αρχίζει μια συζήτηση μέσα στο λεωφορείο για την ‘‘Σκόνη του Χρόνου’’. Ήταν σαν master class σε ένα λεωφορείο, δεν μου έχει ξανασυμβεί.
Μια κοπέλα λέει: ‘‘Είστε ο κ. Αγγελόπουλος; Εμείς μεγαλώσαμε με τις ταινίες σας’’. Αυτό είναι πια καθημερινό. Πάρα πολλοί άνθρωποι, οι περισσότερες είναι γυναίκες και αυτό μου αρέσει ιδιαίτερα. Υπάρχει μια δικαίωση για αυτό που κάνω 40 τόσα χρόνια…
…Οι τρείς πρώτες ταινίες μου κυκλοφόρησαν σε DVD από την εφημερίδα «Τα Νέα». Στο περίπτερο βλέπω μια ουρά και λέω τι συμβαίνει σήμερα;
Όλοι αυτοί περίμεναν για τον ‘‘Θίασο’’! Πούλησαν 132.000 φύλλα, ασύλληπτος αριθμός και το ξαναέβγαλαν και πούλησαν πάλι.
-Γ.Φ.: Και εδώ το ίδιο έγινε. Όλοι ήθελαν να αποκτήσουν το DVD του ‘‘Θίασου’’ και το κράτησαν όλοι ως κόρην οφθαλμού. Δεν το βρίσκεις ούτε στο Μοναστηράκι.
-Θ.Α.: Είναι καλό διότι μπαίνουν κάποιες σπουδαίες ταινίες στα σπίτια που αλλιώς δεν θα έμπαιναν.
Επίσκεψη στο Κάστρο
Στη συνέχεια επισκεφθήκαμε το κάστρο της Λευκάδας όπου ο Αγγελόπουλος με νεανική ορμή εισήλθε περνώντας τις πύλες του σε μια ολάνθιστη καταπράσινη «αρένα», κάτω από έναν ήλιο εκτυφλωτικό, αναζητώντας αμέσως τα ίχνη του χρόνου και της θύμησης. Αναζητούσε τις θέσεις της κάμερας και εκτινάσσονταν στις επάλξεις κοιτώντας τον ορίζοντα απ’ όπου έρχονταν τ’ άλογα με τους απελευθερωτές. Σε κάποια πολεμίστρα ήταν χαραγμένο ένα όνομα και το έτος 1944. «Πρέπει να χαράχθηκε τη μέρα της απελευθέρωσης» είπε. Αφού περιεργάστηκε τα κανόνια του Κάστρου συνομίλησε με το παρελθόν και το μέλλον και συζήτησε για τη σημερινή Λευκάδα. Βγαίνοντας βρήκε απαράλλαχτο το μικρό καφενείο και το παλιό Πέραμα. Περπατώντας το δρόμο ανάμεσα στη θάλασσα και το ιβάρι αντικρίζοντας τη Λευκάδα η συζήτηση έφτασε και στους ποιητές. Εξάλλου ο Θ. Αγγελόπουλος με το έργο του έχει αποδείξει ότι είναι παγκόσμιος ποιητής του Κινηματογράφου.
Είπε : «Ενδιαφέρομαι για τον Άγγελο Σικελιανό, με ενδιαφέρει η ζωή του, η ποιήση του, μα πιο πολύ η «τρέλα» του- η δημιουργική του τρέλα. Έχω ακούσει πολλές ιστορίες για αυτόν όπως π.χ. όταν κυκλοφορούσε με τη μπέρτα του ανάμεσα στον κόσμο προκαλώντας ποικίλες αντιδράσεις, απαντώντας με αφοπλιστική ευφυΐα και υπερασπιζόμενος τις επιλογές του». Η συζήτηση περιστράφηκε γύρω από τον Σικελιανό και του ανέφερα τις λεπτομέρειες της συνάντησής του με τον Κωνσταντίνο Καβάφη. Επίσης του ανέφερα τους λόγους που κράτησαν μακριά στην Αμερική την Εύα Σικελιανού και τη μαρτυρία του Τζόν Άντον – για τη στιγμή που έμαθε το θάνατο του Σικελιανού και επέλεξε να επιστρέψει αμέσως μετά στην Ελλάδα και να πεθάνει!
Ο Θ. Αγγελόπουλος εντυπωσιάστηκε και συγκινήθηκε ιδιαίτερα από την συγκλονιστική αυτή ιστορία του ποιητή Άγγελου και της Εύας Σικελιανού.
Για τον Κ. Καβάφη επεσήμανε ότι θεωρείται πλέον ο σημαντικότερος ποιητής του αιώνα σε όλο τον κόσμο και ιδιαιτέρως στην Αμερική όπου όπως είπε χαρακτηριστικά: είχε καταλάβει μανία τους Αμερικανούς με τον Καβάφη.
Ο Σεφέρης είναι σταθερός στο ύψος που πάντα ήταν και ο Ρίτσος κερδίζει με το πέρασμα του χρόνου και η προσοχή στρέφεται στην ουσιαστική πλευρά της ποιήσής του.
Μιλώντας στη συνέχεια για τους ποιητές του Κινηματογράφου μου περιέγραψε τη μυθική συνάντηση με τον κορυφαίο Ιάπωνα σκηνοθέτη Ακίρα Κουροσάβα ο οποίος υποδέχθηκε τον Θ. Αγγελόπουλο, τη γυναίκα του και την κόρη του στην Ιαπωνία κλείνοντας για λογαριασμό τους ένα ολόκληρο εστιατόριο και δωρίζοντάς τους κοσμήματα με πολύτιμες πέρλες.
Είπε για αυτόν «ήταν ένας πραγματικός άρχοντας – Σαμουράι».
Ο Ακίρα Κουροσάβα έγραψε ένα τιμητικό άρθρο που αναφερόταν στον Αγγελόπουλο και ειδικότερα στην ταινία του «Μεγαλέξανδρου» στην πρώτη σελίδα σε μια από τις σπουδαιότερες εφημερίδες της Ιαπωνίας.
Ο επίσης σπουδαίος Ιαπωνέζος σκηνοθέτης Ν. Όσιμα, ο οποίος υπερήφανα φορούσε γιαπωνέζικο κιμονό υποδεχόμενος τον Θ. Αγγελόπουλο, θα ήταν το θέμα της τρίλεπτης ταινίας του Θ. Αγγελόπουλου η οποία του ανατέθηκε μαζί με τους σπουδαιότερους σκηνοθέτες απ΄όλο τον κόσμο για τον επετειακό εορτασμό του Κινηματογραφικού Φεστιβάλ των Καννών, όμως παρόλο που ο σκηνοθέτης ταξίδεψε στην Ιαπωνία για αυτό το σκοπό, λόγοι υγείας του Όσιμα δεν το επέτρεψαν. Τελικά έκανε μια ταινία για την Ζαν Μορό που συναντιόταν με τον Μαρτσέλο Μαστρογιάννι μέσα από μια σκηνή του «Μελισσοκόμου».
Στην Πόλη…
Καθώς περπατούσε στους δρόμους της πόλης όλοι τον αναγνώριζαν και σταματούσαν για να του δώσουν το χέρι με εκτίμηση και να του θυμίσουν ότι συμμετείχαν σε κάποιο γύρισμα ή ότι θυμούνται για πάντα κάποια από τις ταινίες του, μιλώντας του με θέρμη. Ένας μάλιστα χαιρετώντας τον του είπε «Αγγελόπουλος ο θρύλος»…
Επίσης η Λευκάδα έπαιξε ένα σημαντικό ρόλο στη σύνδεση μεταξύ του Θ. Αγγελόπουλου και της γυναίκας του Φοίβης αφού η γνωριμία τους εξελίχθηκε κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων του «Μεγαλέξανδρου» που ως γνωστόν σκηνές από τη φυλακή γυρίστηκαν στις παλιές φυλακές της Λευκάδας και καταλυτικό ρόλο στην εξέλιξη της σχέσης τους έπαιξε το ταξίδι με λεωφορείο από την Λευκάδα στην Αθήνα.
Στη συζήτηση με την κα Τούλα Σκληρού μαθαίνοντας την ιστορία της οικογένειας με τον Κινηματογράφο, εντυπωσιασμένος αναφώνησε «είστε λοιπόν μια κινηματογραφική οικογένεια».
Φόρο τιμής στο «Μελισσοκόμο».
Επίσης το ζεύγος επικοινώνησε ιδιαίτερα συγκινημένο με την γυναίκα του Σπύρου και τα παιδιά του και η κα Αγγελοπούλου επισκέφθηκε τον Σπύρο στο Κοιμητήριο των Τσουκαλάδων αποτίνοντας φόρο τιμής σε έναν αξέχαστο φίλο.
Για την επόμενη ταινία του είπε: «δεν θα έχει τον τίτλο ‘ΑΥΡΙΟ’, όπως είχα προαναγγείλει. Θα αφορά την σύγχρονη Ελλάδα της κρίσης. Κύριος χαρακτήρας σε αυτή είναι ένας διεφθαρμένος πολιτικός και «επιχειρηματίας» και η δράση του. Θα είναι μια ταινία εμπνευσμένη από μια «κοινωνία» μεταναστών που αφού πέρασε δύο θάλασσες, βρίσκεται σε ένα λιμάνι της Ελλάδας όπου ξεκινούν μια θεατρική παράσταση ανεβάζοντας ένα έργο του ΜΠΡΕΧΤ, την «Όπερα της πεντάρας», που… τελικά δεν θα τελειώσει ποτέ!». Ο τίτλος της ταινίας «Η άλλη θάλασσα».
Ένας άλλος … ‘‘Θίασος’’.
Γιάννης Φαλκώνης
http://falkonis.blogspot.com/